Οι πιθανότητες επίλυσης του ελληνικού προβλήματος
Αυτά είναι δύο θέματα που τα διαπραγματεύεται σκληρά η ελληνική κυβέρνηση γιατί γνωρίζει ότι οι αξιώσεις των δανειστών μας, αν γίνουν δεκτές, στα θέματα αυτά τινάζουν στον αέρα ολόκληρο το πρόγραμμα που έχει υποσχεθεί στον ελληνικό λαό προεκλογικά αλλά και όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας μας. Οι αρμόδιοι της Ευρωζώνης αξιώνουν την εκπλήρωση όλων των υποχρεώσεων που επωμίστηκε η Ελλάδα με τα υφιστάμενα Μνημόνια. Στριμωγμένη άγρια η κυβέρνησή μας προσπαθεί να πετύχει μια πολιτική λύση των προβλημάτων, κάτι που δεν γίνεται δεκτό από την «τρόικα» (ή αν προτιμάτε από τους «θεσμούς»). Δυστυχώς και στην ΕΕ και στην Ευρωζώνη κυριαρχεί το οικονομικό συμφέρον και όχι το συναίσθημα για την τραγωδία που βιώνει σήμερα η μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Το θέμα της πολιτικής λύσης το έθεσε ο κ. Τσίπρας κατ’ επανάληψη και σε ανώτατο επίπεδο (στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στη Ρίγα) και στην τηλεδιάσκεψη με Μέρκελ και Ολάντ, την Πέμπτη, 28-5-2015, χωρίς όμως θετικό αποτέλεσμα. Προς το παρόν τουλάχιστον. Αν σε όλα αυτά προσθέσουμε και την ασφυξία ρευστότητας που υπάρχει σήμερα στη χώρα μας τότε αυτά μας υποχρεώνουν να δεχθούμε την ηλιθιότητα της εφαρμογής μιας κοινωνικο-οικονομικής πολιτικής που δοκιμάστηκε επί έξι περίπου χρόνια και πέτυχε να διαλύσει την ελληνική οικονομία και κοινωνία. Οι εταίροι και δανειστές μας δείχνουν ότι είναι αδηφάγοι, ανυποχώρητοι και σκληροί κερδοσκόποι. Και αυτό κυρίως διαφαίνεται από τη συμπεριφορά των Γερμανών και ειδικά του Σόιμπλε.
Τι επιλογές έχει τώρα η ελληνική κυβέρνηση; Η μόνιμη σχεδόν επιδίωξη του πρωθυπουργού κ. Τσίπρα για πολιτική λύση στο ελληνικό πρόβλημα δεν φαίνεται να γίνεται αποδεκτή από τους αξιωματούχους – τεχνοκράτες της ΕΕ και της Ευρωζώνης αλλά και από τους ομολόγους του ηγέτες των κρατών-μελών. Και τούτο γιατί όλοι αυτοί στερούνται βαθιάς δημοκρατικής ευαισθησίας. Αλλά και οι θεσμοί της ΕΕ και της Ευρωζώνης δεν μπορούν να θεωρηθούν δημοκρατικοί. Όλα είναι «κομμένα και ραμμένα» στα μέτρα του καθαρά κερδοσκοπικού συστήματος που επικρατεί και καταδυναστεύει τους λαούς. Η πολιτική λύση στο πρόβλημα της χώρας μας θα μπορούσε να δώσει κάποια ώθηση για μια πορεία, έστω με βραδύτητα, προς την ανασύνταξη της ελληνικής οικονομίας, που τώρα έχει εξαρθρωθεί από τα μέτρα που μας υποχρέωσαν οι δανειστές μας να εφαρμόσουμε. Δυστυχώς όμως η όλη πορεία των προβλημάτων μπαίνει στην προκρούστεια κλίνη που έχει κατασκευάσει το κερδοσκοπικό σύστημα που μας καταδυναστεύει. Και αυτό ασφαλώς θα το έχει συνειδητοποιήσει ο κ. Τσίπρας τώρα που έχει έρθει σε επαφή με τα άγρια θηρία της Δύσης. Η κυβερνητική επιδίωξη για πολιτική λύση προς το παρόν φαίνεται να ναυαγεί, προς απογοήτευση όλων των Ελλήνων, ανεξάρτητα από πολιτική τοποθέτηση.
Η δυσμενέστερη λύση για τη χώρα μας θα είναι ασφαλώς η αποδοχή όλων των απαιτήσεων των δανειστών μας για την άμεση εφαρμογή σκληρών υφεσιογενών μέτρων, ως συνέχεια της μέχρι τώρα εξοντωτικής συνταγής των περίφημων Μνημονίων της «τρόικας». Η λύση αυτή έχει τις μεγαλύτερες πιθανότητες να γίνει πραγματικότητα. Οι σκληροί όροι στο φορολογικό, στο Ασφαλιστικό και στις εργασιακές σχέσεις θα ψηφιστούν από την κυβερνητική πλειοψηφία στη Βουλή; Όχι βέβαια. Η ψήφιση ενός «νέου Μνημονίου» από όλους τους βουλευτές του κυβερνητικού συνασπισμού (ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ) είναι παντελώς απίθανη, καθώς τα μέτρα αυτού του «νέου Μνημονίου» ανατρέπουν το κυβερνητικό πρόγραμμα σε όλα τα βασικά του σημεία. Η Βουλή βέβαια θα ψηφίσει το «νέο Μνημόνιο» εάν φυσικά ορισμένοι βουλευτές της αντιπολίτευσης το κάνουν δεκτό. Να γιατί ο πρόεδρος της Κομισιόν κ. Γιούνκερ ελάλησε προ ημερών ότι τον Τσίπρα τον εκτιμά και τον εμπιστεύεται (γι’ αυτό του χάρισε γραβάτα, το σύμβολο του συστήματος;) το κόμμα του όμως ΟΧΙ. Βέβαια, ο κ. Γιούνκερ, υπό την ιδιότητα του προέδρου της Κομισιόν, δεν μπορεί να έχει δημοκρατικές ευαισθησίες. Άλλωστε δεν είναι η πρώτη φορά που επεμβαίνει στα εσωτερικά πολιτικά θέματα της χώρας μας, σαν δεύτερος Πιουριφόι. Πάντως, εάν δοθεί για ψήφιση στη Βουλή συμφωνία για «νέο Μνημόνιο» και περάσει με ψήφους ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, αυτό θα είναι το πρώτο βήμα για τον σχηματισμό κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού, κάτι που διακαώς επιθυμούν οι δανειστές μας και οι αξιωματούχοι της ΕΕ, το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα και φυσικά και η ΝΔ με το Ποτάμι. Ο λαός όμως απεχθάνεται μια τέτοια κυβέρνηση με έντονο προσανατολισμό τυφλής ευρωλαγνίας, με αφοσίωση και υποταγή στου Βερολίνου τα προστάγματα. Τότε η μόνη λύση θα είναι η διεξαγωγή εκλογών. Εάν τελικά καταλήξουμε στην εφαρμογή ενός «νέου Μνημονίου», τουλάχιστον η όποια κυβέρνηση το αποδεχθεί ας ζητήσει ανυποχώρητα μια μεταβατική περίοδο πέντε ετών, ή τουλάχιστον τριών ετών, για την τμηματική εφαρμογή ορισμένων επώδυνων και υφεσιογενών μέτρων, έτσι ώστε αυτά για ένα χρονικό διάστημα να καταστούν ηπιότερα.
Τέλος, ας αναφερθούμε και σε μια τρίτη πιθανότητα που προκύπτει από τη μέχρι σήμερα συμπεριφορά των εταίρων – δανειστών μας. Βέβαια αυτή η πιθανότητα δεν αποτελεί λύση του προβλήματος. Είναι απλά μια πρωτοφανής τακτική καθαρά κοινοτικής έμπνευσης. Όπως μέχρι τώρα, που συνεχώς αναβάλλεται η λύση του προβλήματος της χώρας μας με διάφορες προφάσεις και η ασφυξία ρευστότητας γίνεται συνεχώς εντονότερη, αυτή η τακτική μπορεί να συνεχιστεί και στο μέλλον. Και μέχρι την επέλευση του γεγονότος που έχει βάλει στόχο η πολιτική της Γερμανίας και ειδικά ο κ. Σόιμπλε. Αυτή τη «λύση» δεν θα πρέπει να την ανεχθεί καμία ελληνική κυβέρνηση. Είναι διασυρμός της Ελλάδας. Όμως ο κ. Τσίπρας δεν έχει στα υπόψη του τη μόνη ορθόδοξη λύση. Και αυτή είναι η αποχώρηση από το ευρώ και η επάνοδος στην περιφρονημένη δραχμή, αφού εξασφαλίσει τις προϋποθέσεις επιτυχίας αυτής της νομισματικής μεταρρύθμισης. Οι Έλληνες έγιναν «αναστενάρηδες», καθώς περπατάνε ξυπόλυτοι στα αναμμένα κάρβουνα. Φτάνει πια. Ας έρθει, επιτέλους, η λύτρωση.