Η κρίση δεν αφορά μόνο την Ελλάδα, αφορά και την Ευρώπη
Οι διαπραγματεύσεις έχουν φτάσει στο πιο κρίσιμο σημείο και κατά τις επόμενες ημέρες θα διαφανεί εάν η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι σημερινοί ηγέτες της έχουν αντιληφθεί πού οδεύει το καράβι της Ευρώπης και σε ποια καταχνιά κινδυνεύει να βυθισθεί το Ευρωπαϊκό όραμα.
Έχει ήδη διανυθεί πολύς δρόμος προς μια κατεύθυνση που δεν θυμίζει τις αρχικές διακηρύξεις της Ευρώπης και τις ελπίδες και προσδοκίες που έθρεψε.
Οι σημερινοί Ευρωπαίοι ιθύνοντες θέλουν να πιστεύουν ότι το Ελληνικό πρόβλημα είναι κυρίως πρόβλημα των Ελλήνων και όχι πρόβλημα της Ευρώπης.
Ο καθένας γνωρίζει πόσο μεγάλη είναι η ευθύνη των Ελληνικών πολιτικών ηγεσιών και της κομματοκρατίας των τριών τελευταίων δεκαετιών.
Δυστυχώς, όμως, για την Ευρωπαϊκή Ένωση, το πρόβλημα δεν είναι μόνο Ελληνικό. Στον αδύνατο Ελληνικό κρίκο εκδηλώνονται επίσης οι δομικές αδυναμίες και οι μεγάλες αντιφάσεις της Ευρωπαϊκής Ενώσεως.
Μια πρώτη μεγάλη αντίφαση είναι η επιβολή του ακραίου νεοφιλελευθερισμού ως οιονεί καθεστώτος στην Ευρώπη, ταυτιζόμενου με τις Ευρωπαϊκές Συνθήκες και το Ευρωπαϊκό κεκτημένο.
Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Ότι η ιδέα της Ευρώπης ταυτίσθηκε με την ακραία αντίληψη της ελεύθερης αγοράς και του ελεύθερου εμπορίου.
Αποτελεί όνειδος για την Ευρωπαϊκή Αριστερά, το πλήθος των Σοσιαλιστικών και Σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, ότι αποδέχθηκαν, με άλλοθι την Ευρωπαϊκή ιδέα, και προσυπέγραψαν και επεκύρωσαν αυτές τις Συνθήκες.
Οι Συνθήκες αυτές έστρωσαν τον δρόμο για να επιβληθεί, στη συνέχεια, στην Ευρώπη η παγκοσμιοποίηση.
Τι σημαίνει ακριβώς η παγκοσμιοποίηση; Προσπάθεια και στρατηγική για τη δημιουργία ενιαίας παγκόσμιας νεοφιλελεύθερης αγοράς.
Δεν είναι αντιφατικό μια πολιτική Ένωση, που δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, να επιδιώκει την παγκοσμιοποίηση και την ταύτισή της με μια παγκόσμια αγορά; Εάν οι χώρες-μέλη δεν έχουν κάποια προνόμια και κάποια προτίμηση από τη συμμετοχή τους, ποιο όφελος έχουν από τη συμμετοχή αυτή;
Η ερώτηση δεν είναι ρητορική, γιατί ήδη η εισαγωγή της πολιτικής της παγκοσμιοποίησης έχει θέσει στο περιθώριο μία από τις βασικές αρχές της Ευρωπαϊκής οικοδομήσεως, που ήταν η Αρχή της Κοινοτικής Προτιμήσεως. Η Αρχή αυτή διεσφάλιζε μια ελάχιστη προτίμηση και προστασία στην Ευρωπαϊκή παραγωγή και στην εθνική παραγωγή κάθε χώρας-μέλους.
Εάν δει κανείς την πραγματική καταστροφή της εθνικής παραγωγής στην Ελλάδα, θα αντιληφθεί πόσο έβλαψε τη χώρα ο προσανατολισμός αυτός της Ευρώπης. Πολλοί θα ισχυρισθούν ότι αυτό δεν ήταν αναπόφευκτο για την Ελλάδα, ότι άλλες χώρες τα πήγαν καλύτερα και ότι τη μεγάλη ευθύνη τη φέρουν οι Έλληνες πολιτικοί και οι γνωστές παθογένειες της χώρας.
Όλα αυτά είναι αλήθεια αλλά δεν επαρκούν για να εξηγήσουν το γεγονός ότι το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου έφθασε το 2008 τα 28 δισ. ευρώ και ότι η Ελλάδα από την αυτάρκεια τροφίμων της δεκαετίας του ’80 έφθασε σε εξάρτηση κατά 76% από εισαγωγές τροφίμων σήμερα.
Ένας πρόσθετος λόγος γι’ αυτό είναι, ασφαλώς, και το ακριβό ευρώ, που κάνει πιο ακριβά τα εγχώρια προϊόντα και πιο φθηνά τα εισαγόμενα. Το ευρώ εισήχθη ως ενιαίο νόμισμα για να λειτουργήσει ως καταλύτης για την επιτάχυνση της πολιτικής ενοποιήσεως.
Το ενιαίο ευρώ, αφαιρώντας από τα εθνικά κράτη τη νομισματική κυριαρχία και την παροχή ρευστότητας, απαιτεί για τη λειτουργία και τη διακυβέρνησή του μεγαλύτερη πολιτική ενοποίηση και δημοσιονομική συνοχή.
Πού στηρίζεται όμως αυτή η πολιτική ενοποίηση; Δεν είναι λογικό να υποθέτει κανείς ότι εάν υπάρχει πολιτική ενοποίηση τότε πρέπει να υπάρχει επίσης κοινή ανάπτυξη, κοινή ασφάλεια, κοινή ευημερία και αλληλεγγύη;
Μπορεί όμως να ισχυρισθεί κανείς σοβαρά σήμερα ότι υπάρχει κοινή ανάπτυξη, κοινή ασφάλεια και ευημερία; Η Ελλάδα, π.χ., έχει το αίσθημα ότι καλύπτεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση έναντι της Τουρκικής απειλής.
Ο στόχος όμως αυτός ήταν κεφαλαιώδης για την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μήπως έχει το αίσθημα ότι καλύπτεται από μια κοινή πολιτική αναπτύξεως;
Η εμπειρία της, δυστυχώς, είναι πολύ διαφορετική. Η οικονομική κρίση αξιοποιείται ως ευκαιρία και άλλοθι για την επιβολή στη χώρα ενός ακραίου νεοφιλελεύθερου μοντέλου και την «προσαρμογή» της Ελλάδος στην παγκοσμιοποίηση.
Η διαπίστωση για την κατάσταση της σημερινής Ευρωπαϊκής Ενώσεως είναι, δυστυχώς, πολύ απογοητευτική και εμβάλλει σε μεγάλο προβληματισμό για το πού πάει η Ευρώπη. Η πολιτική ενοποίηση έμεινε μετέωρη και οι προοπτικές για το εγγύς, τουλάχιστον, μέλλον δεν είναι καθόλου ευοίωνες.
Η αναμενόμενη επιτάχυνση της πολιτικής ενοποιήσεως από το νέο ευρώ δεν ήρθε. Αντιθέτως, η εισαγωγή του ευρώ, χωρίς την αναγκαία πολιτική βάση, εισήγαγε τις αγορές πάνω από την πολιτική και έδωσε το πλεονέκτημα στους οικονομικά ισχυρότερους. Από αυτόν τον παράγοντα πηγάζει και η Γερμανική ηγεμονία στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η ανάγκη όμως που επιβάλει το ευρώ για δημοσιονομική συνοχή και για τη διακυβέρνησή του ως διεθνούς νομίσματος, ωθεί προς ένα νέο άλμα κίβδηλης πολιτικοποιήσεως που θα έχει ως αναφορά τις αγορές και όχι την κυριαρχία των Ευρωπαϊκών λαών.
Η μετεξέλιξη αυτή της Ευρώπης και η μεγαλύτερη υπαγωγή της στην Αμερικανική ηγεμονία, με την παγκοσμιοποίηση και με την ταύτιση της Ευρωπαϊκής ασφάλειας με το ΝΑΤΟ, διαψεύδουν τις προσδοκίες για την εξέλιξη της Ευρώπης σε έναν σχετικά αυτόνομο πόλο στον κόσμο και ένα άλλο μοντέλο δημοκρατίας και κοινωνικού κράτους.
Η κρίση στην Ελλάδα έρχεται να ταράξει την ψεύτικη ήρεμη συνείδηση και την αυταπάτη ότι δήθεν η Ευρωπαϊκή οικοδόμηση συνεχίζεται κανονικά και ότι ετοιμάζεται μάλιστα ένα νέο «ομοσπονδιακό» άλμα.
Ο τρόπος με τον οποίο θα αντιμετωπισθεί τελικά η κρίση στην Ελλάδα θα είναι ένα δείγμα εάν οι Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν συνειδητοποιήσει ότι «κάτι δεν πάει καλά στη χώρα της Δανιμαρκίας», όπως έλεγε ο Άμλετ.