Ελλάδα – Ευρωπαϊκή Ένωση – Δανειστές

Τη Σύνοδο των Καννών ακολούθησαν και άλλες σημαντικές σύνοδοι, με προεξάρχουσα εκείνη της Λισαβόνας (2007), κατά την οποία, υπό γερμανική προεδρία, υιοθετήθηκε η ομώνυμη ευρωπαϊκή συνθήκη που ουσιαστικά ενέταξε και θεσμικά την Ευρώπη στο νεοφιλελεύθερο οικονομικό σύστημα. Η οικονομική κρίση που σημειώθηκε στις ΗΠΑ (2008) γρήγορα μεταδόθηκε στην Ευρώπη, με πρώτα θύματα, και όχι συμπτωματικά, τις αδύναμες χώρες της Ευρωζώνης του ευρωπαϊκού Νότου (Ελλάδα, Πορτογαλία, Ισπανία και Ιταλία, ακόμη και τη Βόρειο Ιρλανδία). Πρώτη συνέπεια της κρίσης, η αδυναμία δανεισμού από τη διεθνή αγορά και δεύτερη, η υπογραφή των Μνημονίων που στην ουσία περιόριζαν την εθνική κυριαρχία και επέβαλαν αυστηρή πολιτική λιτότητας. Η χώρα που επλήγη περισσότερο από τα Μνημόνια ήταν η Ελλάδα. Ο υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης, σε πρόσφατη συνέντευξή του, απέδωσε τη δυσχερέστερη κατάσταση της Ελλάδας σε σύγκριση με τις άλλες χώρες του Νότου στο γεγονός ότι στην Ελλάδα επιβλήθηκε λιτότητα τρεις φορές παραπάνω από εκείνη που επιβλήθηκε σε Πορτογαλία και Ισπανία, γεγονός που προκάλεσε μείωση του ΑΕΠ κατά 25%, που αποτελεί παγκόσμιο αρνητικό ρεκόρ. Με την ανάληψη της εξουσίας από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, η οικονομική κρίση έγινε οξύτερη και όχι τυχαία. Η νέα ελληνική κυβέρνηση αρνήθηκε τη λογική των Μνημονίων και επεδίωξε, από την πρώτη στιγμή, την επανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας και επαναδιαπραγμάτευση με τους δανειστές και τους εταίρους στην Ευρωζώνη. Οι διαπραγματεύσεις, που συνεχίζονται, σίγουρα θα αποτελέσουν άριστο θέμα διδακτορικής διατριβής και σημείο αναφοράς στην ιστορική πορεία της Ευρώπης προς μια πραγματική ένωση ή ακόμα και τη διάλυσή της.

Η αναμφισβήτητα δυσμενέστερη μεταχείριση της Ελλάδος έχει πολλές αναγνώσεις. Κατ’ αρχάς, η κοινωνική προκατάληψη των Γερμανών, με εκφραστή τον -συντηρητικών αρχών- υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, έναντι των «ακαμάτηδων» Ελλήνων. Στη συνέχεια, η ιδεολογική αντίθεση προς την αριστερή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, υπέρμαχο των εργατικών δικαιωμάτων και του κράτους πρόνοιας, καθώς και η άρνηση αποδοχής της υπεροχής του χρηματοπιστωτικού συστήματος επί της πολιτικής. Βέβαια, η σκληρή και άκαμπτη στάση που τηρούν οι δανειστές, με πρωταγωνιστή τη Γερμανία, μπορεί να υποκρύπτουν και σχεδιασμούς για μια νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης, με έναν σκληρό πυρήνα, έναν δεύτερο περιφερειακό και έναν τρίτο με τους πληβείους του ευρωπαϊκού περίγυρου (Βαλκάνια, Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη). Η Ελλάδα είναι καθημερινώς, σχεδόν, στο προσκήνιο με αρνητικά συνήθως σχόλια και προειδοποιήσεις για GREXIT κ.λπ. Σε αυτά τα σενάρια προστίθεται και το αίνιγμα της στάσης των Βρετανών, αν τελικά ο κ. Κάμερον προχωρήσει στη διεξαγωγή του εξαγγελθέντος δημοψηφίσματος για παραμονή ή όχι του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Όποιες και να είναι οι εξελίξεις στην Ευρώπη, η Ελλάδα δεν μπορεί να είναι μεταξύ των πρωταγωνιστών. Μπορεί, όμως, όπως ήδη πράττει η σημερινή κυβέρνηση, να διεκδικήσει και να απαιτήσει σεβασμό από τους εταίρους και τους δανειστές και μια ισότιμη θέση. Ήδη διαφαίνονται κάποια σημάδια για εύρεση μας συμβιβαστικής λύσης, που κατά τη ταπεινή γνώμη του γράφοντος θα κινηθεί μεταξύ των ορίων να μη θριαμβολογεί καμιά πλευρά. Ωστόσο, η Ελλάδα οφείλει να τακτοποιήσει τα του οίκου της. Να δρομολογήσει μεταρρυθμίσεις για να αποκτήσουμε σωστή διοίκηση και κράτος δικαίου, να δαμάσουμε τη διαφθορά και να αποβάλουμε την αντίληψη ότι είμαστε μεταξύ Ανατολής και Δύσης, με ό,τι αρνητικό συνδέεται με την πρώτη και ότι θετικό προσφέρει η δεύτερη.


Σχολιάστε εδώ