Πήρε δικάσιμο για το… 2032!

Θα ήθελα να πληροφορήσω τον καλό φίλο αναγνώστη πως η ευαισθησία μου αυτή για ό,τι έχει σχέση με τον θεσμό της Δικαιοσύνης δικαιολογείται απόλυτα εκ του ότι επί σαράντα περίπου χρόνια τον υπηρέτησα, κατά την ταπεινή μου γνώμη, με πλήρη υπακοή και υποταγή στα κελεύσματά του, χωρίς ποτέ να με επηρεάσουν εξωγενείς παράγοντες αλλά και χωρίς να φανώ ως δικαστής επιλήσμων των υποχρεώσεών μου. Και η επίσημη Πολιτεία, διά των οργάνων της, με αντάμειψε επιλέγοντάς με στην ανώτατη (προτελευταία) θέση του αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου, κάτι για το οποίο της είμαι ευγνώμων. Κι αυτό παρά τις αντίξοες καταστάσεις που δημιουργήθηκαν τότε, για τις οποίες «κάτι ξέρει» ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης της προηγούμενης δικομματικής κυβέρνησης Χ. Αθανασίου, εν ενεργεία αρεοπαγίτης κατά τον χρόνο προαγωγής μου και εξέχον συνδικαλιστικό στέλεχος των δικαστών. Με συγχωρείτε για την παρένθεση αυτή, αλλά ο καθένας μας που απευθύνεται δημόσια στο αναγνωστικό κοινό θα πρέπει πρωτίστως να δείξει προς τα έξω «ποιος είναι».

Επανέρχομαι, λοιπόν, στην «άλλη πλευρά», όπως την ονόμασα, της απονομής της Δικαιοσύνης. Ήταν, αν ενθυμούμαι καλώς, Κυριακή 26/4/15 και στην πρωινή του εκπομπή το κανάλι Mega εμφάνισε κάποιον δικηγόρο (δεν ενθυμούμαι το όνομά του), ο οποίος ακούστε τι είπε: Εκπροσωπώντας πελάτη του, κατέθεσε αγωγή που αναφέρεται σε ρύθμιση «υπερχρεωμένου νοικοκυριού» στο Ειρηνοδικείο Αχαρνών (Μενιδίου) και πήρε δικάσιμο -προσέξτε- το έτος 2032 (δεν ενθυμούμαι μήνα). Δηλαδή, ύστερα από 17 χρόνια! Τόσο δε ο δικηγόρος της υπόθεσης όσο και οι διευθύνοντες τη συζήτηση εξέφρασαν την έκπληξή τους και συγχρόνως τη λύπη τους για την κατάσταση που επικρατεί στα δικαστήρια (λίγο – πολύ η ίδια είναι και στα άλλα δικαστήρια της χώρας) σχετικά με τη χορήγηση δικασίμων. Το φαινόμενο αυτό, δυστυχώς, δεν είναι τωρινό, αλλά τώρα βέβαια έχει επιδεινωθεί. Πάντα, και επί των ημερών μου ακόμη (προ του 2010), παρατηρείτο κάποια καθυστέρηση στην εκδίκαση των υποθέσεων, λόγω της υπερφόρτωσης των πινακίων, σ’ αυτήν την έκταση, όμως, πολύ φοβάμαι ότι αν δεν το άκουγα και από το στόμα του υπεύθυνου δικηγόρου θα δυσκολευόμουν να το πιστέψω.

Να, όμως, που υπάρχει και κάτι χειρότερο. Κατά τον σχετικό νόμο, η εκδίκαση των αναφερομένων στη ρύθμιση των υπερχρεωμένων νοικοκυριών υποθέσεων, όπως δήλωσε και ο ίδιος ο δικηγόρος, πρέπει να γίνεται όχι πέραν του εξαμήνου από της καταθέσεως της αγωγής. Φανταστείτε, λοιπόν, διαφορά 6 μήνες με 17 χρόνια… Θα ζουν τότε ο διάδικος ή οι διάδικοι που προσέφυγαν στη Δικαιοσύνη για να βρουν το δίκιο τους; Θα υπάρχουν τότε τα στοιχεία που τους δικαιώνουν; Θα ζει ο δικηγόρος τους; Μέχρι τότε τι θα κάνουν οι διάδικοι; Πολύ φοβάμαι ότι οι τελευταίοι μέχρι τότε θα έχουν χάσει όση εμπιστοσύνη τούς έχει απομείνει στην «Ελληνική Δικαιοσύνη», της οποίας θα έχει κλονισθεί πλήρως το κύρος ως θεσμού και εξουσίας της Ελληνικής Πολιτείας, ανεξάρτητης βέβαια των άλλων δύο (εκτελεστικής και νομοθετικής), που θεωρείται, κατά κοινή ομολογία, «αποκούμπι και καταφύγιο» κάθε αδικημένου και κατατρεγμένου. Παλιός, δε, πολιτικός την είχε χαρακτηρίσει, λίαν ευστόχως, «οχυρό της Δημοκρατίας».

Όλα αυτά που ανέφερα παραπάνω με έχουν προβληματίσει, έστω και ως συνταξιούχο λειτουργό της Δικαιοσύνης. Και διερωτώμαι: Κυρίως μετά τη Μεταπολίτευση, τι έπραξαν για την ταχεία απονομή της Δικαιοσύνης οι κατά καιρούς κυβερνήσεις, και ιδιαίτερα οι εκάστοτε υπουργοί (Δικαιοσύνης), οι οποίοι, μάλιστα, ως επί το πλείστον, προέρχονταν από τον νομικό κόσμο και είχαν εξ επαγγέλματος κάποια σχέση με τον ιερό αυτόν θεσμό; Μάλλον το ενδιαφέρον τους υπήρξε υποτονικό, γι’ αυτό και φθάσαμε στη σημερινή απαράδεκτη κατάσταση. Σήμερα δε που, λόγω της επικρατούσας οικονομικής κρίσεως, έχουμε καθημερινή περιστολή των δημοσίων δαπανών δεν πρέπει μάλλον να περιμένουμε συμπλήρωση των υφιστάμενων κενών σε δικαστές και γραμματείς, πολύ δε περισσότερο αύξηση των θέσεων αυτών και εν συνεχεία πρόσληψη και νέων δικαστών και δικαστικών υπαλλήλων. Πάντως, η σημερινή κυβέρνηση και όσες άλλες έρθουν εις το μέλλον καλό θα είναι να μελετήσουν το πρόβλημα και να δώσουν κάποια, έστω και μερική, λύση. Κι αυτό για το καλό των ελλήνων πολιτών στο σύνολό τους, οι οποίοι, άλλος λιγότερο, άλλος περισσότερο, καταφεύγουν κατά καιρούς στα δικαστήρια για να βρουν το δίκιο τους υπό οιανδήποτε μορφή. Τους αξίζει ένα τέτοιο ενδιαφέρον εκ μέρους της επίσημης Πολιτείας. Άλλωστε, δεν έχουν μόνον υποχρεώσεις, έχουν και δικαιώματα, και μάλιστα συνταγματικά κατοχυρωμένα, ένα από τα οποία είναι όταν καταφεύγουν στα δικαστήρια για να βρουν το δίκιο τους να τους δίνεται σε εύλογο χρόνο.


Σχολιάστε εδώ