Επιμένουν να ζητούν «αίμα» οι δανειστές!

Η κυβέρνηση βρίσκεται μπροστά σε πολύ δύσκολες επιλογές, καθώς εκφράζονται φόβοι ότι, αν συγκλίνει με τις θέσεις των «θεσμών» για τον ΦΠΑ, θα πληρώσουν βαρύ κόστος οι ασθενέστεροι, ενώ το μέτρο θα έχει έντονη υφεσιακή επίδραση.

«Κινδυνεύουμε να πάθουμε με τον ΦΠΑ ό,τι έπαθε ο Σαμαράς με τον ΕΝΦΙΑ», λένε χαρακτηριστικά κυβερνητικές πηγές και εξηγούν ότι δεν είναι δυνατόν αυτή η κυβέρνηση να αυξήσει τον ΦΠΑ των τροφίμων ή των λογαριασμών ρεύματος, πλήττοντας καίρια τους ασθενέστερους, ή να επιδιώξει μια τόσο μεγάλη «αφαίμαξη» της αγοράς, που θα «τσάκιζε» όποια δυναμική ανάκαμψης θα μπορούσε να αναπτυχθεί στο προσεχές μέλλον. Αυτός ο προβληματισμός εξηγεί γιατί από τις διαπραγματεύσεις και της Πέμπτης δεν «βγήκε λευκός καπνός» συμφωνίας για τον ΦΠΑ: Προς το παρόν, η κυβέρνηση προσβλέπει, όπως δήλωσε και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος στην «Guardian», σε γεφύρωση των διαφορών με μια διαπραγμάτευση σε υψηλό πολιτικό επίπεδο, καθώς κρίνεται πολιτικά απαγορευτικός ένας συμβιβασμός με τους όρους των δανειστών γι’ αυτό το θέμα.

Η κυβέρνηση έκανε ένα πρώτο -και τελευταίο, όπως λένε κυβερνητικά στελέχη- βήμα προσέγγισης στην αντίληψη των δανειστών, ενώ αρχικά προσανατολιζόταν σε μια αναμόρφωση του καθεστώτος ΦΠΑ με δημοσιονομικά «ουδέτερο» χαρακτήρα (δηλαδή, χωρίς να επιδιώκεται μεγάλη αύξηση εσόδων), τώρα δέχεται ότι η μεταρρύθμιση θα πρέπει να αποδώσει πρόσθετα έσοδα μέχρι 1 δισ. ευρώ.

Πληροφορίες αναφέρουν ότι το σχέδιο που έχει παρουσιάσει η κυβέρνηση σε αυτή τη φάση της διαπραγμάτευσης περιλαμβάνει τρεις συντελεστές (7%, 14% και 23%). Η διαφοροποίησή του, σε σχέση με όσα δήλωνε πριν από λίγες ημέρες ο Γιάνης Βαρουφάκης, είναι ότι τα τρόφιμα δεν υπάγονται στον χαμηλό συντελεστή, αλλά στο 14%. Αυτή η παρέμβαση, σε συνδυασμό με την εφαρμογή συντελεστή 14% για τα ξενοδοχεία και την κατάργηση της έκπτωσης του 30% για τα νησιά, εκτιμάται από την κυβέρνηση ότι θα φέρουν πρόσθετα έσοδα 1 δισ. ευρώ.

Ακόμη και αυτή η υποχώρηση, όμως, δεν γίνεται δεκτή από τους εκπροσώπους των δανειστών, οι οποίοι επιμένουν σε ένα σύστημα με δύο συντελεστές, υπολογίζοντας ότι από μόνη της η κατάργηση του υπερμειωμένου συντελεστή θα αυξήσει την εισπραξιμότητα του φόρου, αποφέροντας πρόσθετα έσοδα τουλάχιστον 300 εκατ. ευρώ.

Επιπλέον, ζητούν ο χαμηλός συντελεστής να μην είναι μικρότερος από 10% και ο κανονικός συντελεστής να φτάσει το 23%, υπολογίζοντας ότι μόνο με αυτόν τον τρόπο θα φτάσουν οι πρόσθετες εισπράξεις στα επίπεδα που απαιτούν, δηλαδή στο 1% του ΑΕΠ.


Σχολιάστε εδώ