Παιδεία: Λάθος αντιμετώπιση ενός μεγάλου διαχρονικού προβλήματος

Οι λόγοι γι’ αυτό είναι πολλοί. Ένας απ’ αυτούς, ο κυριότερος ίσως, είναι η αποτυχημένη μεταρρύθμιση της δεκαετίας του ’80 και η σειρά, στη συνέχεια, άλλων αποτυχημένων μεταρρυθμίσεων για την υποτιθέμενη διόρθωση των προηγούμενων αλλαγών. Στη δεκαετία του ’80 εισήχθη ο περίφημος Νόμος – Πλαίσιο, στη διαμόρφωση του οποίου πρωτοστάτησε μια γνωστή τριάδα πανεπιστημιακών. Η κατάσταση στην οποία βρισκόταν η Παιδεία απαιτούσε βαθιές τομές και αλλαγές. Οι ακρότητες, όμως, ο αχαλίνωτος συνδικαλισμός και οι ιδεοληψίες οδήγησαν σε άλλα προβλήματα, που αποδείχθηκαν δισεπίλυτα κατά τη διάρκεια τριών ολόκληρων δεκαετιών.

Οι μεταρρυθμίσεις στην παιδεία, όπως άλλωστε και σε όλους τους τομείς, πρέπει να έχουν μακροπρόθεσμο ορίζοντα γιατί απαιτούν χρόνο για να αποδώσουν και αφορούν τη διαμόρφωση, την κατάρτιση και την ένταξη στην κοινωνία των νέων γενεών. Πρέπει για τον λόγο αυτό να αναλαμβάνονται με μεγάλη προσοχή και σύνεση και να επιδιώκουν τη μέγιστη δυνατή συναίνεση, ώστε να διασφαλίζεται η συνέχεια και η προοπτική.

Ο Νόμος – Πλαίσιο απεδείχθη προβληματικός ήδη από την αρχή. Θα έπρεπε, λογικά, μετά την πάροδο ενός εύλογου χρόνου, να γίνει αξιολόγηση των δυσλειτουργιών και των προβλημάτων που προκάλεσε και να ψηφιστούν αλλαγές και τροποποιήσεις. Το γεγονός ότι αυτά δεν έγιναν δείχνει την ανεπάρκεια και την κρίση του πολιτικού συστήματος, όπως επίσης τη σύγχυση που επικρατεί στα θέματα της παιδείας και την ιδεολογίστικη και κομματοκρατική αντιμετώπιση προβλημάτων, που θα έπρεπε εξ ορισμού να είναι υπερκομματικά και εθνικά.

Οι αρχές με βάση τις οποίες πρέπει να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα στην παιδεία απορρέουν από το αυτονόητο και το παράδειγμα όλων των άλλων χωρών που διακρίνονται για το εκπαιδευτικό τους σύστημα. Μια πρώτη αρχή είναι, π.χ., ο αριθμός των εισαγομένων στην Ανωτάτη Εκπαίδευση. Δεν μπορεί ο αριθμός αυτός να είναι απεριόριστος και χωρίς ποιοτικά κριτήρια. Σε διαφορετική περίπτωση δεν επιτυγχάνεται η πρόσβαση όλων στην Ανωτάτη Εκπαίδευση, αλλά ο αποπροσανατολισμός ενός μεγάλου μέρους των νέων και η υποβάθμιση των Πανεπιστημίων. Η ευκαιρία πρέπει να παρέχεται σε όλους. Η επιτυχία, όμως, και η συνέχεια πρέπει να επαφίενται στις προσπάθειες και στον μόχθο του καθενός. Με τα κριτήρια αυτά μπορεί να εισέρχεται στην Ανωτάτη Εκπαίδευση το 35% και το 40%. Δεν μπορεί να εισέρχεται το 70% και το 80% των αποφοίτων Λυκείου.

Μια δεύτερη αυτονόητη αρχή είναι η ηρεμία και η αυτοπειθαρχία στους πανεπιστημιακούς χώρους και η καλλιέργεια, γενικά, κλίματος που προάγει τις σπουδές και την έρευνα, τον έρωτα της παιδείας και της επιστήμης. Τα όσα συμβαίνουν κατά τα τελευταία τριάντα χρόνια στα Ελληνικά πανεπιστήμια αποτελούν όνειδος για την Ελληνική παιδεία και την Ελληνική πολιτική ζωή. Δεν χρειάζεται να τα απαριθμήσει κανείς ή να τα διεκτραγωδήσει. Είναι γνωστά.

Ένα από τα άλλοθι που προβάλλονται είναι το περιβόητο πανεπιστημιακό άσυλο. Σε καμιά άλλη χώρα του κόσμου δεν έχει προσλάβει η έννοια αυτή ένα τέτοιο περιεχόμενο και δεν έχει παραχαραχθεί με τον πιο χοντροκομμένο και προσχηματικό τρόπο. Πρόσφατο παράδειγμα είναι η κατάληψη της Πρυτανείας του Πανεπιστημίου Αθηνών από μικρές ομάδες αντιεξουσιαστών. Οι ομάδες αυτές συνεχίζουν παρόμοια δράση και σε άλλα πανεπιστήμια. Υπάρχει μήπως στη χώρα αυταρχικό ή δικτατορικό καθεστώς που εμποδίζει την πολιτική δράση και προβάλλεται το πανεπιστημιακό άσυλο ως δήθεν οχυρό ελεύθερης πολιτικής δράσεως; Μια τρίτη βασική αρχή είναι η ποιότητα των σπουδών και των προγραμμάτων σε όλες τις βαθμίδες της παιδείας και η σωστή επιλογή, κατάρτιση και αξιολόγηση των εκπαιδευτικών. Υπάρχουν σήμερα στον κόσμο πολλά παραδείγματα επιτυχημένων συστημάτων τα οποία μπορούν να ληφθούν υπ’ όψιν στη χάραξη και διαμόρφωση μιας αποτελεσματικής πολιτικής. Η Ελλάδα έχει τις δικές της συνθήκες και τη δική της ιστορία και πολιτισμό. Τα εκπαιδευτικά της συστήματα πρέπει να λαμβάνουν υπ’ όψιν τις δικές της συνθήκες και να συναρμόζονται με τη διεθνή πείρα, τις επιταγές των καιρών και τους στρατηγικούς στόχους που θέτει η χώρα στον τομέα της παιδείας. Δεν μπορεί μια χώρα όπως η Ελλάδα να μην έχει στρατηγική στον χώρο της παιδείας. Τη χρειάζεται για την επιστημονική, τεχνολογική, οικονομική και κοινωνική της ανάπτυξη. Τη χρειάζεται για τη διαχείριση της ιστορικής και πολιτιστικής της κληρονομιάς και για τη μετάδοσή της στις νέες γενιές. Η παιδεία δεν είναι μόνο τεχνικό θέμα. Διαχειρίζεται επίσης τα ιερά και τα όσια που συνέχουν μια χώρα και συνιστούν την ταυτότητα, τη γλώσσα και την ψυχή της. Τη χρειάζεται, επίσης, για την αρμόζουσα ένταξή της στον σύγχρονο κόσμο και, γιατί όχι, στην πρωτοπορία της επιστημονικής και τεχνολογικής προόδου. Η γνώση και η τεχνογνωσία διαδραματίζουν σήμερα έναν πρωτόγνωρο ρόλο στον κόσμο.

Αντιμετωπίζονται τα προβλήματα αυτά με το νέο νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας; Θεραπεύονται οι μεγάλες και πιστοποιημένες από τα γεγονότα παθογένειες του Νόμου – Πλαισίου και των άλλων αποτυχημένων αλλαγών και «μεταρρυθμίσεων»; Η ιδεολογική εκστρατεία κατά της έννοιας της αριστείας και της αξιολογήσεως, οι παράδοξες εμμονές στο θέμα του πανεπιστημιακού ασύλου και των αιωνίων φοιτητών και η στάση συνενοχής και απάθειας απέναντι στις παθογένειες, τις ιδεολογίστικες αντιλήψεις και τις δυσλειτουργίες του Νόμου – Πλαισίου, δημιουργούν μεγάλα ερωτήματα και φόβους ότι η παιδεία θα παραμείνει καθηλωμένη στα ίδια προβλήματα και στο ίδιο αδιέξοδο.

Αυτό δίνει την ευκαιρία σε πολιτικές δυνάμεις και πρόσωπα που εφάρμοσαν αποτυχημένες πολιτικές ή, πολύ χειρότερα ακόμη, προώθησαν εθνομηδενιστικές αντιλήψεις στην παιδεία, να εμφανίζονται σήμερα ως τιμητές και κατήγοροι. Η Ελλάδα αντιμετωπίζει σήμερα μέγα πρόβλημα και κάθε έθνος που δοκιμάζεται, στρέφεται και στηρίζεται πρώτ’ απ’ όλα στις δυνάμεις και στις αξίες εκείνες που το εμπνέουν και το συνέχουν ανά τους αιώνες.


Σχολιάστε εδώ