Βαδίζουμε σε νέο Μνημόνιο;
Αυτή η συμφωνία που ετοιμάζεται να υπογράψει η κυβέρνηση μπορεί να χαρακτηριστεί ως νέο Μνημόνιο. Βασικοί του άξονες θα είναι το Ασφαλιστικό και το φορολογικό. Επομένως, θα πρέπει να περιμένουμε ανάλογες μεταβολές στο ήδη ισχύον ασφαλιστικό καθεστώς, μεταβολές στο φορολογικό, στις εργασιακές σχέσεις και σε άλλα σοβαρά προβλήματα της οικονομίας μας. Η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα είχε στο προεκλογικό της πρόγραμμα υποσχέσεις για αποδεσμεύσεις από τα Μνημόνια για να μπορέσει να αναπνεύσει λίγο ο ελληνικός λαός. Και αυτές οι υποσχέσεις ήταν που έδωσαν στον ΣΥΡΙΖΑ την πρωτιά στις εκλογές και εν συνεχεία την άνοδό του στην εξουσία. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι οι υποσχέσεις αυτές δεν ήταν προϊόν εξαπάτησης των ψηφοφόρων, αλλά, ορισμένες, προϊόν απειρίας των οικονομικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως στο θέμα της ευκαμψίας των απόψεων των δανειστών μας. Όμως οι δανειστές μας παραμένουν αμετακίνητοι στις θέσεις τους και χωρίς καμία διάθεση να βοηθήσουν τη δύσκολη οικονομική κατάσταση της χώρας μας. Και αυτό γιατί στον κατήφορο αυτό συμμετείχε ενεργά και η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση. Η οποία αντί να αξιοποιήσει τις υποδείξεις για τη φορολόγηση των υψηλών εισοδημάτων, και όσων έμαθαν να ζουν σε βάρος του δημοσίου ταμείου, στράφηκε και πάλι εναντίον των συνταξιούχων και των υπαλλήλων του Δημοσίου με συνεχή κουρέματα και τους έφερε σε κατάσταση απόγνωσης. Ενώ αύξησε κατά προκλητικό τρόπο τα προνόμια ορισμένων, όπως για παράδειγμα την κατάργηση των διοδίων στα ταξίδια των βουλευτών, τη χορήγηση αυτοκινήτων σε όλους, ενώ διατήρησε απείραχτες τις αποδοχές τους. Και βλέπουμε τώρα μερικούς από την κυβέρνηση να στέλνουν στο εξωτερικό το περίσσευμα των αποδοχών τους, όταν η Ελλάδα βρίσκεται στα πρόθυρα της εσωτερικής χρεοκοπίας. Ασφαλώς, η πράξη δεν είναι παράνομη, είναι όμως αρνητική και προκαλεί πανικό.
Ας δούμε όμως αναλυτικά τις μεταβολές και τα μέτρα που προβλέπεται να ληφθούν από την εφαρμογή του νέου Μνημονίου. Παρά το γεγονός ότι τίποτε δεν έχει ανακοινωθεί, από τις αξιώσεις και τις πιέσεις των δανειστών μας προκύπτουν μεταβολές στους παρακάτω τομείς:
α) Μεταβολές στο ασφαλιστικό καθεστώς: Αύξηση του ορίου ηλικίας της έναρξης είσπραξης της σύνταξης, που τώρα ενδεχομένως να αυξηθεί στα 67 έτη. Θέσπιση κατώτατης σύνταξης στα 300 ευρώ, στα άτομα που έχουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα και με προοπτική να καθιερωθεί εθνική σύνταξη στο ίδιο ύψος και σε άτομα που δεν έχουν θεμελιώσει για οποιονδήποτε λόγο (και κυρίως λόγω ανεργίας) δικαίωμα σύνταξης. Και επίσης κατάργηση των επικουρικών συντάξεων για όλους όσους τις εισπράττουν έστω και «κουρεμένες». Έτσι, όλοι οι συνταξιούχοι θα παραμείνουν με την κύρια σύνταξη και μόνο. Γενικά στο Ασφαλιστικό οι απαιτήσεις των δανειστών μας έχουν ως στόχο τροποποιήσεις επί το αυστηρότερο.
β) Οι εκκρεμότητες στο φορολογικό είναι εξίσου σοβαρές, που πιθανότατα θα οδηγήσουν σε αυστηρά μέτρα φορολογικής επιβάρυνσης, καθώς στόχος αμετακίνητος είναι η αύξηση των φορολογικών εσόδων. Έτσι, η κυβέρνηση έδειξε υποχωρητικότητα και στις ιδιωτικοποιήσεις λιμανιών και αεροδρομίων και πιθανόν στο μέλλον και άλλων περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου για την ενίσχυση των δημοσίων εσόδων. Και πέραν αυτών έχουμε τη διατήρηση του ΕΝΦΙΑ, παρά τις διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης για κατάργησή του. Επίσης υπάρχει και το μέτρο της αύξησης των συντελεστών του ΦΠΑ, η οποία θα επιφέρει και διακυμάνσεις σοβαρές στις τιμές πολλών ειδών και υπηρεσιών. Και το μεγαλύτερο θύμα φαίνεται ότι θα είναι ο τουρισμός της χώρας μας. Σκέψεις της κυβέρνησης για ενίσχυση των εσόδων είναι και η καθιέρωση φόρου πολυτελείας σε ορισμένα είδη που αγοράζονται από τις ανώτερες εισοδηματικές τάξεις, όπως για παράδειγμα πολυτελή αυτοκίνητα, σκάφη, ακριβά κοσμήματα κ.λπ. Επίσης στο τραπέζι των συζητήσεων υπάρχει και το θέμα της αύξησης των συντελεστών φορολόγησης των εισοδημάτων που αφορά κυρίως τους συντελεστές για εισοδήματα πάνω από 50.000 ευρώ ετήσια. Όπως είναι εύκολα κατανοητό, όλες αυτές οι μεταβολές στο φορολογικό σύστημα προδικάζουν και μεταβολές στις τιμές αγαθών και υπηρεσιών και επίσης προκαλούν και επαύξηση του φορολογικού βάρους. Η ασφυξία ρευστότητας οδηγεί σε μέτρα που θα πλήξουν όλο τον ελληνικό πληθυσμό, με δυσμενή αντίκτυπο στην αγορά και στην ανεργία. Ήδη το φορολογικό σύστημα της χώρας μας θεωρείται αντιαναπτυξιακό ενώ με τα νέα μέτρα κινδυνεύει να καταστεί και υφεσιογενές.
γ) Οι εργασιακές σχέσεις είναι χωρίς αμφιβολία ο πλέον ευαίσθητος τομέας της κοινωνικής πολιτικής, με σοβαρότατες επιπτώσεις στην οικονομία και ειδικότερα στις σχέσεις εργοδοτών – εργαζομένων. Όπως είναι γνωστό, τις εργατικές σχέσεις τις κατεδάφισε ο κ. Λοβέρδος ως υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, φυσικά με εισηγήσεις της «τρόικας». Όμως, επειδή υπάρχει σήμερα υψηλή ανεργία, προσωπικά έχουμε τη γνώμη ότι το μέτρο καθιέρωσης του κατώτατου μισθού είναι εκτός χρόνου. Δεδομένου ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις κάνουν αγωνιώδεις προσπάθειες για να διατηρηθούν, δεν μπορεί διά νόμου να καθορίζεται κατώτατος μισθός. Γιατί η μικρομεσαία επιχείρηση, προκειμένου να διατηρηθεί, δεν θα εφαρμόσει ποτέ το όποιο όριο καθοριστεί διά νόμου. Όταν η σημερινή οικονομική συγκυρία ανατραπεί επί το θετικότερο, τότε θα μπορέσει η όποια κυβέρνηση υπάρχει την εποχή εκείνη να ανατρέψει πολλά που πρέπει να βελτιωθούν στις εργασιακές σχέσεις.
Η κυβέρνηση λοιπόν θα πρέπει να περιοριστεί στη λήψη όσο το δυνατόν ευνοϊκότερων μέτρων στον φορολογικό και στον ασφαλιστικό τομέα, γιατί αυτοί οι τομείς είναι που προσδιορίζουν βασικά το βιοτικό επίπεδο της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού.