Γιαπιά και σκαλωσιές…

Kαι μόνον ανέφελη δεν ήταν, στην εκατονταετία της «ζωής της», η προσπάθεια να γίνει μια κατ’ εικόνα και ομοίωση συνάδελφος με τις χλιδάτες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Και τα κατάφερε χάρις στην αγάπη των κατοίκων της, που συναγωνίζονταν μεταξύ τους ποιος θα την κάνει ωραιότερη με τα καλαίσθητα οικοδομήματα που έκτιζαν, εκμεταλλευόμενοι τη φυσική της ομορφιά, τον μενεξεδένιο της ουρανό, την απαλότητα της γραμμής των γύρω βουνών της που τη σφίγγουνε, θαρρείς, σαν ερωμένη στην αγκαλιά τους. Και έτσι, μέσα σε λίγα χρόνια, πολλά πανέμορφα οικοδομήματα αλλά και δημόσια έργα προσέθεταν στον καλλωπισμό της.

Τρία γιαπιά στήσανε τις σκαλωσιές τους ανάμεσα στην πλατεία Συντάγματος και την Ακαδημία. Το πρώτο και το πιο σημαντικό ήταν για το κτίριο της Τράπεζας της Ελλάδος, που τότε ιδρύθηκε, μια και το «εκδοτικό προνόμιο» το κατείχε η Εθνική Τράπεζα, με τα γνωστά πράσινα χαρτονομίσματα όπου εικονιζόταν ο ιδρυτής της Γεώργιος Σταύρος. Στα αρχικά σχέδια η πρόσοψη της Τράπεζας θα καταλάμβανε επί της Πανεπιστημίου όλο το μήκος από την οδό Εδουάρδου Λω έως την Ομήρου, με βάθος πενήντα-εξήντα περίπου μέτρα, παρέκει θα γειτνίαζε με το μετέπειτα υπουργείο Συντονισμού, ενώ στην πλάτη της, επί της οδού Σταδίου, ευρίσκοντο το «ενεχυροδανειστήριο», ένα κατάστημα πιάνων και διάφορα άλλα μικρομάγαζα. Χρόνια αργότερα, επεκτάθηκε καταλαμβάνοντας ολόκληρο το οικοδομικό τετράγωνο και έγινε μεγαθήριο. Πολύ αμυδρά θυμούμαι πως στη θέση της, πριν αρχίσει το σκάψιμο, στεγαζόταν το παντοπωλείο «Αθηναϊκόν» και ένα ρομαντικό ζαχαροπλαστείο με τραπεζάκια κάτω από τα δένδρα του πεζοδρομίου, απ’ όπου οι θαμώνες χάζευαν την κίνηση. Θυμάμαι ακόμα πως το μεν μπακάλικο μετακόμισε στη γωνία με την Κοραή, διατηρώντας πάντοτε την ονομασία «Παντοπωλείον το Αθηναϊκόν», αλλά αναβαθμισμένο, με τους υπαλλήλους του να φορούνε άσπρες μπλούζες σαν γιατροί και αντί να τυλίγουν τα εμπορεύματα σε παλιές εφημερίδες, να διαθέτουν χαρτιά περιτυλίγματος με τυπωμένη τη φίρμα του καταστήματος. Όσο για την τύχη του γειτονικού του ρομαντικού ζαχαροπλαστείου, ουδέν γνωρίζω. Εικάζω όμως ότι μεταφέρθηκε απέναντι, όπου με μια απότμηση στον περίβολο του Αγίου Διονυσίου στήθηκε και λειτούργησε το ζαχαροπλαστείο «Κοσμικόν», όπου και παρέμεινε μέχρι τους γάμους της πριγκίπισσας Σοφίας με τον δον Χουάν Κάρλος, οπότε και αναμορφώθηκε ο περιβάλλων χώρος…

Κάποτε το χτίσιμο τελείωσε και έγιναν τα εγκαίνια του κτιρίου. Αποθαύμασαν οι Αθηναίοι τη λιτή αλλά και τόσο επιβλητική μορφή του και περισσότερο αποθαύμασαν τις μεγάλες και βαριές του εξώπορτες που άνοιγαν και έκλειναν αυτομάτως. Ήταν ένα πραγματικό κόσμημα που έδινε ξεχωριστή αίγλη στην πόλη, γειτονεύοντας, συν τοις άλλοις, με την οικία Σερπιέρη -όπου στεγαζόταν η Αγροτική Τράπεζα-, το Οφθαλμιατρείο Αθηνών και την Αρχαιολογική Εταιρεία. Την ίδια πάνω κάτω εποχή έμπαινε ο θεμέλιος λίθος ενός καινούριου ξενοδοχείου με το όνομα «King George» προς τιμήν του βασιλέως Γεωργίου της Αγγλίας, που μόλις είχε ανεβεί στον θρόνο της γηραιάς Αλβιόνος μετά την παραίτηση του αδελφού του Εδουάρδου, που τον «εξωπέταξαν» ένεκεν τσιλιμπουρδίσματος με την ερίτιμο κυρία Σίμσον. Το υπό ανέγερση ξενοδοχείο προοριζόταν να γίνει το υπ’ αριθμόν ένα πολυτελές ξενοδοχείο της Ελλάδος. Ευρισκόμενο σε μεσοτοιχία με το ξενοδοχείο της « Μεγάλης Βρετανίας», την ιστορική «Grande Bretagne», που κρατούσε τα σκήπτρα έχοντας πελάτες αρχηγούς κρατών και αριστοκράτες, το «King George» φιλοδοξούσε να της πάρει τα πρωτεία, πράγμα που τελικά συνέβη. Η «Grande Bretagne» έμοιαζε τότε, από την πλευρά της οδού Γεωργίου του Α’, σαν ένα μικρό κτίσμα που δεν σου γέμιζε το μάτι, με το πομπώδες όνομα «Le petit palais». Και μόνον ύστερα από τον πόλεμο, όταν ανακαινίσθηκε και επεκτάθηκε, η «Μεγάλη Βρετανία» ξανακέρδισε την παλιά της αίγλη. Κοσμικό γεγονός ήταν τα εγκαίνια του «King George» και πιθανόν για «επικοινωνιακούς λόγους» να έδωσαν το βασιλικό όνομα στο ξενοδοχείο για να δείξουν «ποιος βασιλεύει επί της Μεγάλης Βρετανίας», η οποία, εν προκειμένω, ήταν… γειτόνισσα και ανταγωνίστρια.

Πλήθος κόσμου είχε κατακλύσει την πλατεία Συντάγματος για να παρακολουθήσει τα εγκαίνια, που για τη μικρή τότε Αθήνα ήταν ένα ονειρώδες θέαμα. Βεγγαλικά, πυροτεχνήματα, φωτοχυσίες και αφίξεις επισήμων, αλλά και λαμπερές λιμουζίνες με επίλεκτα μέλη της αθηναϊκής κοινωνίας που τους υποδέχονταν πορτιέρηδες με μεγάλη στολή ναυάρχων, κάνοντας τους θεατές να νομίζουν πως ονειρεύονται…

Το τρίτο, σύγχρονο με τα προηγούμενα, γιαπί ολοκλήρωνε το μέγαρο του πιο ανθρώπινου οικοδομήματος της Αθήνας, του Μετοχικού Ταμείου, προς την Πανεπιστημίου. Εκεί στεγάσθηκε αρχικά η ΗΕΑΠ, η «Πάουερ», που τροφοδοτούσε με ηλεκτρικό ρεύμα την Αθήνα. Εκεί έβρισκες τα πάντα. Από παπούτσια μέχρι λιμουζίνες Buick. Εκεί ήταν το πρακτορείο της Swissair και από εκεί αγόραζες δίσκους γραμμοφώνου His master’s voice και Columbia. Εκεί έβρισκες πουκάμισα επί μέτρω στον «Chez Marino» και έπινες τον εσπρέσο σου στο αξέχαστο «Brazilian». Εκεί… εκεί… εκεί…

Αλλά προτιμώ να τα ξεχάσω όλα, επειδή υπάρχει το τώρα που μου μαυρίζει την ψυχή…


Σχολιάστε εδώ