Αξιολόγηση και Grexident
Μπορούμε όμως να επιχειρήσουμε, και μάλιστα, για να είμαστε ειλικρινείς, με ανεκτική (και όχι αυστηρή) πρόθεση, έναν απολογισμό των μέχρι τούδε πεπραγμένων της σε μερικούς τομείς, όπως είναι η εσωτερική και η εξωτερική πολιτική αλλά και η άμυνα. Και βέβαια κινείται σε ορθή κατεύθυνση, αν λάβουμε υπόψη μας τις προοπτικές που διαγράφονται:
1) Να παραμείνουμε στο ευρώ, αλλά να απειλούμε τους πιστωτές μας – ότι θα τους πληρώσουμε τι;
2) Να παραμείνουμε στο ευρώ χωρίς πιστώσεις έως το καλοκαίρι.
3) Να εξασφαλίσουμε συντεταγμένη έξοδο από την Ευρωζώνη, αλλά όχι και από την ΕΕ.
4) Να διωχθούμε και από την Ευρωπαϊκή Ένωση, γιατί αν φύγουμε από το ευρώ θα πρέπει να ασκήσουμε προστατευτική πολιτική για να στηρίξουμε τη δραχμή.
Από τα τέσσερα ενδεχόμενα το τρίτο μάλλον θα είναι το εθνοφελέστερο. Η έξοδος από την ΕΕ, όπως γράφει και ο Θ. Βερέμης στην «Καθημερινή» στις 25/3/2015, δεν είναι αναστρέψιμη. Υπόσχεται, ακόμα, την απαλλαγή από τα παραμύθια του δεξιού και αριστερού λαϊκισμού, ότι τάχα θα επιστρέψουμε στον πρότερο τρυφηλό βίο μας. Αξίζουν, άραγε, οι θυσίες που θα υποστούμε προσεχώς και ποιο θα είναι το συλλογικό κέρδος στο τέλος της δοκιμασίας; Μα και μόνο η απαλλαγή από τη μετριοκρατία που μαστίζει την κοινωνία μας και από τους διασκεδαστές πολιτικούς της τηλεόρασης-αρένας κάνει κάθε θυσία πολύτιμη.
Βέβαια, μια νέα ορολογία έχει προστεθεί το τελευταίο διάστημα στο λεξικό της ελληνικής κρίσης. Εκτός από το Grexit, δηλαδή την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ, οι αναλυτές έχουν εισαγάγει και την έννοια του Grexident, δηλαδή τον κίνδυνο ενός ελληνικού ατυχήματος. Η νέα λέξη εισήχθη από τους οικονομολόγους και τους αναλυτές των ξένων οίκων, αλλά έχει αρχίσει να υιοθετείται και από τους πολιτικούς που εμπλέκονται στις διαπραγματεύσεις με την Ελλάδα. Στην ελληνική πολιτική σκηνή, οι λέξεις και οι συμβολισμοί έχουν τη δική τους, υπερμεγέθη σημασία. Από την «τρόικα» στους «θεσμούς» και από το «Μνημόνιο» στο επιδιωκόμενο «Σύμφωνο Ανάπτυξης». Η αλλαγή της ονομασίας του προγράμματος στήριξης και των δεσμεύσεων που αυτό συνεπάγεται αντανακλά τον χαρακτήρα που θέλει να δώσει στις επιλογές της η κυβέρνηση. Δεν είναι, άλλωστε, η πρώτη φορά. Και ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς επιδίωξε «να τελειώσει με την “τρόικα”», αφαιρώντας από αυτήν το ΔΝΤ, και η αδυναμία του να το επιτύχει συνέβαλε στην πτώση της προηγούμενης κυβέρνησης. Το ζήτημα της ονομασίας του Μνημονίου είναι πιο πολύπλοκο. Όσο για ένα πιθανό τρίτο Μνημόνιο, εκεί υπάρχει πραγματικά μεγαλύτερο περιθώριο για μια ουσιαστική αλλαγή προσανατολισμού, κάτι που δεν υπάρχει λόγος να μην αντανακλάται και στην ονομασία του.
Αλλά στην πολιτική, και δη στην ελληνική, ο βασικός στόχος παραμένει η ρήξη και η διαφοροποίηση από το παρελθόν. Πίσω από την εμμονή με τις λέξεις βρίσκεται η υπόθεση διαδοχικών κυβερνήσεων ότι οι έννοιες αυτές δεν είναι ανεκτές από τον ελληνικό λαό. Η μετονομασία τους είναι ένας συμβολικός τρόπος να σηματοδοτήσουν την αλλαγή πολιτικής. Όπως και η «ελπίδα» που ήθελε να φέρει ο κ. Σαμαράς, έτσι και η «αξιοπρέπεια» που επαγγέλλεται ο κ. Τσίπρας κάποια στιγμή θα σκοντάψει στη σκληρή πραγματικότητα. Τέτοιου είδους ψυχολογικά πειράματα έχουν τα όριά τους, διότι τελικά οι πολίτες κρίνουν την αποτελεσματικότητά τους με βάση την προσωπική τους οικονομική κατάσταση.
Στην περίπτωση του Grexident, το οποίο είναι ένας πιο εύσχημος τρόπος να αναφερθεί κανείς στον κίνδυνο εξόδου από το ευρώ, αυτό που προδίδει η νέα λέξη είναι η άποψη ότι η έξοδος από την Ευρωζώνη δεν είναι μεν επιθυμητή, αλλά μπορεί να προκύψει ως αποτέλεσμα ατυχήματος. Αλλά το Grexit δεν ήταν ποτέ επιθυμητό, ούτε από τους Έλληνες ούτε από τους ευρωπαίους πολιτικούς – τουλάχιστον δημοσίως. Έτσι, αν συνέβαινε ποτέ, θα ήταν ούτως ή άλλως αποτέλεσμα ενός ατυχήματος. Ποιο το νόημα, λοιπόν, να εστιάζει κανείς στον κίνδυνο ατυχήματος τώρα; Σαφώς αυτό έχει να κάνει με τη δεινή κατάσταση της ρευστότητας του κράτους και τον κίνδυνο μιας στάσης πληρωμών. Όταν, όμως, όλοι -και η ελληνική κυβέρνηση και οι ευρωπαίοι εταίροι- γνωρίζουν τον κίνδυνο και επιλέγουν να μην τον αντιμετωπίζουν φτάνοντας εγκαίρως σε μια συμφωνία, κανείς δεν μπορεί να μιλάει για ατύχημα. Μια δυσάρεστη υπόθεση θα ήταν ότι δεν τους ενοχλεί καθόλου το Grexit. Συμβαίνει, άραγε, αυτό;