Η αναδόμηση της διαπραγματευτικής ομάδας, η ενδιάμεση συμφωνία και η «αγνότητα» της ΕΚΤ

«Η συμφωνία με τους δανειστές πρέπει να περιέχει μια πολιτική που να καθιστά τη χώρα βιώσιμη», υπογράμμισε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γ. Δραγασάκης, ενώ σημείωσε ότι αν η κυβέρνηση βρεθεί σε αδιέξοδο υπάρχει η λύση της προσφυγής στον λαό. Απέδωσε την καθυστέρηση στις διαπραγματεύσεις στη μετατόπιση των δανειστών από τη συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου, ενώ έκανε λόγο για μηχανισμό ασφυξίας ώστε να πιεστεί η κυβέρνηση και χαρακτήρισε μεροληπτική και σκόπιμη τη στάση της ΕΚΤ.

Η δήλωση έγινε την επομένη της αναδιάρθρωσης της διαπραγματευτικής ομάδας και της ανάθεσης του συντονισμού στον Ευκλ. Τσακαλώτο. Αναφερόμενος στις αλλαγές που έγιναν στην ομάδα διαπραγμάτευσης, διατύπωσε μια παρατήρηση που είναι ιδιαίτερα σημαντική.

«Διαπιστώσαμε», είπε, «πως η πολιτική διαπραγμάτευση δεν είναι ικανή συνθήκη, καθώς οι τεχνοκράτες στα διάφορα επίπεδα λειτουργούν πολιτικά. Μπορούμε δηλαδή να συναγάγουμε ότι είχε υποτιμηθεί ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί η ευρωπαϊκή τεχνοκρατία, όπου οι πολιτικές αποφάσεις που λαμβάνονται στα συμβούλια
υλοποιούνται από τεχνοκράτες που τηρούν τις αποφάσεις και δεν επηρρεάζονται -χωρίς σαφείς εντολές- από δηλώσεις (π.χ. Γιούνκερ, Μοσχοβισί, Μέρκελ, Ντάισελμπλουμ) που γίνονται για τη δημιουργία εντυπώσεων και φυσικά για τον επηρεασμό του αντιπάλου στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης».

Ο Ευκλ. Τσακαλώτος, παράλληλα, δήλωσε πως ο Γ. Βαρουφάκης έχοντας άριστη γνώση των θεμάτων που οι συνάδελφοί του χειρίζονται στο Eurogroup, τους εξενεύριζε καθώς εξουδετέρωνε τα επιχειρήματά τους σε θεωρητικό επίπεδο. Ο πρωθυπουργός, εξάλλου, στην αρκούντως ειλικρινή συνέντευξή του, ανέφερε πως το αμφίσημο κείμενο της συμφωνίας της 20ής Φεβρουαρίου δεν είχε συνταχθεί από τον Γ. Βαρουφάκη.

Φαίνεται, λοιπόν, ότι ο Γ. Βαρουφάκης έδινε μάχη με προσήλωση στον πυρήνα του προβλήματος, δηλαδή το χρέος, και δεν προωθούσε, όπως ήθελαν οι δανειστές, τις συζητήσεις σε τεχνικό επίπεδο μόνο για τις μεταρρυθμίσεις. Μάλλον, όμως, δεν είχε πλήρη συνείδηση του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί η ευρωπαϊκή γραφειοκρατία. Ίσως η υποκατάστασή του συνοδευτεί από επιτάχυνση των συζητήσεων σε «τεχνικό» επίπεδο, προοπτική που ενισχύεται από την προετοιμασία πολυνομοσχεδίου για συζήτηση στο Eurogroup.

Ο αντιπρόεδρος προσδιόρισε για τις πρώτες ημέρες του Μαΐου την επίτευξη μιας ενδιάμεσης συμφωνίας λέγοντας: «Σήμερα επιδιώκουμε μια συμφωνία – λύση.

Δεν αρκεί όμως ”οποιαδήποτε λύση”. Πρέπει η λύση να είναι βιώσιμη. Κλείνοντας η ενδιάμεση συμφωνία, θα
ανοίξει η μακρόπνοη συζήτηση για το χρέος, τα πρωτογενή πλεονάσματα, τις επενδύσεις και την ανάπτυξη».

Η προσπάθεια επίτευξης ενδιάμεσης συμφωνίας σηματοδοτεί την επιδίωξη της κυβέρνησης να ληφθεί απόφαση της ΕΚΤ για αύξηση του ορίου έκδοσης εντόκων γραμματίων του Δημοσίου.

Είναι γεγονός πως η κυβέρνηση αμέσως μετά τις εκλογές επεδίωξε να εξασφαλίσει, με τη συμφωνία – γέφυρα, τη χρηματοδότηση της ΕΚΤ που θα της επέτρεπε να λειτουργήσει μέχρι τη λεγόμενη μεγάλη διαπραγμάτευση για το χρέος. Η χρησιμοποίηση Βαρουφάκη αξιοποίησε τη γνώση των χρηματοοικονομικών και των παγκόσμιων χρηματαγορών. Η λειτουργία και το στυλ του δημιούργησε αποσταθεροποίηση στην επικοινωνιακή τακτική των δανειστών μέχρι τις 20 Φεβρουαρίου. Τότε υπεγράφη η συμφωνία που, ανεξάρτητα από την κριτική στο «γράμμα» της, επέτρεψε τη συνέχιση των συζητήσεων επί της ατζέντας των μεταρρυθμίσεων μέχρι τον Απρίλιο.

Το λάθος που έγινε -ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε σε παραπλάνηση- ήταν η μη εξασφάλιση χρηματοδότησης μέχρι τον Ιούνιο, γεγονός που επέτρεψε τον συνεχιζόμενο εκβιασμό της ΕΚΤ. Έτσι ο Βαρουφάκης εξακολούθησε τις διαπραγματεύσεις χωρίς να μπορεί να ξεχάσει ούτε στιγμή το χρέος, αφού αυτό συνδέεται άρρηκτα με τις μεταρρυθμίσεις. Το γεγονός αυτό σε επίπεδο Eurogroup συνδεόταν φυσικά με μια «γραμμή» ανάλογη σε τεχνικό επίπεδο που, με δεδομένη την αδιάλλακτη στάση των «τεχνοκρατών», δεν εμφάνιζε πρόοδο. Το «αμερικανικό» στυλ του υπουργού αποτέλεσε το πρόσχημα για τη στοχοποίησή του.

Καθώς λοιπόν πλησιάζει απειλητικά ο Ιούνιος, με αποπληρωμές χρέους που δεν είναι δυνατόν να καλυφθούν χωρίς δυνατότητα έκδοσης εντόκων γραμματίων ή καταβολή κάποιου τμήματος των εκκρεμουσών δόσεων, αποφασίστηκε να βγει στο προσκήνιο ο -περισσότερο- «ευρωπαϊκού» προφίλ Τσακαλώτος, με ανάλογη στάση στα τεχνικά επίπεδα, ώστε να εξασφαλισθεί ενδιάμεση συμφωνία μόνο επί των μέχρι τώρα συμφωνηθέντων μεταρρυθμίσεων και όσο το δυνατόν διατήρηση των «κόκκινων» γραμμών.

Βεβαίως, η αλλαγή τακτικής δεν είναι σίγουρο ότι θα επιφέρει ενδιάμεση συμφωνία, καθώς οι δανειστές θα ασκήσουν τεράστια πίεση για υποχωρήσεις της κυβέρνησης στα εργασιακά, το ασφαλιστικό, τις ιδιωτικοποιήσεις. Η επίτευξη ενδιάμεσης συμφωνίας θα κριθεί από το αν συμφέρει τους δανειστές να συζητήσουν το χρέος μετά ή παράλληλα με τις μεταρρυθμίσεις αυτές. Το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα μπορεί να θεωρηθεί ως ένδειξη ετοιμότητας να νομοθετηθούν τα συμφωνηθέντα «ώριμα» μέτρα.

Κατά τη γνώμη μας, ο κ. Ντράγκι θα εξακολουθήσει να κρατά τη στρόφιγγα της ρευστότητας υπό αυστηρό έλεγχο μέχρι τον Ιούνιο, καθώς η ΕΚΤ, με βάση την «ανεξαρτησία» της, συντηρεί το «πέπλο της ευρωπαικής αγνότητας» με κανόνες που κρύβουν τις ευθύνες των δανειστών. Διότι αυτοί απαιτούν ακύρωση του μηνύματος των εκλογών και πλήρη πολιτική υποταγή της κυβέρνησης, η οποία κάνει λάθος να ελπίζει σε πολιτικό συμβιβασμό στο Eurogroup χωρίς σοβαρές υποχωρήσεις στο πρόγραμμά της. Ο πρωθυπουργός δεν πρέπει να περιορισθεί στις διαδικασίες του Eurogroup, καθώς αυτό αποτελεί προνομιακό πεδίο δράσης του κ. Σόιμπλε. Η δική του πολιτική διαπραγμάτευση μπορεί να συνεχισθεί σε διακυβερνητικό επίπεδο με τους «μεγάλους» εταίρους. Μάλιστα, ο Ντάισελμπλουμ δείχνει τον δρόμο, επισκεπτόμενος Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία την επόμενη εβδομάδα.


Σχολιάστε εδώ