Σας ευχαριστούμε, κύριε Πρόεδρε!
Το κείμενο, λοιπόν, έχει ως εξής: Ήταν Μεγάλη Πέμπτη, που στους ιερούς ναούς μας ψάλλεται η Ακολουθία των Παθών του Χριστού μας, και την πλέον φρικτή ώρα, της αναπαραστάσεως της Θείας Σταύρωσης, εις τον Ιερό Ναό του Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτου, όπου χοροστατούσε η Αυτού Μακαριότης Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος, έκανε την εμφάνισή του, ως ένας απλός εκκλησιαζόμενος, ο κ. Παυλόπουλος. Ασπάσθηκε τον Τίμιο Σταυρό με τον Εσταυρωμένο, προσκύνησε τον Μακαριώτατο, ασπασθείς τη δεξιά του, και -προσέξτε- μετά «χάθηκε» μέσα στο εκκλησιαζόμενο πλήθος, σταθείς προσευχόμενος, με την απαιτούμενη ευλάβεια, όπισθεν του εκκλησιάσματος, χωρίς κανέναν προπομπό ή άλλη, έστω και μικρή, επισημότητα.
Θα ήθελα, λοιπόν, να σταθώ σε αυτήν την κίνηση του κ. Παυλόπουλου. Ως ένας «κοινός θνητός», αποφάσισε μόνος του τέτοια μέρα να εκκλησιασθεί και έγινε ένα με τους συμπατριώτες του. Απέφυγε κάθε διάκριση που ενέχει ο θεσμός τον οποίο εκπροσωπεί και πήγε μόνος, όπως απαιτεί η ιερότης της ημέρας, χωρίς συνοδούς και τιμές. Αυτά είναι για άλλες στιγμές και ώρες. Άλλωστε, όπως λέει πολύ επιτυχημένα ο λαός μας, «ο παπάς κάνει τα ράσα». Έτσι και ο κ. Παυλόπουλος, με αυτήν του την κίνηση, έδωσε άλλο περιεχόμενο στον θεσμό του Προέδρου της Δημοκρατίας. Εκείνο του απλού ανθρώπου, του χριστιανού της καθημερινότητας, που πρέπει να εκκλησιάζεται κατά καιρούς, εκδηλώνοντας έτσι, όπως επιβάλλεται παραδοσιακά, τα φιλοχριστιανικά του αισθήματα και «πιστεύω». Γι’ αυτό, δε, έχουμε και τους ιερούς ναούς, τους οποίους επιβάλλεται κατά τακτά διαστήματα να τιμάμε με την παρουσία μας και την προσευχή μας στον Θεό και στους Αγίους.
Και θα μου επιτραπεί εδώ να πω, με όλη την ταπεινότητα της πένας μου, όπως ο σημερινός Πρόεδρος έγινε παράδειγμα προς μίμηση (και συζητήθηκε ευρέως, σας πληροφορώ), έτσι να γίνουν παράδειγμα προς μίμηση και οι άρχοντές μας (βουλευτές, υπουργοί, τοπικοί άρχοντες κ.λπ.) και, μαζί με όλα τα άλλα, να εκκλησιάζονται κι αυτοί μαζί με τον απλό λαό μας. Άλλωστε, η Εκκλησία μας προσεύχεται για αυτούς («Υπέρ πάσης Αρχής και Εξουσίας»… περιλαμβάνεται στις «Συναπτές»).
Προς Θεού, δεν θα ήθελα να θεωρηθεί ότι κάνω υποδείξεις. Μακριά από εμένα κάτι τέτοιο. Απλώς και μόνο, επειδή η πατρίδα μας περνάει πολύ δύσκολες στιγμές και δεν ξέρουμε «τι τέξεται η επιούσα», εκφράζω από τα ενδόμυχά μου την ευχή να ξαναγυρίσουμε στις εκκλησίες μας, να ενώσουμε όλοι τις προσευχές μας, άρχοντες και αρχόμενοι, και να ζητήσουμε από αυτήν την ανώτερη δύναμη, τον Θεό μας, να διώξει από πάνω μας την κατάθλιψη που μας έχει φέρει η οικονομική κρίση, όπως άλλωστε τόνισε, λίαν επικαίρως, και ο Προκαθήμενος της Εκκλησίας μας κ. Ιερώνυμος στη σύντομη ομιλία του το βράδυ της Μ. Παρασκευής σε δέηση κατά την εκφορά του Επιταφίου στην πλατεία Συντάγματος. Έτσι, λοιπόν, δικαιολογείται και ο τίτλος που χρησιμοποίησα στην αρχή. Ευχαριστώ, τελειώνοντας, από βάθους καρδιάς τον κ. Παυλόπουλο, που με την προαναφερθείσα χριστιανική πρωτοβουλία του μου έδωσε την αφορμή για τα παραπάνω. Τον ευχαριστώ θερμά!