Οι «βαθιές ρίζες» του γερμανικού ολοκληρωτισμού
Η νεοφιλελεύθερη στρατηγική, που εξειδικεύεται στο πρόγραμμα της λιτότητας, δεν αποτελεί παρά έναν μηχανισμό, ένα «εργαλείο» μέσω του οποίου προωθείται ιστορικά το «γερμανικό πνεύμα», το «πνεύμα του γερμανικού λαού», ως κυρίαρχης εθνικής και πολιτισμικής δομής απέναντι στις άλλες εθνικές και πολιτισμικές «οντότητες».
Αυτή η κοσμοθεώρηση, τις οδυνηρές συνέπειες της οποίας υφίστανται σήμερα οι ευρωπαϊκές κοινωνίες, ξεκινά από τα τέλη του 18ου αιώνα (με ισχυρές αναφορές στον G. Hegel και στον γερμανικό ιδεαλισμό ευρύτερα) και κορυφώνεται στα τέλη του 19ου αιώνα στη φιλοσοφική εκδοχή του W. Dilthey, σύμφωνα με την οποία το «πνεύμα του λαού», η άρρητη «λαϊκή βούληση», αποτελεί μια μη ορθολογικώς ανακατασκευάσιμη ιστορική οντότητα. Γι’ αυτό και οι έννοιες της ελευθερίας, της δικαιοσύνης, των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων είναι σχετικές, δεν έχουν αυτόνομη αξία και υπόσταση, αλλά αποτελούν απλές ερμηνείες. Αυτό το ανορθολογικό κοσμοείδωλο που αντιπαρατίθεται στον κλασικό Διαφωτισμό και στην ιδέα της προόδου των κοινωνιών θεματοποιήθηκε ως «ιστορικισμός».
Αυτό λοιπόν το «πνεύμα του γερμανικού λαού», που δεν δεσμεύεται από ιστορικές αξίες και αρχές, που συντρίβει την ανθρώπινη ατομικότητα και θεωρεί την ανθρώπινη θυσία και οδύνη ως αναπότρεπτο στοιχείο της ιστορικής επικράτησης και κυριαρχίας του «γερμανικού πνεύματος», της «ιστορικής βούλησης του γερμανικού λαού», το είδαμε να εμφανίζεται στο προσκήνιο της ιστορίας στους δύο Παγκοσμίους Πολέμους, με τα δεκάδες εκατομμύρια νεκρών και τις αμέτρητες καταστροφές -ακόμα και της ίδιας της Γερμανίας- που συνέβησαν στο 20ό αιώνα.
Το ίδιο ακριβώς «γερμανικό πνεύμα», την ίδια την καταστροφική κοσμοαντίληψη που εμπεριέχει στον βασικό της πυρήνα τη σύγκρουση, τον αντι-ανθρωπισμό, την επιδίωξη της απόλυτης εξουσίας και της επιβολής, τη βλέπουμε σήμερα, στις αρχές του 21ού αιώνα, να εκδιπλώνεται μπροστά στα μάτια μας και να οδηγεί στη σύγκρουση και στην καταστροφή την Ευρώπη. Η ακολουθούμενη από τη σημερινή άρχουσα ομάδα στρατηγική της «γερμανικής Ευρώπης» απεικονίζει με απόλυτη ενέργεια την «ιστορική επάνοδο» σε μια νέα καταστροφική αντιπαράθεση που διεξάγεται με τα σύγχρονα οικονομικά όπλα.
Αυτό ακριβώς το φαινόμενο επιδίωξαν να αποτρέψουν οι «σύμμαχοι» μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο με τη διαίρεση της Γερμανίας, τον στρατιωτικό της αφοπλισμό, την πολιτική της περιστολή κάτω από την ηγεμονία, την πολιτική κυριαρχία της Γαλλίας.
Νεοφιλελευθερισμός και γερμανικός ηγεμονισμός
Μετά την πτώση της ΕΣΣΔ και την «ενοποίηση» των δύο Γερμανιών, ο νεοφιλελευθερισμός και το «πνεύμα του γερμανικού λαού» ήρθαν και συναντήθηκαν σε μια αρμονική μάλιστα σύζευξη…
Ο ανορθολογικός και αντι-κοινωνικός χαρακτήρας του νεοφιλελευθερισμού, η διάλυση των κοινωνικών, πολιτικών και ατομικών δικαιωμάτων εναρμονίζονται πλήρως προς τους οικονομικούς και κοινωνικούς «στόχους» που επιβάλει η γερμανική ελίτ στην ΕΕ και στην Ευρωζώνη. Η ανθρώπινη ζωή και αξιοπρέπεια έχουν σχετική αξία απέναντι στον «ύπατο στόχο» των «ισοσκελισμένων προϋπολογισμών». Στην ίδια τη Γερμανία υπάρχουν 7 εκατομμύρια «εργαζόμενοι» σε ένα είδος ημι-απασχόλησης, που αμείβονται με 500 ευρώ τον μήνα, ενώ γύρω στα 13 εκατομμύρια βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας. Ποιο είναι το «ιστορικό παράδοξο», ποιο είναι το κρίσιμο ιστορικό ερώτημα; Το γεγονός ότι τα πολιτικά συστήματα, οι κυβερνήσεις των ευρωπαϊκών χωρών έχουν πλήρως υποταγεί στη γερμανική εξουσία, στην αυταρχική άσκηση εξουσίας της γερμανικής ελίτ. Μεγάλες ευρωπαϊκές οικονομικές δυνάμεις, ιστορικοί πολιτισμοί, όπως η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία, έχουν πλήρως υποταγεί στο γερμανικό imperium. Οι κυβερνήσεις τους, οι δημοκρατικοί τους θεσμοί ευτελίζονται, προπηλακίζονται, εκβιάζονται φανερά από τη γερμανική κυβέρνηση χωρίς να υπάρχει καμία ουσιαστική αντίδραση και αντίσταση…
Τη διάλυση των πολιτικών συστημάτων, την πλήρη ενσωμάτωση της σοσιαλιστικής δημοκρατίας, την περιθωριοποίηση της Αριστεράς, την πέτυχε ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 ο νεοφιλελευθερισμός και η ραγδαίως ανερχόμενη δικτατορική χρηματοπιστωτική δομή… Η άνοδος και επικράτηση του γερμανικού imperium τα τελευταία χρόνια συνδέθηκε με το γεγονός ότι τα πολιτικά συστήματα και τα κόμματα της διακυβέρνησης είχαν ήδη αλωθεί από τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα και τον χρηματοπιστωτικό ολετήρα. Η κρίση του 2008 -που μεταφέρθηκε στην Ευρώπη- και η άντληση πόρων από τους κρατικούς προϋπολογισμούς και το κοινωνικό κράτος προς όφελος των τραπεζών αποτέλεσε το τελικό σημείο καμπής της κατάρρευσης της πολιτικής.
Δεν πρόκειται, συνεπώς, για μια αρνητική συγκυρία. Δεν είναι τα απεχθή πρόσωπα του Β. Σόιμπλε και της Άνγκ. Μέρκελ ή των αχυρανθρώπων τους, όπως ο Γ. Ντάισελμπλουμ ή ο Μ. Ντράγκι, που καθορίζουν μια πολιτική που θα αλλάξει με την απομάκρυνση και την αντικατάστασή τους από κάποιες «φωτισμένες» προσωπικότητες…
Πολιτική αποκάλυψη
Δύο είναι τα ιστορικά «εφόδια» που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να αντιμετωπισθεί αυτή η πορεία καταστροφής που διεκδικεί σήμερα το «αλάθητο», που εμφανίζεται ως ιστορική «νομοτέλεια».
Κατά πρώτον, η επάνοδος της πολιτικής. Η αντιπαράθεση σε πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο απέναντι στον στυγνό οικονομισμό και στον νεοφιλελεύθερο «μονόδρομο». Όμως, η «επάνοδος» της πολιτικής προϋποθέτει συνειδητοποίηση από την πλευρά των ευρωπαϊκών κοινωνιών του ιστορικού αδιεξόδου που βιώνουμε. Προϋποθέτει μια κοινωνική και πνευματική αντίσταση και ΕΞΕΓΕΡΣΗ απέναντι στη σύγχρονη γερμανική πολιτικοοικονομική δικτατορία που επιβάλλεται στην Ευρώπη.
Προϋποθέτει, ταυτόχρονα, την κατάργηση της στρατηγικής της λιτότητας που οξύνει τις ανισότητες και η οποία αποτελεί το ιστορικό θεμέλιο πάνω στο οποίο οικοδομείται το γερμανικό imperium.
Η γερμανική ελίτ έχει πλήρως συνειδητοποιήσει αυτό το γεγονός. Γι’ αυτό και η λυσσώδης αντίδραση την οποία επέδειξε απέναντι στην ελληνική κυβέρνηση. Η αμφισβήτηση της πολιτικής της λιτότητας αποτελεί ταυτόχρονα πολιτική αμφισβήτηση της γερμανικής ολιγαρχικής εξουσίας και θέτει ευθέως το ζήτημα του σεβασμού των δημοκρατικών ευρωπαϊκών δεσμών, της ισοτιμίας των κρατών-μελών, του σεβασμού των θεμελιωδών δημοκρατικών αρχών και δικαιωμάτων των ευρωπαίων πολιτών.
Η σταθερή και ανυποχώρητη στάση της ελληνικής κυβέρνησης, η άρνησή της να υποταγεί στους εκβιασμούς και να αποδεχθεί την οικονομική και πολιτική «λογική» της γερμανικής κυριαρχίας αποκάλυψε τους τρεις αυτούς μήνες που μεσολάβησαν από τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου το στυγνό και αυταρχικό πρόσωπο της γερμανικής κυριαρχίας και ταυτόχρονα το καταστροφικό αποτέλεσμα της λιτότητας.
Αυτή η στάση αποτελεί ιστορική συνεισφορά όχι μόνο στην πατρίδα και στον λαό μας, που δοκιμάζεται σκληρά, αλλά και στους λαούς της Ευρώπης που υφίστανται παρόμοιες δοκιμασίες. Το γεγονός ότι βρισκόμαστε στον «κυκλώνα» της κρίσης μας επιβάλει μετριοπάθεια και αυτογνωσία. Όμως, η ρωγμή που διαμορφώθηκε στο δήθεν απρόσβλητο οικοδόμημα του γερμανικού imperium μας καθιστά αισιόδοξους, μας προσφέρει περισσότερη δύναμη, περισσότερους συμμάχους και συμπαραστάτες για ένα ευνοϊκό αποτέλεσμα.