Εξοντώσεις και διώξεις γηγενών ελληνικών πληθυσμών σε εδάφη υπό οθωμανικό – τουρκικό έλεγχο
Κατά τον Samuel Totten («Teaching about Genocide», Social Science Record, 1987) και τον G.S. Graber («The Armenian Genocide», 1915, έκδοση 1996, σελίδα 175), οι περισσότεροι νεκροί και θύματα τον 20ό αιώνα δεν προκλήθηκαν από πολέμους αλλά από γενοκτονίες, από τις οποίες εξοντώθηκαν περί τα 120.000.000 άτομα, ήτοι περί τα 85.000.000 περισσότερα από τους νεκρούς όλων των πολέμων του ίδιου αιώνα. Στις περιπτώσεις γενοκτονιών γίνονται συστηματικές προσπάθειες από τους γενοκτόνους να εξαφανίσουν κάθε στοιχείο και ίχνος των εγκληματικών και αποτρόπαιων πράξεών τους, ώστε να καθίσταται από δύσκολη έως αδύνατη η τεκμηρίωση των εγκλημάτων τους, τα οποία άλλωστε αρνούνται και αποκρύπτουν συστηματικά. Στα θύματα των γενοκτονιών πρέπει να προστεθούν αμέτρητα άλλα, που επέζησαν μεν, αλλά ξεριζώθηκαν από τις εστίες τους, εκπατρίστηκαν, υποχρεώθηκαν να αλλάξουν θρησκευτικές πεποιθήσεις, κλονίσθηκε σοβαρότατα η υγεία τους και έχασαν τις περιουσίες τους και τους συγγενείς τους.
Το 1948 η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών πήρε απόφαση, που τέθηκε σε εφαρμογή από το 1951, βάσει της οποίας η γενοκτονία χαρακτηρίζεται τιμωρούμενο έγκλημα, που αφορά πληθυσμιακές ομάδες και περιλαμβάνει ηθελημένη θανάτωση, πρόκληση σοβαρών σωματικών ή πνευματικών κακώσεων, δημιουργία συνθηκών διαβιώσεως που αποβλέπουν στην εξόντωση, απαγόρευση της αναπαραγωγής του ανθρωπίνου είδους και παιδομάζωμα.
Εκτεταμένες γενοκτονίες έγιναν σε πολλές περιπτώσεις παλαιότερα από το οθωμανικό και μετέπειτα από το τουρκικό κράτος, ενώ ακόμη και τον 20ό αιώνα συνεχίστηκαν οργανωμένες γενοκτονίες, που μεθοδεύτηκαν από το κόμμα των Νεότουρκων, το οποίο σχηματίστηκε μετά το 1908, όπως και από τις μετεξελίξεις του. Θύματα κατά τον περασμένο αιώνα των Γενοκτονιών των Νεότουρκων, που επικρατούν ακόμη στη σημερινή Τουρκία, υπήρξαν οι εντόπιοι χριστιανικοί κυρίως πληθυσμοί, όπως οι Αρμένιοι, οι Ασσύριοι και οι Έλληνες την περίοδο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου 1914 – 1918 αλλά και τα έτη 1922, 1955 και 1974. Την τελευταία δεκαπενταετία οι Κούρδοι, που είχαν χρησιμοποιηθεί στη γενοκτονία εις βάρος των χριστιανικών πληθυσμών της Τουρκίας, έγιναν οι ίδιοι θύματα γενοκτονίας εκ μέρους των Τούρκων. Σε ό,τι αφορά τους ελληνικούς πληθυσμούς της Τουρκίας, υπενθυμίζεται ότι ξεριζώθηκαν οριστικά και ολοκληρωτικά από τις πατροπαράδοτες εστίες τους Πόντιοι και Ίωνες, που είχαν εγκατασταθεί εκεί από 3.000 χρόνια περίπου, καθώς και πλέον πρόσφατα οι Έλληνες της Κωνσταντινουπόλεως το 1955.
Είναι αξιοσημείωτο το ότι η παγκόσμια κατακραυγή και καταδίκη για τις γενοκτονίες περιορίζονται μόνο σε εκείνες των εθνικοσοσιαλιστών Γερμανών κατά των Εβραίων, ενώ όλες οι άλλες του 20ού αιώνα περνούν αδιαμαρτύρητα και χωρίς συνέπειες. Όπως είναι γνωστό, η επίσημη τουρκική θέση είναι ότι δεν υπήρξε καμία γενοκτονία, είτε αρμενική είτε ασσυριακή είτε ελληνική. Η Ελληνική Βουλή, με τον νόμο 3218/2004, έχει καθιερώσει την 27η Ιανουαρίου κάθε έτους ως Ημέρα Μνήμης όλων των Ελλήνων Εβραίων Μαρτύρων του Ολοκαυτώματος του Β’ ΠΠ και η Ελληνική Πολιτεία έχει ανεγείρει για όλα αυτά τα θύματα ανάλογο μνημείο. Η Ελλάδα δεν έχει αναγνωρίσει ακόμη επίσημα την Ελληνική Γενοκτονία, δεν έχει καθορίσει ενιαία ημέρα ετήσιας μνήμης του συνόλου των θυμάτων της Ελληνικής Γενοκτονίας και δεν έχει ανεγείρει κοινό μνημείο για όλα ανεξαρτήτως τα θύματα της Ελληνικής Γενοκτονίας, ήτοι των Ελλήνων του Πόντου, της Θράκης, της Μικράς Ασίας κ.λπ. Προεδρικό Διάταγμα, το οποίο ύστερα από τριετείς δισταγμούς και καθυστερήσεις εκδόθηκε το 2001, σε εφαρμογή του νόμου 2645 του 1998, ορίζει τη 14η Σεπτεμβρίου κάθε έτους ως Ημέρα Εθνικής Μνήμης της Γενοκτονίας από το τουρκικό κράτος μόνο των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και υποβαθμίζει τις εκδηλώσεις σε επίπεδο νομαρχιών. Ανάλογο Διάταγμα ορίζει διαφορετική ημερομηνία στη μνήμη της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου.
Στα ετήσια μνημόσυνα του Εβραϊκού Ολοκαυτώματος, για τα θύματα της γερμανικής θηριωδίας κατά τον Β’ ΠΠ, παρίστανται, όπως οφείλουν, πολλοί υψηλόβαθμοι εκπρόσωποι της κυβερνήσεως και των κομμάτων, οι οποίοι συνήθως απουσιάζουν από ανάλογες εκδηλώσεις μνήμης για τα θύματα της Ελληνικής Γενοκτονίας, που συντελέσθηκε πολλές φορές κατά τους περασμένους αιώνες, μέχρι και το 1974, σε γηγενείς ελληνικούς πληθυσμούς εδαφών ελεγχομένων από την Οθωμανική Αυτοκρατορία παλαιότερα, στη συνέχεια δε από την Τουρκία, και πάντοτε υπό τη διοργάνωση, τον έλεγχο και την καθοδήγηση της εκάστοτε κεντρικής οθωμανικής ή τουρκικής εξουσίας.
Εάν η Γενοκτονία των Αρμενίων είχε αναγνωρισθεί και είχε καταδικαστεί από την παγκόσμια κοινότητα όταν συνέβη, ο Χίτλερ δεν θα διέθετε αργότερα το γνωστό επιχείρημα που χρησιμοποίησε όταν στον Β’ ΠΠ αποφάσιζε να πραγματοποιήσει το Ολοκαύτωμα των Εβραίων, ισχυριζόμενος: «Ποιος θυμάται την εξόντωση των Αρμενίων;», και ίσως η Γενοκτονία των Εβραίων να είχε αποτραπεί. Η αναγνώριση των γενοκτονιών και ο σεβασμός προς τη μνήμη των θυμάτων του Ολοκαυτώματος και των λοιπών γενοκτονιών του παρελθόντος δεν είναι εμπόδιο στην ανάπτυξη φιλικών σχέσεων μεταξύ των σημερινών λαών. Άριστο παράδειγμα αποτελούν οι τωρινές ομαλότατες σχέσεις Ισραήλ – Γερμανίας.
Ελπίζεται ότι η σημερινή ελληνική κυβέρνηση θα φροντίσει επιτέλους για την οφειλόμενη αναγνώριση της Ελληνικής Γενοκτονίας και την ανέγερση κοινού μνημείου για το σύνολο των θυμάτων της, που εκτός των Μικρασιατών περιλαμβάνει Πόντιους, Θράκες και άλλους.