Σήμερα βγαίνουν καλλιτέχνες, απίστευτα ψώνια
// «Νύχτα στην Πανεπιστημίου» (εκδόσεις Αστάρτη). Την προηγούμενη Δευτέρα σας τίμησαν οι συντάκτες του καλλιτεχνικού ρεπορτάζ αλλά και αξιόλογοι καλλιτέχνες. Τι έχει να πει η ποίηση σήμερα;
Διανύσαμε μια μακρά υπερκαταναλωτική περίοδο με το πώς θα αποκτήσουμε… υποθηκευμένες μεζονέτες με τέσσερις καμπινέδες στα Μελίσσια, τζιπάρες με φιμέ τζάμια, γυαλιστερές Πόρσε, τσάντες Louis Vuitton, πρώτο τραπέζι στη Βανδή και τον Ρέμο, βουνό τα καλάθια με γαρίφαλα από δανεικά λεφτά που μας πρόσφεραν οι πιστωτικές κάρτες, τις οποίες πήραμε «ελαφρά τη καρδία». Το περιβόητο «american dream», που ζήσαμε αλά ελληνικά -και μάλιστα σε βλαχομπαρόκ έκδοση-, αποδείχτηκε όνειρο θερινής νυκτός… Πιστεύω πως πλέον μόνο η περισυλλογή και η αυτογνωσία μπορούν να μας επαναφέρουν σε ένα ανθρώπινο και ισορροπημένο δρόμο. Και σε αυτό βοηθάει η ποίηση, όταν δεν είναι μια εξωπραγματική αερολογία, αλλά χτυπάει κατευθείαν στην καρδιά του προβλήματος και καταπιάνεται με τα σημερινά προβλήματα του Έλληνα ή -αν θέλετε- του λεγόμενου σύγχρονου, παγκοσμιοποιημένου ανθρώπου. Δυστυχώς, σήμερα δεν υπάρχουν πολλοί πνευματικοί άνθρωποι που να αντιστέκονται με τον λόγο τους, γραπτό ή προφορικό, στο τέρας του «life style» που μας καταπίνει… αμάσητους!
// Ποιο είναι το νόημα της ζωής; Αναφέρεται σε ένα ποίημά σας: «Μια ζωή ”shopping therapy” με ανθρώπους να πεθαίνουν από ασφυξία με μια σακούλα του ”ZARA” στο κεφάλι». Τώρα που η ύλη μάς τελείωσε, πού μπορούμε να επενδύσουμε;
Έχουμε εγκλωβιστεί σε μια ψεύτικη εικόνα που έχει φτιάξει ο καθένας για τον εαυτό του και το μόνο που καταφέρνουμε είναι να γινόμαστε… «σούργελα». Οι -από τη φύση τους- καστανές και μελαχρινές Ελληνίδες αναγκάστηκαν όλα αυτά τα χρόνια, που ανθεί στη χώρα μας η καλοστημένη «επιχείρηση της μεταλλαγμένης ξανθιάς» -με τα μπότοξ στα χείλια και τα στήθη… τούμπανο- να γίνουν κακέκτυπα Σουηδέζας και Δανέζας. Αλλά και τα νεαρά αγόρια, που είναι τίγκα στα tattoos -λες και πρόκειται για… σημαδεμένη γενιά-, με τα γένια, που πολλές φορές θυμίζουν καθολικούς παπάδες και την αγωνία να βγουν το καλοκαίρι με «six pack» κοιλιακούς. Γι’ αυτό όλο τον χειμώνα χτυπιούνται στα γυμναστήρια, για να παρουσιάσουν τη δική τους extreme εικόνα.
// Μιλάτε για τις ρυτίδες της ψυχής, που είναι οι χειρότερες: «Δεν τραβιούνται από κανένα νυστέρι, μόνο με το χαμόγελο γιατρεύονται». Πώς μπορούμε να κάνουμε «μπότοξ» στην ψυχή μας;
Με το αλλάξουμε τρόπο ζωής. Ο καθένας ας ψάξει να βρει τι είναι αυτό που τον ευχαριστεί πραγματικά και να σταματήσει να κάνει πράγματα μόνο και μόνο για τη φιγούρα, δηλαδή για τους άλλους. Εκφράσεις όπως «τι θα πουν οι άλλοι», «να μπω στο μάτι των άλλων», «γιατί ο άλλος και όχι εγώ», πρέπει να σβηστούν από το λεξιλόγιό μας. Πρέπει να ζούμε για τον εαυτό μας και όχι για τους άλλους. Ειδάλλως, η κατάθλιψη και τα άλλα ψυχικά νοσήματα καραδοκούν…
// «Σε ένα πεζόδρομο της Αθήνας, μια ανθισμένη λεμονιά έφερε φέτος την άνοιξη. Οι περαστικοί δεν βλέπουν τίποτα μπροστά τους εκτός από το χρήμα». Τι φταίει και χάνουμε τα άνθη της λεμονιάς σύμφωνα με τους στίχους σας;
Είναι αυτό που σας έλεγα πιο πριν. Για να δεις τις ανθισμένες λεμονιές πρέπει να κάνεις ανέμελους περιπάτους με τα μάτια ανοιχτά και καλή διάθεση. Κι αυτό προϋποθέτει ελεύθερο χρόνο, αλλά πού να βρει χρόνο για τέτοιες βόλτες ο -με ή χωρίς την οικονομική κρίση- …τρελαμένος Αθηναίος.
// «Η χώρα τους είναι η google και η πατρίδα τους το youtube. Που δεν χρειάζεται να μας κατασκοπεύσει και να μας φτιάξει κρυφούς φακέλους προσωπικών δεδομένων. Αυτοφακελώνομαστε», γράφετε σε ένα ποίημά σας. Πώς βλέπετε τη νέα γενιά του facebook;
Δεν είμαι οπισθοδρομικός. Και το google και το youtube και το twitter και το facebook είναι εργαλεία της σημερινής ιντερνετικής εποχής που σε πολλά σου λύνει τα χέρια. Όμως άλλο αυτό κι άλλο να λες «έχω 2.000 φίλους στο facebook», από τους οποίους δεν γνωρίζεις κανέναν από κοντά κι όμως βγάζεις τα εσώψυχά σου μαζί τους -πολλές φορές με πολύ αποκαλυπτικό τρόπο και προσωπικές φωτογραφίες- σε μια άψυχη ηλεκτρονική σελίδα, στην οποία μπορεί να μπει κάθε καρυδιάς καρύδι.
// Γράφετε: «Το βραδινό μενού έχει και σήμερα τηλεσκουπίδια. Και η ελληνική γλώσσα χαμένη». Η τηλεόραση αντικαθιστά την εκπαίδευση; Τι έχετε να πείτε για την παιδεία σήμερα και τη σημερινή τηλεόραση;
Στο ίδιο ποίημά μου αναφέρω ότι «γεμίσαμε πανεπιστήμια για φοιτητές – μελλοντικούς παίκτες σε ξενόφερτα μουσικά realities…». Δεν είδατε τι έγινε πέρυσι και φέτος με το «The Voice», αλλά και παλιότερα με άλλα τηλεοπτικά μουσικά προγράμματα; Αμέτρητα νέα παιδιά για να συμμετάσχουν σε αυτά τα διαγωνιστικά σόου με σκοπό να γίνουν τραγουδιστές. Κατ’ αρχάς, οφείλουμε να παραδεχτούμε την πλύση εγκεφάλου που έχουν υποστεί όλα αυτά τα νεαρά παιδιά, τα οποία είναι γεννημένα από το 1990 και μετά, όταν και ξεκίνησε η ιδιωτική τηλεόραση. Τότε που μεσουρανούσε η μεγάλη… τηλε-αποχαυνώτρια Ρούλα Κορομηλά με τους «Πρωινούς καφέδες», τα «Ciao» και τα «Bravo» της για να παραδώσει στη συνέχεια τη σκυτάλη στην πιο… οξυζεναρισμένη τηλεπερσόνα της ελληνικής tv, την Ελένη Μενεγάκη, η οποία συνεχίζει απτόητη τον δρόμο που χάραξε στα μέσα της δεκαετίας του ’90. Ποιος είναι αυτός; Ο δρόμος μιας… γιαλαντζί «Βarbie», με extension μαλλιά, που προωθεί παραμύθια της Χαλιμάς, ακόμη και σήμερα με την οικονομική κρίση να έχει χτυπήσει πολύ κόσμο, που δεν έχει ούτε τα προς το ζην. Όλες τις τουρκομπαρόκ σειρές φάγαμε στη μάπα τόσα χρόνια.
// Γράψατε βιβλία για την Αλίκη Βουγιουκλάκη, για τη Φίνος Φιλμ, την Άννα Βίσση αλλά και δύο σημαντικά βιβλία «Το Βατερλό ενός κοσμικογράφου» και τα «Μεγάλα αστέρια πέφτουν ανάσκελα». Τι είχαν οι σταρ του παρελθόντος που δεν έχουν οι σημερινοί;
Άλλα εκείνα τα καλλιτεχνικά μεγέθη, μιλάμε για πηγαία και πολύ μεγάλα ταλέντα, με τη δική του σφραγίδα το καθένα… Τι σχέση έχουν, ας πούμε, η Αλίκη Βουγιουκλάκη με την Κατερίνα Παπουτσάκη, που την υποδύθηκε και στο «γυαλί», η Πόλυ Πάνου με τη Μελίνα Ασλανίδου που έγινε γνωστή με το κομμάτι της πρώτης «Τι σου’ κανα και πίνεις», ο Γιάννης Πουλόπουλος με τον Γιάννη Πλούταρχο, που μπήκε στο τραγούδι μιμούμενος τον πρώτο, ο Φοίβος, που έγραψε ένα σωρό σουξέ στο… γόνατο (με τα κομπιούτερ εννοώ) κι έβγαλε «διάττοντες αστέρες» για δύο-τρεις σεζόν, με τον Σταύρο Ξαρχάκο, που συνέθεσε εμπνευσμένα τραγούδια, τα οποία παίχτηκαν στο στούντιο από καταξιωμένους μουσικούς και τραγουδήθηκαν από αληθινές φωνάρες; Ανήκω στους τυχερούς που γνώρισαν όλα αυτά τα μεγαθήρια της τέχνης και θλίβομαι που από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 μέχρι σήμερα βγαίνουν κυρίως καλλιτέχνες μόνο κατ’ όνομα και, βέβαια, απίστευτα ψώνια… Έχοντας τριάντα πέντε χρόνια στο καλλιτεχνικό ρεπορτάζ, πάρα πολλές φορές έχω αναφερθεί -με ονόματα παρακαλώ-, είτε στην τηλεόραση είτε στον Τύπο, σε όλους αυτούς τους δήθεν καλλιτέχνες και στα κυκλώματα που τους προωθούν γιατί θέλω να τα έχω καλά με τον εαυτό μου. «Έχω ευχαριστηθεί να λέω τη γνώμη μου. Έξω από τα δόντια. Όλοι μου λένε πως γερνάω καλά, είναι που κανακεύω τα κύτταρά μου με την γλώσσα της καρδιάς», γράφω σε ένα από τα ποιήματά μου και το εννοώ.