Εσωτερικό και εξωτερικό μέτωπο
Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει ακόμη αναπτύξει στους κόλπους της ικανές πολιτικές δυνάμεις και ηγεσίες που να είναι σε θέση να αμφισβητήσουν αποτελεσματικά τη σημερινή πορεία της Ευρώπης, η οποία την απομακρύνει, ολοένα και περισσότερο, από την ιδέα μιας ανεξάρτητης Ευρώπης, Συμπολιτείας εθνικών κρατών.
Αντί η Ευρώπη να γίνει παράδειγμα μιας νέου τύπου υπερεθνικής ενότητας, με βάση την ισοτιμία, τον αλληλοσεβασμό, το κοινωνικό κράτος, τη δημοκρατική λειτουργία και την κοινή ανάπτυξη και προοπτική, εξελίσσεται σ’ ένα κακέκτυπο του Αμερικανικού προτύπου, με κοινό παρονομαστή την κυριαρχία των αγορών και την παγκοσμιοποίηση. Με την πολύ σημαντική διαφορά επίσης ότι οι ΗΠΑ συνιστούν μια πραγματική πολιτική Ένωση, οι Πολιτείες τους δεν αποτελούν χωριστά έθνη και εθνικά κράτη και το ενιαίο νόμισμά τους βασίζεται σε μία πολιτική βούληση που απορρέει από την πολιτική ένωση της χώρας και από τον διεθνή ρόλο που διαδραματίζει το δολάριο.
Η πραγματική πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης υποκαθίσταται από μια ψευδεπίγραφη πολιτική ενοποίηση, που αφορά ουσιαστικά μόνο την αγορά και η οποία επιδεινώνει το δημοκρατικό έλλειμμα και την υφαρπαγή εθνικής κυριαρχίας των εθνικών κρατών προς όφελος μιας μεταεθνικής Ευρώπης. Η τελευταία έχει ως έμβλημα την κυριαρχία των υπερεθνικών χρηματιστικών αγορών και τη σταδιακή αποδόμηση των Ευρωπαϊκών εθνικών κρατών.
Η Ευρώπη αυτή, αντί να εξελιχθεί σ’ έναν ανεξάρτητο πόλο στη διεθνή σκηνή, μετατρέπεται σε υποτακτικό εταίρο της Αμερικανικής ηγεμονίας, η οποία έχει αναγάγει την παγκοσμιοποίηση σε προνομιακό όχημα υπερφίαλων κυριαρχικών φιλοδοξιών. Η ρήξη με τη Ρωσία και η αναδημιουργία του Ρωσικού κινδύνου στην Ευρώπη έγινε αναγκαία για τη σταθερή υπαγωγή της Ευρώπης στην Αμερικανική ηγεμονία, με άλλοθι την «προστασία» της από τον Ρωσικό κίνδυνο.
Η Ευρώπη, με την πολιτική αυτή, ακυρώνει την προοπτική για μια σχετική γεωπολιτική αυτονομία, χάνει τη δυνατότητα να ασκεί μια θετική, μετριοπαθή επιρροή στις ακραίες πολιτικές των ΗΠΑ, που εμπνέονται από μεγαλεπήβολες γεωπολιτικές θεωρήσεις του κόσμου, και διαψεύδει την ελπίδα της εξελίξεώς της σε ένα πρότυπο και ένα παράδειγμα που θα εμπνέει, με τις αρχές και τις αξίες του, τον άλλο κόσμο. Επιπλέον, δημιουργεί τον πραγματικό κίνδυνο μιας νέας, παρατεταμένης πολεμικής συρράξεως στην Ευρώπη, με αφορμή και επίκεντρο την Ουκρανία.
Η ανάδυση της Γερμανίας ως ηγεμονικής δυνάμεως της Ευρωπαϊκής Ενώσεως δεν είναι παράδοξη. Είναι η αναπόφευκτη συνέπεια του οικονομικού της βάρους σε συνδυασμό με τον περιορισμό της πολιτικής ενώσεως μόνο στην κοινή αγορά. Τα ανοιχτά σύνορα, χωρίς πολιτικά αντισταθμίσματα που να εγγυώνται την κοινή ανάπτυξη και ισοτιμία των χωρών – μελών, καταλήγουν σε κυριαρχία και ηγεμονία των ισχυροτέρων και σε καταστροφή της εθνικής παραγωγής των ασθενεστέρων. Η κατάσταση αυτή επιδεινώνεται από το ενιαίο νόμισμα, που προσδιορίζεται εκ των πραγμάτων από τις ισχυρότερες οικονομίες. Επιδεινώνεται επίσης από την άκριτη παγκοσμιοποίηση, που πλήττει καταλυτικά τις λιγότερο ανταγωνιστικές οικονομίες.
Υπό τις συνθήκες αυτές, η Γερμανική ηγεσία εμμένει στις γνωστές πολιτικές της, γιατί πιστεύει ότι οποιαδήποτε χαλάρωση θα άνοιγε ρωγμές στο οικοδόμημα που υποστηρίζει τα Γερμανικά συμφέροντα και την ηγεμονική θέση της Γερμανίας στην Ευρώπη.
Η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με αυτή την αδιαλλαξία, που δεν επιτρέπει την επίλυση του Ελληνικού προβλήματος κατά τρόπο που να διανοίγει την προοπτική της αναπτύξεως και της εξόδου από την κρίση. Τις μέρες αυτές κορυφώνονται οι συζητήσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως και οι αναζητήσεις εναλλακτικών δυνατοτήτων που προσφέρονται στην Ελλάδα, κατά πρώτο λόγο, μέσα από τη σύσφιγξη των σχέσεων με τη Ρωσία του Πούτιν, παρά τις γνωστές πιέσεις και αντιρρήσεις των ΗΠΑ.
Αναμένοντας τις εξελίξεις στο μέτωπο αυτό, είναι θλιβερό να παρακολουθεί κανείς γεγονότα και πολιτικές στο εσωτερικό, που αποτελούν ύβρη στην κοινή λογική και διασπούν επικίνδυνα την επιδιωκόμενη εθνική ενότητα και ομοψυχία στη σημερινή δύσκολη συγκυρία.
Δεν πρέπει, άλλωστε, στο σημείο αυτό να λησμονείται και ο λανθάνων προς στιγμή Τουρκικός παράγων, που μπορεί να προκαλέσει αιφνιδίως νέα Ελληνο-Τουρκική κρίση. Είναι ενδεικτική από την άποψη αυτή η επίσημη προβολή Τουρκικής διεκδικήσεως 16 Ελληνικών νησιών από το Αιγαίο μέχρι την Κρήτη και η απειλή ότι η «επανάκτησή» τους μπορεί να επιδιωχθεί με «στρατιωτικά μέτρα»! Με τα δεδομένα, λοιπόν, αυτά, η πολιτική της απεριόριστης ανοχής παρανόμων πράξεων, που δημιουργούν την εντύπωση αναρχίας και ανομίας στη χώρα, είναι απαράδεκτη. Θέτει, επίσης, πολλά ερωτηματικά η μελετώμενη πρωτοβουλία του υπουργού Δικαιοσύνης να προχωρήσει σε μαζική αποφυλάκιση ποινικών καταδίκων, που υπερβαίνει κάθε έννοια καλώς νοούμενης επιείκειας και εναλλακτικού σωφρονισμού. Θέτει, επίσης, ερωτήματα για τα όρια, που πρέπει να είναι σεβαστά, μεταξύ Δικαιοσύνης και εκτελεστικής εξουσίας.
Παρόμοια ερωτήματα θέτουν επίσης οι πολιτικές σε δύο άλλους τομείς: Στον έλεγχο της λαθρομεταναστεύσεως και στην «ιδεολογική» πολιτική στον χώρο της Παιδείας. Η λαθρομετανάστευση είναι βόμβα που μπορεί να έχει ανυπολόγιστες συνέπειες στη χώρα, εάν δεν ελεγχθεί εγκαίρως χωρίς ιδεοληψίες και αυταπάτες.
Σε ό,τι αφορά την παιδεία, είναι αδιανόητο ο υπουργός Παιδείας να στέλνει εγκύκλιο στα σχολεία για την 25η Μαρτίου, με την οποία να αμφισβητεί ουσιαστικά την Ελληνική ιστορική συνέχεια και να υποστηρίζει ότι η σημερινή Ελλάδα δημιουργήθηκε ως έθνος μετά την Επανάσταση του 1821! Κατά τον υπουργό Παιδείας, οι σημερινοί Έλληνες είναι νεότεροι ως έθνος και από τους Αμερικανούς! Με την ίδια λογική, οι Κούρδοι, π.χ., που δεν έχουν ακόμη επιτύχει την εθνική τους αποκατάσταση, με τη δημιουργία κράτους, δεν υπάρχουν ως έθνος. Αιδώς, Αργείοι.