ΠΕΡΑΣΑΜΕ ΤΟΝ ΚΑΒΟ
Ωστόσο, ο χρόνος μέσα στον οποίο πρέπει να δράσει η κυβέρνηση είναι περιορισμένος. Το αργότερο μέχρι το τέλος της εβδομάδας θα πρέπει να έχει υποβάλει πακέτο με συγκεκριμένες και προπάντων κοστολογημένες μεταρρυθμίσεις. Ούτως ώστε την επόμενη στιγμή να συνεδριάσει το Eurogroup και να ανάψει το «πράσινο φως» για την εκταμίευση της δόσης, χρήματα που τα έχει μεγάλη ανάγκη η χώρα δεδομένου ότι τα ταμειακά διαθέσιμα βρίσκονται σε οριακό σημείο.
Στο Μέγαρο Μαξίμου αναγνωρίζουν τις δυσκολίες του εγχειρήματος, εμφανίζονται ωστόσο αισιόδοξοι ότι όλα θα εξελιχθούν καλά και μέχρι το τέλος του μήνα η υπόθεση θα έχει κλείσει με θετικό τρόπο για τη χώρα μας.
Αντίστροφη μέτρηση προκειμένου να επανέλθουν οι διαπραγματεύσεις στη σωστή τροχιά, καθώς η εξοργιστική τακτική των τεχνικών κλιμακίων τις οδηγούσε σε βέβαιο εκτροχιασμό, σήμανε η πολύωρη συνάντηση κορυφής στις Βρυξέλλες.
Κατά τη διάρκειά της ο κ. Τσίπρας υπερασπίσθηκε με σθένος τις ελληνικές θέσεις και κατάφερε αυτό που είχε στόχο, αλλά αρχικά φαινόταν ακατόρθωτο, να συζητηθεί και να επιλυθεί το οικονομικό πρόβλημα της χώρας σε πολιτικό και όχι σε τεχνοκρατικό επίπεδο.
Στο εξής, λοιπόν, η πολιτική διαπραγμάτευση θα γίνεται κάθε φορά στις Βρυξέλλες και τα τεχνικά κλιμάκια που θα έρχονται στην Αθήνα θα περιορίζονται στη συγκέντρωση στοιχείων και μόνο. Δεν θα έχουν, δηλαδή, το δικαίωμα να δίνουν εντολές, να θέτουν ζητήματα και να προβάλλουν αξιώσεις, όπως ακριβώς έκαναν τις προηγούμενες ημέρες, οδηγώντας τις διαπραγματεύσεις σε πλήρες αδιέξοδο.
Καθοριστικό ρόλο στην εξομάλυνση της κατάστασης και στην υποχώρηση της έντασης στις σχέσεις μεταξύ κυβέρνησης και δανειστών διαδραμάτισε το ότι στη φάση αυτή δεν είχαν την παραμικρή ανάμειξη οι Β. Σόιμπλε και Γ. Βαρουφάκης. Η οξύτατη και εκτός ορίων σε ορισμένες περιπτώσεις διαμάχη τους είχε οδηγήσει στα πρόθυρα της οριστικής ρήξης τις σχέσεις Αθήνας – Βερολίνου και είχε, όπως ήταν φυσικό, επιπτώσεις και στο κλίμα των διαπραγματεύσεων. Άνγκ. Μέρκελ και Αλ. Τσίπρας ταξίδεψαν στις Βρυξέλλες χωρίς τους κ. Σόιμπλε και Βαρουφάκη, ενώ και οι δύο πλευρές επέβαλαν, πρόσκαιρο έστω, σιωπητήριο στους υπουργούς Οικονομικών.
Πληροφορίες από κυβερνητικές πηγές, μάλιστα, κάνουν λόγο για σταδιακή αποδυνάμωση του ρόλου του κ. Βαρουφάκη, ενώ πιο ενεργό ρόλο θα έχουν στο εξής ο αντιπρόεδρος Γ. Δραγασάκης και ο υπουργός Οικονομίας Γ. Σταθάκης. Πολιτικοί και οικονομικοί παράγοντες στην Αθήνα επιρρίπτουν σοβαρές ευθύνες στον κ. Βαρουφάκη για τη μεγάλη καθυστέρηση που υπάρχει στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές.
Ότι, δηλαδή, με την τακτική που ακολούθησε αλλά και με τους ατυχείς χειρισμούς του χάθηκε ένας ολόκληρος μήνας, με πολλαπλές συνέπειες για την ελληνική οικονομία. Ακόμη, επισημαίνουν ότι με την εν γένει συμπεριφορά του συνετέλεσε στο να χάσει σε μια κρίσιμη στιγμή η χώρα μας παραδοσιακούς συμμάχους, που ήταν απαραίτητοι στις δύσκολες διαπραγματεύσεις με τους δανειστές.
Ενώ, με τον κατακλυσμό συνεντεύξεων, δηλώσεων και δημόσιων αντιπαραθέσεων, αντί να βελτιώσει την εικόνα της χώρας διεθνώς, την επιδείνωσε, στα όρια του «χλευασμού» σε κάποιες περιπτώσεις. Δεν είναι τυχαίο το ότι πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν θέσει, εμμέσως ή ευθέως, θέμα αντικατάστασής του.
Το ζήτησαν Άνγκ. Μέρκελ και Φρ. Ολάντ από τον Αλ. Τσίπρα κατά τη διάρκεια της συνάντησης κορυφής στις Βρυξέλλες.
***
Ας τα βλέπει ο Σαμαράς – 2 δισ. από τον Γιούνκερ
Η ανακοίνωση του Ζαν Κλοντ Γιούνκερ ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα διαθέσει ποσό της τάξεως των 2 δισ. ευρώ για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης στην Ελλάδα συνιστά μια σημαντική επιτυχία της κυβέρνησης, και προσωπικά του πρωθυπουργού Αλ. Τσίπρα, καθώς είναι αποτέλεσμα και των σκληρών διαπραγματεύσεών του με τους ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συνιστά ακόμη ένα μήνυμα, ότι μέσω της υπεύθυνης και σθεναρής στάσης μπορεί μια κυβέρνηση, ένας πρωθυπουργός, να πετύχει πολλά προς το συμφέρον της χώρας και των πολιτών. Παράλληλα, υπογραμμίζει τις ευθύνες των προηγούμενων κυβερνήσεων (ΝΔ – ΠΑΣΟΚ) και πρωθυπουργών, κυρίως δε του Αντ. Σαμαρά, για την αδράνεια (αδιαφορία) που επέδειξαν στο μείζον ζήτημα της ανθρωπιστικής κρίσης στην Ελλάδα. Κι αυτό παρότι η κρίση αυτή είναι αποτέλεσμα της μνημονιακής, αντιλαϊκής πολιτικής που εφάρμοσαν μέχρι τις 25 του περασμένου Ιανουαρίου. Τους απασχολούσε περισσότερο η εκτέλεση των εντολών της «τρόικας» και η υλοποίηση των αλλεπάλληλων επώδυνων μέτρων, και λιγότερο η τραγική κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει η κοινωνία λόγω των προβλημάτων που αντιμετώπιζε. Αν οι προηγούμενες κυβερνήσεις είχαν διεκδικήσει χρήματα για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, θα μπορούσαν να προσφέρουν μια μικρή έστω ανακούφιση στους πολίτες που είχαν πληγεί περισσότερο από τη σκληρή λιτότητα. Κάτι που θα μπορέσει ασφαλώς να κάνει η σημερινή κυβέρνηση με τα 2 δισ. που θα πάρει από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Οι συγκρίσεις μεταξύ των πρώην και των νυν είναι καταλυτικές…