Ευχαριστούμε, δεν θα πάρουμε

Κυρίαρχη επιλογή της ισλανδικής κοινωνίας στην κρίση του 2008 ήταν η απαίτηση για τη συμμετοχή των πολιτών στη λήψη των αποφάσεων. Οι Ισλανδοί σε δύο συνεχή δημοψηφίσματα αρνήθηκαν να αναλάβουν τις υποχρεώσεις των χρεοκοπημένων ιδιωτικών ισλανδικών τραπεζών στο εξωτερικό. Εν μέσω κρίσης ξαναέγραψαν οι ίδιοι το Σύνταγμά τους. Και πέρυσι, όταν η κυβέρνηση προσπάθησε να περάσει νομοσχέδιο που θα έβαζε τέλος στην ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, βγήκαν στους δρόμους. Όχι γιατί θέλουν να μπουν στην ΕΕ. Αλλά γιατί απαιτούν να λαμβάνεται η γνώμη τους πριν από μια τέτοια απόφαση. Σύμφωνα με όλες τις τελευταίες μετρήσεις είναι τα 2/3 της ισλανδικής κοινωνίας που ζητούν δημοψήφισμα.

Την ίδια ώρα το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης, οι Σοσιαλδημοκράτες, (που είχαν υποβάλει και το αίτημα για ένταξη το 2009), τονίζουν ότι η απόφαση τερματισμού όφειλε να έχει τουλάχιστον περάσει από το Κοινοβούλιο και ότι η επιστολή που απέστειλε η κυβέρνηση στην ΕΕ δεν δεσμεύει τη χώρα.

Σε όποια περίπτωση το πλήγμα για την ΕΕ είναι μεγάλο. Και μπορεί η Κομισιόν να δηλώνει ότι η πόρτα της Ένωσης παραμένει ανοικτή για την Ισλανδία και να αντιπαραθέτει τον αριθμό των χωρών που ακόμη επιθυμούν να ενταχθούν στην ΕΕ, αλλά είναι η πρώτη αναμφισβήτητη απόδειξη ότι το ευρωπαϊκό όνειρο έχει σταματήσει να είναι ελκυστικό.

Γιατί αφήνουν αμανάτι την ΕΕ οι Ισλανδοί

Κυρίαρχο ζήτημα, που δεν είχε μπει καν σε διαπραγμάτευση, παρότι 27 από τα 35 κεφάλαια για την ένταξη είχαν ανοιχθεί και οι συζητήσεις για τα 11 από αυτά είχαν ολοκληρωθεί, είναι η αλιευτική πολιτική της ΕΕ.

Στις δεκαετίες του ’50 και του ’70, στους «πόλεμους του μπακαλιάρου», οι συγκρούσεις ανάμεσα στην ισλανδική Ακτοφυλακή και τα βρετανικά αλιευτικά σκάφη ήταν σφοδρές καθώς η Ισλανδία επέκτεινε σταδιακά τα χωρικά της ύδατα και περιφρουρούσε το αποκλειστικό της δικαίωμα στην αλιεία στα νερά αυτά. Η διαμάχη ανάμεσα στις δύο χώρες έληξε τελικά το 1976 με τη βρετανική κυβέρνηση να αποδέχεται τα 200 ναυτικών μιλίων ισλανδικά χωρικά ύδατα.

Η αλιευτική βιομηχανία αποτελεί διαχρονικά τον κύριο τομέα παραγωγής για την ισλανδική οικονομία. Στο πλαίσιο αυτό κανείς στη χώρα δεν διανοείται να αποδεχθεί ούτε τις ποσοστώσεις σε αριθμούς και είδη προς αλίευση που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ούτε την παρουσία αλιευτικών στόλων άλλων ευρωπαϊκών χωρών στα ισλανδικά νερά.

Σημαντική είναι επίσης η αντίδραση των γεωργών της χώρας που στηρίζονται σε μεγάλο μέρος σε κρατικές επιδοτήσεις και σε περίπτωση ένταξης της χώρας στην ΕΕ θα υποστούν σημαντικό πλήγμα.

Το ίδιο σημαντική όμως φαίνεται να είναι πλέον για τους Ισλανδούς η διατήρηση της ανεξαρτησίας τους. Οι Ισλανδοί δοκίμασαν τη δική τους συνταγή για την έξοδο από την κρίση, κόντρα σε όσα η ΕΕ και άλλες ευρωπαϊκές χώρες απαιτούσαν, καθώς τους ασκήθηκε τεράστια πίεση (μην ξεχνάμε ότι τους απειλούσαν ότι θα γίνουν η Κούβα του ευρωπαϊκού Βορρά) και πέτυχαν. Βλέπουν την απώλεια κυριαρχίας που έχει επέλθει στην Ελλάδα και τις υπόλοιπες χώρες που βρίσκονται σε «πρόγραμμα», την επικυριαρχία των Βρυξελλών και την ηγεμονική συμπεριφορά της Γερμανίας. Και καταλήγουν ότι δεν είναι γι’ αυτούς.

Δεν είναι όλα ροζ στην Ισλανδία

Μπορεί η Ισλανδία σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις να ανακάμπτει, αλλά η λύση δεν ήταν αναίμακτη. Κόστισε το 44% του ΑΕΠ και έφερε μια αύξηση του δημόσιου χρέους κατά 72%. Αυτό που στην Ελλάδα δεν φαίνεται να είναι γνωστό είναι ότι και η Ισλανδία μπήκε σε πρόγραμμα του ΔΝΤ και δανειοδοτήθηκε. Υπήρξαν περιοριστικές πολιτικές, πολύ ηπιότερες από αυτές που εφαρμόστηκαν στην Ελλάδα και τον ευρωπαϊκό Νότο, αλλά πέρασε και η Ισλανδία τη δική της λιτότητα. Τη διάλεξε όμως η ίδια, διαφυλάττοντας τον κοινωνικό ιστό και τα κεκτημένα της χώρας. Βεβαίως η τότε κυβέρνηση πλήρωσε τις πολιτικές λιτότητας, καθώς οι Σοσιαλδημοκράτες έχασαν τις εκλογές του 2013 παρότι είχαν καταφέρει να βγάλουν τη χώρα από την κρίση.

Παρ’ όλα αυτά στην Ισλανδία οι μισθοί παραμένουν χαμηλοί (για τα προ κρίσης επίπεδα). Η ανεργία έχει πέσει κάτω από το 4% αλλά δεν υπάρχουν, ιδιαίτερα για τη νεολαία, δουλειές με προοπτικές. Παρότι κατά το 2010-11 πολλά από τα στεγαστικά δάνεια του πληθυσμού κουρεύτηκαν σημαντικά (κυρίως όσα ξεπερνούσαν το 110% της αξίας του ακινήτου), σήμερα πολλοί Ισλανδοί έχουν καταλήξει να χρωστάνε περισσότερα από όσα αρχικά δανείστηκαν, έχουν δύο και τρεις δουλειές και δουλεύουν κατά μέσο όρο 60-70 ώρες την εβδομάδα για να διατηρήσουν το υψηλό, κατά γενική ομολογία, επίπεδο ζωής τους.

Αναμενόμενα εξακολουθεί να υπάρχει δυσαρέσκεια και παρατηρείται μια αργή αλλά σταθερή μετακίνηση του πληθυσμού υπέρ του κόμματος των Πειρατών, που από το 5% το 2013 συγκεντρώνει σήμερα την προτίμηση του 15%, με ανοδική τάση, σημειώνοντας μοναδική για τα ευρωπαϊκά δεδομένα επιτυχία (τα κόμματα των πειρατών στην Ευρώπη έχουν πολύ χαμηλότερα ποσοστά, υποστηρίζουν τα ατομικά δικαιώματα, την άμεση και συμμετοχική δημοκρατία, την ελεύθερη κυκλοφορία της γνώσης και του περιεχομένου και την ελευθερία του Τύπου, τη διαφάνεια και την καταπολέμηση της διαφθοράς).

Θα τους βουλιάξουν οι κερδοσκόποι;

Η Ισλανδία με το ξεκίνημα της κρίσης επέβαλε περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων ώστε να αποφύγει μια δραματική φυγή κεφαλαίων που θα επέφερε άναρχη υποτίμηση του νομίσματος και κατάρρευση της οικονομίας. Σήμερα οι περιορισμοί αυτοί έχουν καταλήξει να λειτουργούν αντίστροφα, κάνοντας απαγορευτικές στην ουσία τις ξένες επενδύσεις και την εισροή κεφαλαίων από το εξωτερικό για την ανάπτυξη των ισλανδικών επιχειρήσεων.

Την ίδια στιγμή στη χώρα βρίσκονται «παγιδευμένα» (λόγω των περιορισμών στην κίνηση) κεφάλαια που είχαν επενδυθεί σε χρηματοδοτικά προϊόντα των τραπεζών που χρεοκόπησαν. Τα κεφάλαια αυτά, καθώς προχωρά η εκκαθάριση, αναμένεται να διατεθούν σε όσους έχουν στα χέρια τους σχετικούς τίτλους που, στην πλειοψηφία τους, είναι πλέον κερδοσκοπικά επενδυτικά σχήματα. Όταν αυτό συμβεί υπάρχουν φόβοι για μια διαρροή κεφαλαίων που θα φτάσει στο 45% ή ακόμη και στο 100% του ισλανδικού ΑΕΠ επιφέροντας στην ισλανδική οικονομία ένα πλήγμα που δύσκολα θα ξεπεραστεί.

Η σημερινή κυβέρνηση, παρότι εξελέγη με μια έντονη ρητορική κατά όσων έχουν στα χέρια τους το χρέος αυτό, υποσχόμενη ότι το μεγαλύτερο κομμάτι των κεφαλαίων θα έμενε στη χώρα, φαίνεται να έχει ξεμείνει από λύσεις και να φοβάται το πολιτικό κόστος οποιασδήποτε απόφασης. Και όλοι, εντός και εκτός Ισλανδίας, αναμένουν το τι τελικά θα κάνει. Σύμφωνα λοιπόν με όλα τα φαινόμενα, στην Ισλανδία δεν έχει τελειώσει οριστικά η κρίση.


Σχολιάστε εδώ