ΥΠΕΞ: Στα βαθιά νερά των ελληνοτουρκικών και του Κυπριακού

Όμως το επεισόδιο στο Αιγαίο με τη «λάθος» NOTAM της Τουρκίας, η πρόταση της Άγκυρας για διαπραγμάτευση νέων Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και το γεγονός ότι πλησιάζει η 6η Απριλίου, οπότε λήγει τυπικά η περίφημη Navtex της Τουρκίας για έρευνες του «Barbaros» στην ΑΟΖ της Κύπρου, φέρνουν στην κορυφή της ατζέντας των επόμενων εβδομάδων τα δύο μεγάλα θέματα της εξωτερικής πολιτικής της χώρας.

Όσον αφορά το Αιγαίο, η κυβέρνηση και ο υπουργός Εξωτερικών Ν. Κοτζιάς φαίνεται να επιλέγουν την πεπατημένη -και χωρίς απρόβλεπτα και εκπλήξεις- μέθοδο των ΜΟΕ, μια τακτική που αγαπούν και συστήνουν οι πανεπιστημιακοί (όπως είναι και ο ίδιος) και την οποία ακολούθησε με συνέπεια και επιμονή ο Γ. Παπανδρέου ως υπουργός Εξωτερικών, αλλά και οι μετέπειτα υπουργοί Εξωτερικών και Άμυνας.

Μετά το μνημόνιο Παπούλια – Γιλμάζ (1988), το οποίο φυσικά ποτέ δεν εφαρμόσθηκε πλήρως, με υπαιτιότητα κυρίως της Τουρκίας, υπήρξε ένα πραγματικό «κύμα» ΜΟΕ που υιοθέτησαν οι δύο χώρες -ειδικά μετά το 1999-, από τη διασύνδεση των τηλεϊατρικών σταθμών στα νησιά με τις απέναντι τουρκικές αντίστοιχες ιατρικές μονάδες μέχρι τη διοργάνωση αγώνων ατομικών αθλημάτων μεταξύ των αξιωματικών των δύο χωρών.

Με εξαίρεση την κόκκινη τηλεφωνική γραμμή μεταξύ των δύο Αρχηγών ΓΕΕΘΑ, που αποδείχθηκε ιδιαίτερα χρήσιμη για την αποσόβηση κλιμάκωσης εντάσεων, τα υπόλοιπα ΜΟΕ αποδείχθηκαν αναποτελεσματικά για την ανάπτυξη εμπιστοσύνης.

Γιατί, πολύ απλά, η «εφεύρεση» των ΜΟΕ ήταν χρήσιμη κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου για τη διατήρηση διαύλων επικοινωνίας των δύο παγκοσμίων στρατοπέδων, είναι ωστόσο αμφίβολης αξίας στα ελληνοτουρκικά, όπου το πρόβλημα δεν είναι ψυχολογικό αλλά υπαρκτής αμφισβήτησης της εδαφικής κυριαρχίας ενός κράτους.

Ο κ. Κοτζιάς, έπειτα από ένα διάστημα που οι ελληνοτουρκικές σχέσεις παρέμειναν στάσιμες, με τη διατήρηση όμως των επικίνδυνων εξάρσεων στο Αιγαίο, αποφάσισε να ανταποκριθεί στο «παγωμένο» αίτημα των Τούρκων για έναρξη συνομιλιών για νέα ΜΟΕ.

Βεβαίως, οι υπηρεσιακοί παράγοντες θα έχουν ιδιαίτερα δύσκολη αποστολή για να προσαρμόσουν τις ιδέες και τις προτάσεις που θα υποβάλουν οι (πανεπιστημιακοί) σύμβουλοι του κ. Κοτζιά στα μέτρα των ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Εάν ο στόχος, βεβαίως, είναι να διατηρηθεί η επαφή και η διπλωματική όσμωση με την Τουρκία, τότε τα ΜΟΕ είναι ένα καλό πεδίο. Αλλά θα πρέπει να αποφευχθούν οι παγίδες που υπάρχουν στα στρατιωτικής φύσης ΜΟΕ, ειδικά αυτά που άπτονται των θεμάτων αμφισβήτησης της ελληνικής κυριαρχίας από την Τουρκία.

Συγκεκριμένα, η απαίτηση της Τουρκίας (μετά την απόσυρση της NOTAM και ενώ διατηρεί σε ισχύ δύο ακόμη NOTAM σε βόρειο και νοτιοανατολικό Αιγαίο) για έναρξη συνομιλιών για ΜΟΕ, με πρώτο αυτό της «αμοιβαίας» κατάργησης πεδίων βολής που δεσμεύουν μεγάλες περιοχές για μεγάλο διάστημα, είναι απολύτως προβληματική. Ουσιαστικά, η Άγκυρα ζητά ως αντάλλαγμα για το πεδίο βολής που θα υποχρεωθεί να ακυρώσει, να υπάρξει και αντίστοιχη κατάργηση ελληνικού πεδίου βολής στο Αιγαίο.

Στη συζήτηση όμως για τα πεδία βολής, αλλά και για τις ασκήσεις στο Αιγαίο, υπάρχει ο σοβαρότατος κίνδυνος να υπάρξει εμπλοκή στη συζήτηση τόσο για τις «γκρίζες ζώνες» όσο και για το εύρος του ελληνικού εναέριου χώρου, καθώς η Τουρκία θεωρεί ότι ο ελληνικός εναέριος χώρος μεταξύ 6 και 10 ν.μ. είναι διεθνής εναέριος χώρος. Επίσης οι διάδρομοι που συνδέουν την τουρκική ακτή με τον διεθνή χώρο στο κέντρο του Αιγαίου είναι ιδιαίτερα περιορισμένοι λόγω της αλληλουχίας των ελληνικών νησιών και αυτό είναι κάτι που αμφισβητεί επίσης η Τουρκία, επιμένοντας εδώ και τουλάχιστον δύο δεκαετίες για υιοθέτηση συστήματος αναγνώρισης «φίλιου αεροσκάφους» ώστε τα τουρκικά αεροσκάφη να εισέρχονται στον διεθνή εναέριο χώρο του Αιγαίου ανενόχλητα, με τρόπο όμως που «αφοπλίζεται» κάθε έννοια αεράμυνας των νησιών.

Κάθε αναμόχλευση θεμάτων πεδίων βολής, παραβιάσεων, κ.λπ., οδηγεί σε αυτό που επιδιώκει η Τουρκία, την αναμόχλευση δηλαδή της ιδιόμορφης, πράγματι, κατάστασης της μη ταύτισης του ελληνικού εναερίου χώρου των 10 ν.μ. με τα χωρικά ύδατα, που περιορίζονται σε 6 ν.μ., καθώς λόγω του casus belli καμία ελληνική κυβέρνηση δεν τόλμησε να τα επεκτείνει μέχρι τα 12 ν.μ. οπότε θα υπήρχε πλήρης ταύτιση χωρικών υδάτων και υπερκείμενου εθνικού εναέριου χώρου. Σημειωτέον ότι στην επιχειρηματολογία της η Άγκυρα έχει ισχυρό συνήγορο την αμερικανική θέση, που δεν αναγνωρίζει επίσης τον ελληνικό εναέριο χώρο των 10 ν.μ.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, τόσο ο κ. Κοτζιάς όσο και ο γ.γ. του ΥΠΕΞ Δ. Παρασκευόπουλος γνωρίζουν τις παγίδες που κρύβει μια διαδικασία όπως αυτή, αλλά έχουν και την εμπειρία που απαιτείται για να διαχειρισθούν αυτή τη δύσκολη περίοδο που ξεκινά στα ελληνοτουρκικά.

Αλλά και στο Κυπριακό τελειώνει το «διάλειμμα» που προκάλεσε η εισβολή του «Barbaros» στην κυπριακή ΑΟΖ, καθώς λήγει στις 6 Απριλίου η τουρκική Navtex και ήδη εκδηλώνονται οι πρώτες πιέσεις για την επανένταξη των συνομιλιών, παρακάμπτοντας τις ενστάσεις της κυπριακής κυβέρνησης ότι δεν αρκεί να λήξει η ισχύς της Navtex, αλλά θα πρέπει να ακυρωθεί ώστε να μην υπάρχει υπόνοια νομιμοποίησης της τουρκικής αμφισβήτησης. Την ίδια περίοδο αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί και το τρέχον πρόγραμμα γεωτρήσεων της Eni/Kogas στην κυπριακή ΑΟΖ, οπότε οι διεθνείς μεσολαβητές θεωρούν ότι υπάρχει καλή συγκυρία για την επανέναρξη των συνομιλιών μια και θα έχει ικανοποιηθεί έστω και τυπικά η προϋπόθεση που έχει θέσει η Τουρκία για αμοιβαία διακοπή των ερευνών.

Η κυπριακή κυβέρνηση θα βρεθεί σε ιδιαίτερα δυσχερή θέση, καθώς θα πρέπει να διαχειρισθεί ένα δύσκολο περιβάλλον όπου ο ξένος παράγοντας δεν έχει πια ιδιαίτερη υπομονή και δεν υποδέχεται θετικά την προσπάθεια της Λευκωσίας να απαλλαγεί από τη βαριά κληρονομιά των διαπραγματευτικών υποχωρήσεων του Δ. Χριστόφια αλλά και των προβληματικών αναφορών που υπήρχαν στο έγγραφο της 11ης Φεβρουαρίου 2014.

Κωνσταντίνος Τσάκαλος


Σχολιάστε εδώ