ΚΑΙ ΜΕΣΑ ΚΑΙ ΜΕ ΚΕΡΔΗ
Ακύρωσε και έστειλε στο καλάθι των αχρήστων τα «σκοτεινά σχέδια» του Βερολίνου και του Β. Σόιμπλε για την έξοδό μας από την Ευρωζώνη. Η μεγαλύτερη επιτυχία σε αυτό το πολυήμερο διαπραγματευτικό θρίλερ για την κυβέρνηση είναι το ότι κατάφερε να σταθεί όρθια, παρότι στην πραγματικότητα οι Γερμανοί και οι σύμμαχοί τους δεν έκαναν μόνο λυσσαλέα προσπάθεια για να επιβάλουν το Μνημόνιο σε μια κυβέρνηση που εκλέχθηκε για να το ανατρέψει, αλλά μπήκαν και σε έναν «βρώμικο πόλεμο», με στόχο να σβήσουν από τον ευρωπαϊκό χάρτη την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο κ. Βαρουφάκης δεν δίστασε να μιλήσει, στη συνέντευξη Τύπου μετά τη συνεδρίαση των υπουργών, για αυτόν τον «βρώμικο πόλεμο», με συνεχείς διαρροές και διασπορά φημών για τις τράπεζες, τις καταθέσεις και το ενδεχόμενο επιβολής περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, που στόχο είχαν να προκαλέσουν πανικό στους καταθέτες, να οδηγήσουν στην επιβολή περιορισμών στις αναλήψεις και, τελικά, να προκαλέσουν μια εσωτερική αναταραχή στην Ελλάδα, που θα οδηγούσε στην αντίστροφη μέτρηση για την πτώση της κυβέρνησης, επιβεβαιώνοντας και τους… θεωρητικούς της «αριστερής παρένθεσης».
Η λυσσαλέα προσπάθεια του Σόιμπλε να τορπιλίσει κάθε δυνατότητα αξιοπρεπούς συμβιβασμού, που τελικά δεν είχε επιτυχία, αυτόν ακριβώς τον στόχο εξυπηρετούσε: Να υποχρεωθεί η κυβέρνηση αυτήν την εβδομάδα να επιβάλει περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων, προκαλώντας θύελλα αντιδράσεων στην Ελλάδα, και να συρθεί ταπεινωμένη για να υπαγορεύσει όλους τους όρους του ο γερμανός υπουργός Οικονομικών. «Κάποιοι θέλουν την Ελλάδα γονατισμένη για να επιβάλουν όρους», όπως είπε εύστοχα την Πέμπτη ο Γιάννης Δραγασάκης.
Στην κυβέρνηση επικρατεί εύλογη ικανοποίηση, ενώ ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας εμφανίζεται αισιόδοξος ότι οι προσπάθειες θα συνεχισθούν και θα ολοκληρωθούν με επιτυχία. Γεγονός που -όπως υπογραμμίζει- θα βάλει την Ελλάδα σε τροχιά ανάκαμψης και ανάπτυξης, απαλλαγμένη από τα δεινά της ύφεσης και της λιτότητας. Καθοριστικό ρόλο για τη συμφωνία που επιτεύχθηκε το βράδυ της Παρασκευής στο Eurogroup διαδραμάτισε ο επικεφαλής της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, ο οποίος σταθερά το τελευταίο διάστημα υπερασπιζόταν τις θέσεις και τις προτάσεις της χώρας μας. Ενώ το κλίμα άλλαξε άρδην υπέρ της Ελλάδας μετά την τηλεφωνική επικοινωνία του Αλ. Τσίπρα με τη γερμανίδα καγκελάριο Άνγκ. Μέρκελ, λίγες ώρες πριν ξεκινήσει η συνεδρίαση του Eurogroup.
Η συμφωνία σηματοδοτεί το τέλος των πολιτικών του Μνημονίου, της «τρόικας» και των εξοντωτικών δεσμεύσεων που είχε αναλάβει η προηγούμενη κυβέρνηση. Με την παράταση της δανειακής σύμβασης κατά τέσσερις μήνες η κυβέρνηση ξεφεύγει από το ασφυκτικό πλαίσιο (μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου) που είχε ζητήσει η κυβέρνηση Σαμαρά και κερδίζει χρόνο για την ολοκλήρωση του μεταρρυθμιστικού προγράμματος. Δεν δεσμεύεται να υλοποιήσει υφεσιακά και με σημαντικό κοινωνικό κόστος μέτρα, όπως η μείωση των συντάξεων, η αύξηση του ΦΠΑ στα νησιά, που θα επέφερε ισχυρό πλήγμα στον τουρισμό εν όψει της νέας σεζόν κ.ά. Με τη συμφωνία η κυβέρνηση απαλλάσσεται από τις δεσμεύσεις που είχαν αναληφθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση σχετικά με το πλεόνασμα, το ύψος του οποίου θα υπολογίζεται κάθε χρόνο με βάση την πραγματική κατάσταση της οικονομίας. Το πρόβλημα ήταν ανυπέρβλητο αν υπολογίσει κανείς ότι η δέσμευση για το 2015 και το 2016 ήταν για πλεόνασμα της τάξεως των 5,7 και 7,5 δισ. αντίστοιχα. Μετά τη νέα συμφωνία τα ποσά θα μειωθούν κατά πολύ και ως εκ τούτου η κυβέρνηση θα μπορεί να διαθέσει χρήματα σε άλλες δράσεις ή για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης που έχει προκαλέσει η παρατεταμένη (πενταετής) πολιτική λιτότητας.
Με βάση τη συμφωνία τα 11 δισ. θα παραμείνουν στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και θα χρησιμοποιηθούν για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών (μπορούν να αξιοποιηθούν για τη διαγραφή των «κόκκινων δανείων»). Με τη λύση της πολιορκίας των τραπεζών, το Δημόσιο θα έχει τη δυνατότητα να αντλήσει και περισσότερη ρευστότητα με έντοκα γραμμάτια, αν και αυτό δεν αναφέρεται ρητά στη συμφωνία, ώστε να μη συναντήσει δυσκολίες στις προγραμματισμένες πληρωμές τοκοχρεολυσίων του διμήνου Μαρτίου – Απριλίου. Το διάστημα μέχρι το τέλος Ιουνίου, εφόσον ολοκληρωθούν σχετικές αξιολογήσεις από τους τρεις θεσμούς (νέα ονομασία της «τρόικας»), το Δημόσιο θα μπορέσει να αντλήσει τα κεφάλαια της τελευταίας δόσης του παλαιού προγράμματος. Τα 10,9 δισ. ευρώ που βρίσκονται σήμερα στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας προβλέπεται ότι θα παραμείνουν διαθέσιμα μόνο για ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, εφόσον υπάρξει σχετική υπόδειξη από την ΕΚΤ.
Με την εξέλιξη αυτή μπαίνει τέρμα και στα «σενάρια καταστροφής» που διακινούνταν όλο το τελευταίο διάστημα και συνδέονταν με τη ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών, αφού, πέραν των άλλων, θεωρείται βέβαιο ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θα άρει άμεσα το εμπάργκο στην αγορά ελληνικών ομολόγων. Σημειώνεται, δε, ότι λίγη ώρα μετά το πέρας της συνεδρίασης του Eurogroup κύκλοι της ΕΚΤ τόνιζαν ότι δεν τίθεται θέμα περιορισμών στη διακίνηση χρημάτων (ΑΤΜ) από τις ελληνικές τράπεζες. Από την άλλη, η κυβέρνηση δεσμεύτηκε ότι δεν θα ανατρέψει μέτρα που έχουν τεθεί σε εφαρμογή και δεν θα προωθήσει άλλα που μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο το δημοσιονομικό πρόγραμμα, την πορεία ανάκαμψης και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Ο υπουργός Οικονομικών Γ. Βαρουφάκης, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου στις Βρυξέλλες, κατέστησε σαφές ότι η κυβέρνηση θα τηρήσει τις προεκλογικές δεσμεύσεις της για τα εργασιακά, τα «κόκκινα δάνεια», τις 100 δόσεις και την κατάργηση της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος για τα ασφαλιστικά ταμεία, διότι δεν επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό και δεν θέτουν εν αμφιβόλω τους δημοσιονομικούς στόχους. Υπογράμμισε, μάλιστα, ότι κανένα από τα υφεσιακά μέτρα που είχε αποδεχθεί η προηγούμενη κυβέρνηση με το περίφημο e-mail του Γκ. Χαρδούβελη (19 προαπαιτούμενα) δεν θα περιλαμβάνεται στον κατάλογο των μεταρρυθμίσεων που θα καταθέσει τη Δευτέρα η κυβέρνηση στις Βρυξέλλες. Το κείμενο αυτό θα αξιολογηθεί από τους τρεις θεσμούς (Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ΔΝΤ), θα εγκριθεί και στη συνέχεια θα επικυρωθεί από τα Κοινοβούλια των κρατών-μελών της Ευρωζώνης. Ο κατάλογος θα περιλαμβάνει μέτρα και μεταρρυθμίσεις για την πάταξη της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής, την ανασυγκρότηση της Δημόσιας Διοίκησης και την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης.
Το κρίσιμο ερώτημα που τίθεται από πολλές πλευρές είναι αν οι τρεις θεσμοί θα κάνουν δεκτές τις προτάσεις της ελληνικής πλευράς ή θα προσθέσουν και δικές τους απαιτήσεις.
Η συμφωνία έχει προκαλέσει τις ενστάσεις ή και τις διαφωνίες στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, που προέρχονται κυρίως από την Αριστερή Πλατφόρμα και την ΚΟΑ. Ζητούσαν να μη γίνει καμία υποχώρηση από το πρόγραμμα που είχε εξαγγείλει ο Αλ. Τσίπρας στη Θεσσαλονίκη, ενώ αρνητικός είναι και ο Αλ. Μητρόπουλος, που εκτιμά ότι η παράταση της δανειακής σύμβασης θα συνοδευτεί από επώδυνα μέτρα.
Από στενά κομματική σκοπιά βλέπει τη συμφωνία η Νέα Δημοκρατία, αρνούμενη να αναγνωρίσει τα θετικά σημεία της. «Η νέα κυβέρνηση επανέρχεται στο σημείο που παρέλαβε από την προηγούμενη, αλλά υπό πολύ χειρότερες συνθήκες», ανέφερε σε ανακοίνωσή της. «Με την παράταση του Μνημονίου για τέσσερις μήνες, με αξιολόγηση από την ίδια «τρόικα» και οδηγώντας σε νέο Μνημόνιο».