Το ρωσικό «χαρτί» για την Ελλάδα

Πρόκειται για το πιο φιλόδοξο, όχι μόνο για λόγους οικονομικούς, αλλά κυρίως πολιτικούς, έργο που σχεδιάζει η Ρωσία, θέλοντας να παρακάμψει πλήρως την Ουκρανία όσον αφορά τη μεταφορά φυσικού αερίου προς την Ευρώπη. Μια κίνηση η οποία θα βυθίσει σε ακόμη μεγαλύτερη κρίση την Ουκρανία, που -από κατάσταση αδυναμίας, πλέον- θα πρέπει να αντιμετωπίσει τη Ρωσία αλλά και το αυτονομιστικό – αποσχιστικό κίνημα στις ανατολικές περιοχές της χώρας.

Η θερμότητα με την οποία ο Βλ. Πούτιν χαιρέτισε τη νέα κυβέρνηση, η πρόσκληση που απηύθυνε στον Αλ. Τσίπρα καθώς και η εσπευσμένη επίσκεψη του Ν. Κοτζιά στη Μόσχα, μαρτυρούν την αγωνία της Ρωσίας να εξασφαλίσει τη συναίνεση και τη συνεργασία της Ελλάδας στην υλοποίηση αυτού του έργου.

Όμως ήδη οι Βρυξέλλες παρακολουθούν με ιδιαίτερη επιφυλακτικότητα τις κινήσεις του ρώσου Πρόεδρου και του ενεργειακού κολοσσού της Γκάζπρομ. Η ανακοίνωση ότι από την επόμενη πενταετία, όταν δηλαδή θα είναι λειτουργικός ο αγωγός, το ρωσικό φυσικό αέριο θα παραδίδεται στην Ευρώπη στα ελληνοτουρκικά σύνορα, προκαλεί εντονότατες αντιδράσεις, ενώ στις Βρυξέλλες, αλλά και σε άλλες πρωτεύουσες, εντείνεται ακόμα περισσότερο η αναζήτηση νέων διαφοροποιημένων πηγών ενέργειας, που θα μειώσουν την ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία. Το μεγάλο πλεονέκτημα του αγωγού Turkish Stream είναι οι φθηνότερες τιμές που μπορεί να προφέρει η Ρωσία σε σχέση με το φυσικό αέριο που φθάνει υπό μορφή LNG από τον Κόλπο ή από την Αλγερία…

Για τη Ρωσία, όμως, το έργο αυτό είναι κρίσιμο, γιατί με τις συνθήκες της παγκόσμιας οικονομίας η ζήτηση παραμένει σταθερή και συνεπώς είναι δύσκολο να βρει νέους πελάτες για το φυσικό της αέριο. Η πτώση των τιμών του πετρελαίου έχει επιφέρει ήδη ένα τεράστιο πλήγμα στη ρωσική οικονομία γι’ αυτό και μια σοβαρή διαταραχή στη ροή ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη θα είναι καταστροφική για τη Ρωσία.

Ο αγωγός είναι χωρητικότητας 64 δισ. κυβικών μέτρων, από τα οποία σχεδόν 15 δισ. κυβικά μέτρα θα κατευθύνονται στην τουρκική αγορά. Είναι προφανές ότι δεν αρκεί η αγορά των Βαλκανίων προκειμένου να είναι βιώσιμος ο αγωγός. Όλα εξαρτώνται έτσι από την τελική επιλογή της ΕΕ, εάν, δηλαδή, θα δεχθεί την αλλαγή αυτή του τόπου «παράδοσης» του φυσικού αερίου καθώς και τη χρηματοδότηση ενός νέου δικτύου αγωγών που θα μεταφέρουν το αέριο στις ευρωπαϊκές αγορές. Όμως, πέραν των οικονομικών παραμέτρων, υπάρχει και η πολιτική διάσταση του ζητήματος.

Τη στιγμή που κλιμακώνεται η σύγκρουση με τη Μόσχα και όλοι φοβούνται έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο, που στην Ουκρανία μάλιστα είναι και «θερμός», θεωρείται πολύ δύσκολο να συναινέσει η ΕΕ και να διευκολύνει τη Ρωσία για να πετύχει τον στόχο της, να συνεχιστεί, δηλαδή, η ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία και συγχρόνως να παρακάμψει την Ουκρανία.

Σε αυτές τις συμπληγάδες θα βρεθεί και η Αθήνα, καθώς η νέα κυβέρνηση δεν έχει κρύψει την επιλογή της να βελτιώσει τις σχέσεις με τη Ρωσία, αδιαφορώντας για τις αντιδράσεις τόσο από την Ουάσινγκτον όσο και από τις Βρυξέλλες. Η Ελλάδα προφανέστατα έχει ιδιαίτερο συμφέρον να κατασκευαστεί ο αγωγός καθώς σε συνδυασμό με τον άλλο αγωγό ΤΑΡ, που θα μεταφέρει αζέρικο φυσικό αέριο, ενισχύεται ο ρόλος της ως κόμβου μεταφοράς φυσικού αερίου…

Όμως εάν ο αγωγός υπονομευθεί από την ΕΕ, τότε η ελληνική κυβέρνηση θα βρεθεί σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση καθώς θα υποχρεωθεί σε υπαναχώρηση από τις όποιες δεσμεύσεις έχει αναλάβει έναντι της Μόσχας.

Συγχρόνως θα πρέπει να τηρηθούν ευαίσθητες ισορροπίες καθώς ήδη υπάρχουν σχέδια που προβλέπουν την κατασκευή διασυνδετήριων αγωγών από την Αλεξανδρούπολη και την Καβάλα προς τη Βουλγαρία και μέσω αυτής προς τη Βόρεια Ευρώπη και τις βαλτικές χώρες, που θα τροφοδοτούνται με φυσικό αέριο είτε από το Κατάρ είτε από την Κύπρο και το Ισραήλ.

Σε αυτό το πολύ ευαίσθητο παιγνίδι είναι υποχρεωμένη να παίξει το επόμενο διάστημα η Ελλάδα, στο οποίο διακυβεύεται όχι μόνο ο ρόλος της χώρας ως ενεργειακού κόμβου αλλά και οι σχέσεις της με τη Ρωσία και τους εταίρους, τα συμφέροντα των οποίων μάλλον δεν ταυτίζονται -για ακόμη μια φορά- με αυτά της χώρας μας σε ό,τι αφορά τις σχέσεις με τη Ρωσία.

Κωνσταντίνος Τσάκαλος


Σχολιάστε εδώ