Ο Αλέξης Τσίπρας αναζητά γέφυρα μεταξύ λιτότητας και ανάπτυξης
Α. Την πολιτική διαπίστωση ότι σήμερα η Ευρώπη χρειάζεται επειγόντως να μεταβάλλει την πολιτική της λιτότητας και να συντονίσει τα βήματά της με άλλους μεγάλους παίκτες (ΗΠΑ κ.λπ.) για τη διαχείριση της παγκόσμιας ύφεσης και του απειλητικού αποπληθωρισμού.
Β. Την τεκμηριωμένη διαπίστωση του οικονομικού του επιτελείου ότι το περίφημο πρόγραμμα «διάσωσης» της ελληνικής οικονομίας (Μνημόνιο) ήταν αδιέξοδο και οδηγούσε τη χώρα σε καταστροφή και αυτοτροφοδοτούμενη κρίση.
Οι πρώτες δηλώσεις του μετά τη Σύνοδο Κορυφής της 12ης Φεβρουαρίου σφράγισαν μια «νίκη στα σημεία» της ελληνικής διαπραγματευτικής ομάδας. Έγινε αποδεκτό το ελληνικό αίτημα για την αλλαγή της φιλοσοφίας του ελληνικού προγράμματος προσαρμογής, που δεν αντιμετώπιζε το αναπτυξιακό πρόβλημα της χώρας και δημιούργησε ανθρωπιστική κρίση μεγάλης κλίμακας.
Η μέχρι χθες άκαμπτη στάση των εταίρων, που μονότονα ζητούσαν την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος χωρίς άλλη συζήτηση, έδωσε τη θέση της στην αποδοχή συνεργασίας σε τεχνικό επίπεδο, για την προετοιμασία συνθηκών γέφυρας για μια νέα συμφωνία. Η μετακίνηση αυτή του Eurogroup σηματοδοτήθηκε τόσο από την αποχώρηση Σόιμπλε πριν από την έκδοση κοινού ανακοινωθέντος όσο και από τη διαλλακτική στάση της κ. Μέρκελ, που αποδέχθηκε συμβιβαστικές λύσεις που δημιουργούν περισσότερα πλεονεκτήματα για την Ευρώπη.
Βεβαίως, η δήλωση Ντάισελμπλουμ και η μη έκδοση συμπερασμάτων του Eurogroup πιστοποιεί τη συνεχιζόμενη διαπραγμάτευση για γεφύρωση της απόστασης που χωρίζει το τρέχον Μνημόνιο από τις ανάγκες της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, τις οποίες προέταξε η νέα κυβέρνηση. Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγεί και η ανακοίνωση του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, που επιμένει στη γραμμή του κ. Σαμαρά.
Ο πρωθυπουργός, στη Σύνοδο Κορυφής, είχε την ευκαιρία να τοποθετηθεί στο σημείο της ατζέντας που αφορούσε τη Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ), όπου ο κ. Ντάισελμπλουμ ενημέρωσε για τις συζητήσεις του Eurogroup την προηγούμενη μέρα. Οι δηλώσεις του μετά τη Σύνοδο περιλάμβαναν δύο ιδιαίτερα σημαντικά σημεία.
Πρώτον, ότι αναζητείται γέφυρα μεταξύ των κανόνων (της ΟΝΕ) και της δημοκρατίας (αποτέλεσμα των εκλογών).
Δεύτερον, ότι η όποια λύση, σε τεχνικό επίπεδο, εμπεριέχει στον πυρήνα της μια πολιτική συμφωνία.
Οι δηλώσεις αυτές συμπυκνώνουν την ουσία της διαπραγμάτευσης, σε μια προσπάθεια να βρεθεί μέχρι τη Δευτέρα «κοινός τόπος» που θα αποτελέσει τη βάση συζήτησης στο αυριανό Eurogroup…
Οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης θα προσπαθήσουν να συμφωνήσουν μια χρονική και χρηματοδοτική γέφυρα μέχρι το καλοκαίρι, οπότε η ελληνική κυβέρνηση, που μόλις παρέλαβε, θα είναι σε θέση να παρουσιάσει ποσοτικοποιημένα και τεκμηριωμένα το σύνολο των στοιχείων που θα προταθούν για μια νέα συμφωνία.
Η πρόταση – γέφυρα θεσμικά θα αναγνωρίζει το τυπικό πλαίσιο του προγράμματος στο οποίο έχουν δεσμεύσει τη χώρα με την υπογραφή τους οι μνημονιακές κυβερνήσεις, αλλά θα μεταβάλλει την ουσία του έτσι ώστε να επιτρέπει προοπτική ανάπτυξης. Δηλαδή να εξασφαλίσει δημοσιονομικό χώρο -μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων και απομείωση του βάρους του χρέους- και να προσδιορίσει το μείγμα μεταρρυθμίσεων που θα προωθεί ταυτόχρονα τη διαρθρωτική εξυγίανση και την παραγωγική ανασυγκρότηση.
Οι αναφορές στην εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ, κατά την επίσκεψη του επικεφαλής του ΟΟΣΑ, αφήνουν να διαφανεί η ανάγκη αλλαγής του προσήμου ενός μεγάλου ποσοστού μεταρρυθμίσεων. Η γέφυρα ουσιαστικά θα προσφέρει τη χρηματοδοτική κάλυψη της οικονομίας μετά την 28η Φεβρουαρίου και μέχρι την κατάθεση της ολοκληρωμένης ελληνικής πρότασης για μια νέα συμφωνία. Η ανάγκη αυτή δημιουργήθηκε τόσο από το κενό που δημιουργήθηκε από τον υφεσιακό χαρακτήρα των μέτρων του Μνημονίου όσο και από τους προεκλογικούς χειρισμούς της απελθούσας κυβέρνησης για δήθεν μετάβαση σε πιστωτική γραμμή στήριξης.
Η κίνηση Ντράγκι, κατά τη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής, να αυξήσει το όριο του ΕLΑ κατά 5 δισ. ήταν το αντίδοτο -ένδειξη καλής θέλησης- μετά την προειδοποιητική βολή της περασμένης εβδομάδας για διακοπή της παροχής ρευστότητας με ενέχυρο ελληνικά ομόλογα. Κατέστησε εμφανές ότι στέλνει ένα σημαντικό μήνυμα. Ότι μια κεντρική τράπεζα στην Ευρωπαϊκή Νομισματική Ένωση έχει, κανονικά, στόχο να στηρίζει τις χώρες – μέλη και όχι να τις απειλεί με χρηματοδοτικό στραγγαλισμό.
Το μήνυμα αυτό υπογραμμίζει την ανάγκη εξεύρεσης πολιτικής λύσης, όπως αναφέρει και ο έλληνας πρωθυπουργός, αποδεικνύοντας ότι η νέα ελληνική κυβέρνηση έχει καταφέρει να εγγράψει τις λογικές ελληνικές διεκδικήσεις στην ατζέντα των μεγάλων παικτών. Το γεγονός αυτό προδιαθέτει για έναν ευρωπαϊκό συμβιβασμό που σέβεται τις ελληνικές θέσεις.
Βέβαια, τα πράγματα στο Eurogroup δεν θα είναι απλά. Η παλέτα των λεπτομερειών είναι τεράστια. Για παράδειγμα, σημαντικό θα είναι και το θέμα ανάσχεσης της εκποίησης δημόσιας περιουσίας, που εξουδετερώνει τις δυνατότητες μόχλευσης αναπτυξιακών κεφαλαίων που τόσο έχει ανάγκη η χώρα για την έξοδο από την κρίση και την παραγωγική της ανασυγκρότηση. Αυτά όμως είναι θέματα που θα μας απασχολήσουν μετά το Eurogroup της Δευτέρας.