Όχι ατάκες – υποχωρήσεις

Εκεί πρέπει η ελληνική κυβέρνηση να προωθήσει με σθένος την ελληνική πρόταση μιας πολιτικά αποδεκτής αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, καθώς η υποχωρητικότητα ή αναδίπλωση θα εκληφθεί ως διαπραγματευτική αδυναμία. Πιθανή ήττα στο Eurogroup θα σημάνει βαρύτατες πολιτικές επιπτώσεις για το προοδευτικό κίνημα στην Ευρώπη, την επιβολή δυσμενέστερων πολιτικών και οικονομικών αποτελεσμάτων σε βάρος της χώρας μας σε σχέση με την προηγούμενη κυβέρνηση Σαμαρά -για λόγους πολιτικού παραδειγματισμού και επίδειξης πυγμής εκ μέρους της Γερμανίας-, ενώ θα αναχαιτίσει το ελπιδοφόρο μήνυμα ανατροπής της λιτότητας και θα μεταδώσει ένα καταθλιπτικό μήνυμα ηττοπάθειας στην Ευρώπη.

Τα βασικά σημεία της πρότασης, που πρέπει να εισαχθεί επίσημα στο Eurogroup, είναι τα εξής:

Η ΕΚΤ αποκτά τμήμα του υφιστάμενου ελληνικού χρέους, που έχει συναφθεί μεταξύ της χώρας μας και των επίσημων δανειστών μας (μέλη της Ευρωζώνης), μέσα από το κοινοπρακτικό δάνειο ΙΙ, στην ονομαστική του αξία και το ανταλλάσσει με ελληνικά κυβερνητικά ομόλογα εις το διηνεκές μηδενικού επιτοκίου (Perpetual GGBs). Το χρέος απομειώνεται σε επίπεδα βιωσιμότητας μέχρι ενός κοινά αποδεκτού ποσοστού χρέους προς ΑΕΠ.

Η ΕΚΤ είναι ο μόνος φερέγγυος φορέας της Ευρωζώνης που μπορεί να αναλάβει την υλοποίηση της ανταλλαγής, καθώς με βάση το προνόμιο της εκτύπωσης χρήματος που διαθέτει, μπορεί να διαθέσει ένα μικρό μέρος του χρήματος που εκτυπώνει -στα πλαίσια της ποσοτικής χαλάρωσης (QE)-, ύψους ενός τρισεκατομμυρίου, που αντιστοιχεί στην Ελλάδα, για την ανταλλαγή του ελληνικού χρέους, κίνηση απολύτως αναπτυξιακή, καθώς απελευθερώνει εγχώριους πόρους από την αποπληρωμή του χρέους προς αναπτυξιακή κατεύθυνση. Η ΕΚΤ, εναλλακτικά, μπορεί να δανειστεί από τη διεθνή χρηματαγορά για την ανταλλαγή μέρους του ελληνικού χρέους με τα ομόλογα εις το διηνεκές.

Οι απώλειες της ΕΚΤ από τη διαφορά επιτοκίων μεταξύ των μηδενικών ομολόγων και του εντόκου δανείου για την απόκτησή τους θα ανακτηθούν μελλοντικά και με βάση τους αναπτυξιακούς δείκτες σε ορίζοντα εικοσαετίας στα πλαίσια του θεσμικού της ρόλου ως έσχατου δανειστού. Ο τελικός σκοπός της ανταλλαγής χρέους προς ομόλογα εις το διηνεκές θα είναι η απομείωση του ελληνικού χρέους κατά 50% σε βάθος εικοσαετίας.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο μεταφέρεται ένα μέρος του υφιστάμενου χρέους προς τις μελλοντικές γενεές εκάστου κράτους-μέλους, απολύτως διαχωρισμένα, χωρίς μεταφορά χρέους από χώρα σε χώρα, ούτε από τους δανειστές προς την οφειλέτρια χώρα, αντίθετα προς τις Συνθήκες. Πρόκειται για αναδιάρθρωση χωρίς άμεσο ΚΟΣΤΟΣ αλλά με ΑΜΕΣΟ ΟΦΕΛΟΣ για την Ελλάδα. H πολιτικά αποδεκτή πρόταση δεν είναι πληθωριστική, καθώς δεν βασίζεται στην κυκλοφορία νέου χρήματος, παρότι η ΕΚΤ ήδη προβαίνει σε ποσοτική χαλάρωση (QE), δεν καθιστά το χρέος εγχρήματο (monetisation), ούτε τo τιτλοποιεί.

Το μέτρο μπορεί να εγκριθεί τώρα από το προσεχές Eurogroup, καθώς δεν απαιτεί τροποποίηση των Συνθηκών, αλλά πολιτική απόφαση μόνο από εννέα κράτη-μέλη με βάση τον κανόνα της ενισχυμένης συνεργασίας, χωρίς να δεσμεύονται τα υπόλοιπα μέλη του, όπως η Γερμανία, που μπορεί να μη συμμετέχει για εσωτερικούς πολιτικούς λόγους.

Τέλος, πρέπει η Ελλάδα, για λόγους ηθικούς και νομικούς, να μην επαναλάβει το έγκλημα της κυβέρνησης Παπαδήμου (ερευνητέο και ποινικά) και να αποποιηθεί, ρητά, την πληρωμή των διεκδικουμένων 5,5 δισ. ευρώ από τους απέχοντες ομολογιούχους (hold-outs), συνήθως αρπακτικά κεφάλαια (vulture funds) (435 εκατ. ευρώ τον Μάρτιο για κοινωνική πολιτική!), η πληρωμή των οποίων είναι εντελώς παράνομη μετά την ενεργοποίηση των ρητρών συλλογικής δράσεως στα πλαίσια του PSI.


Σχολιάστε εδώ