Ελλάδα και Ρωσία: South Stream, δάνεια και όπλα!
Αν φυσικά και η Αθήνα την θέλει εδώ, γιατί ενίοτε στην Ελλάδα γοητευόμαστε περισσότερο από την Αμερική παρά από τη Ρωσία και φοβόμαστε την πλήρη ανάπτυξη των σχέσεων με τη Ρωσία, που θα δυσαρεστούσε τους Δυτικούς, Αμερικανούς και Ευρωπαίους.
Το πιο επείγον, άμεσο ζήτημα σήμερα στις ελληνορωσικές σχέσεις είναι το θέμα των αγωγών αερίου. Ελπίζουμε ότι στην κυβέρνηση αντιλαμβάνονται τη στρατηγική σημασία της πρότασης για τον South Stream. O αγωγός αυτός υπήρξε ελληνική πρόταση, όπως και ο πετρελαιαγωγός Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη.
Η στρατηγική λειτουργία του είναι ότι συνδέει απευθείας τη Ρωσία με τα Βαλκάνια και επέκεινα με την Ευρώπη, παρακάμπτοντας τόσο μια Ουκρανία – όργανο της νέας αντιρωσικής εκστρατείας του ΝΑΤΟ, όσο και μια Τουρκία που συνιστά διαχρονική απειλή για την Ελλάδα.
Δεν είναι σωστό η Ελλάδα, που ξοδεύει, καλώς ή κακώς, έναν σκασμό λεφτά για να αμυνθεί από την Τουρκία, να εναποθέσει στη γείτονα το κύριο μέρος του ενεργειακού της εφοδιασμού, είτε δια του ΤΑΡ είτε δι ενός Turkish Stream. Ούτε και έχει πολλή λογική, από την άποψη όχι μόνο των ελληνικών, αλλά επίσης των ρωσικών και ευρωπαϊκών συμφερόντων, να περνάει από την Τουρκία ένα σημαντικό μέρος των ρωσικών εξαγωγών αερίου προς την Ευρώπη.
Η Μόσχα ύστερα από τη στάση της Ελλάδας, της Βουλγαρίας και της ΕΕ, αποφάσισε με το δίκιο της να ματαιώσει τον South Streem και να τον αντικαταστήσει με τον Turkish Stream, έναν δεύτερο υποθαλάσσιο αγωγό που θα συνδέσει απευθείας Ρωσία και Τουρκία. Είναι προς το στρατηγικό συμφέρον της Αθήνας να ασκήσει όλη την επιρροή της σε Σόφια, Μόσχα και Βρυξέλλες, μήπως καταστεί τελικά δυνατή η κατασκευή του South Stream.
Το δεύτερο μεγάλο θέμα στο οποίο η Αθήνα μπορεί και πρέπει να πρωταγωνιστήσει είναι
η ανάληψη πρωτοβουλιών για τη διακοπή της κλιμάκωσης και την αντιστροφή της πορείας προς ψυχρό και θερμό πόλεμο στην Ευρώπη.
Η επικράτηση μιας τέτοιας ατμόσφαιρας μας οδηγεί σε άνευ προηγουμένου, παγκόσμια καταστροφή. Δημιουργεί ένα περιβάλλον εξαιρετικά ασφυκτικό και επικίνδυνο για μικρά έθνη όπως το δικό μας. Στο παρελθόν, επί Ανδρέα Παπανδρέου, η Ελλάδα μόνο κέρδισε από την ανάληψη μεγάλων διεθνών πρωτοβουλιών, όπως ήταν η πρωτοβουλία των Έξι για τον έλεγχο της πυρηνικής κλιμάκωσης. Είναι πολλαπλώς προς
το εθνικό συμφέρον και το διεθνές συμφέρον της ειρήνης να εργασθεί η Αθήνα συστηματικά
σε αυτή την κατεύθυνση.
Το «αντιμνημονιακό» πρόγραμμα της κυβέρνησης είναι ουσιαστικά ένα πρόγραμμα ανάκτησης της ελληνικής εθνικής ανεξαρτησίας και κυριαρχίας. ‘Ένα τέτοιο πρόγραμμα συνεπάγεται και προϋποθέτει και την αποκατάσταση κανονικών διμερών σχέσεων
με τη Ρωσία, σχέσεις που ουσιαστικά έχουν απαγορευθεί στην Ελλάδα από τους «προστάτες», Αμερικανούς και Ευρωπαίους, με τη συνδρομή βεβαίως υποτελών εθνικών ηγεσιών.
Δεν χρειάζεται να αναφερθούμε επί μακρόν στην προφανή σημασία ανάπτυξης των σχέσεων με τη Μόσχα στον τομέα της ενέργειας, των εμπορικών ανταλλαγών, του τουρισμού, κοινών επενδυτικών κοινοπραξιών, των πολιτιστικών και των αμυντικών σχέσεων – όπου η Ελλάδα μπορεί να προσπορισθεί κρίσιμο στρατηγικό στοιχείο υπεροχής με μικρό κόστος για τα θέατρα Κύπρου και Αιγαίου.
Ούτε είναι δυνατόν να δεχθούμε το επιχείρημα ότι δεν πρέπει να δυσαρεστούμε τους «προστάτες». Η Ελλάδα και η Κύπρος έχουν δεχθεί οικονομικό πόλεμο από την Ευρώπη.
Στο Αιγαίο και το Κυπριακό, οι θέσεις των ΗΠΑ κινούνται παραδοσιακά σε κατεύθυνση αντίθετη προς τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα. Πώς είναι δυνατόν, ιδιαίτερα σε τέτοιες συνθήκες, να καλούμεθα οι Έλληνες να αποποιηθούμε παραδοσιακούς δεσμούς και με τη Ρωσία, αλλά και με άλλους «εναλλακτικούς» πόλους του παγκόσμιου συστήματος. Πολύ μεγαλύτερη βέβαια θα είναι η σημασία των ελληνορωσικών σχέσεων σε περίπτωση που η κυβέρνηση δεν μπορέσει να φτάσει σε έναν ικανοποιητικό συμβιβασμό και αναγκασθεί να έρθει σε ρήξη με τους ευρωπαίους εταίρους για να μη φτάσει σε υποταγή. Χρειάζεται η κυβέρνηση να διαμορφώσει ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα ανάπτυξης των ελληνορωσικών σχέσεων. Ασφαλώς, μπορεί να «δυσαρεστηθούν» Γερμανοί και Αμερικανοί από το «ξαναζέσταμα» της ελληνορωσικής φιλίας, αλλά θα λογαριάσουν και πολύ περισσότερο την Αθήνα.
Μια μικρή χώρα δεν πρέπει να είναι προβλέψιμη, είχε τονίσει ο Ανδρέας Παπανδρέου, σε μια ιστορική συνέντευξη που έδωσε αναλαμβάνοντας την εξουσία το 1981. Ο γιός του έκανε την αντίθετη επιλογή. Ήταν απολύτως προβλέψιμος και ακολούθησε πιστά τη γραμμή που υπαγόρευαν στον ίδιο και τους συνεργάτες του οι Ηνωμένες Πολιτείες και το σύστημα Σόρος με αποτέλεσμα να καταστραφεί ο ίδιος και
να καταστρέψει και τη χώρα. Όσοι θεωρούν «τυχοδιωκτισμό» τη στοιχειώδη ανεξαρτησία
μιας χώρας, οφείλουν να σκέπτονται πού ιστορικά οδήγησε την Ελλάδα η ξένη εξάρτηση.
Δ.Κ.