Πιστεύει ότι νίκησε και θέλει να μείνει
Παράλληλα προδικάζει την αποτυχία της κυβέρνησης και εκφράζει τη βεβαιότητα ότι πολύ σύντομα, πέντε με έξι μήνες υπολογίζει, η Νέα Δημοκρατία «θα κληθεί να παίξει ξανά τον ιστορικό της ρόλο».
Στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής ο κ. Σαμαράς απέφυγε το βράδυ των εκλογών να αναγνωρίσει την ήττα, ενώ με αβάσιμες δικαιολογίες και πρωτόγνωρα τεχνάσματα «απέφυγε» να παραδώσει το Μέγαρο Μαξίμου στον Αλ. Τσίπρα, ούτως ώστε οι τηλεοπτικές κάμερες να μην καταγράψουν την αποχώρησή του από την πρωθυπουργική έδρα, αφού… πολύ σύντομα θα επιστρέψει. Όλες οι προσπάθειες του πρώην πρωθυπουργού αποσκοπούν στο να αναχαιτίσουν το κύμα αμφισβήτησης που εκδηλώνεται στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας, εκμεταλλευόμενος το γεγονός ότι δεν υπάρχει… «ρεύμα ανατροπής» του.
Στο επιτελείο του κ. Σαμαρά εκτιμούν ότι ο μόνος που θα μπορούσε να θέσει υπό αμφισβήτηση την παραμονή του στην αρχηγία είναι ο Κ. Καραμανλής, ο οποίος δεν φαίνεται διατεθειμένος να αναλάβει οποιαδήποτε πρωτοβουλία. Αλλά, ακόμη κι αν ήθελε, οι συνθήκες δεν είναι ευνοϊκές, υποστηρίζουν με μια ελαφρά αλαζονεία. Ο Δ. Αβραμόπουλος, που θα μπορούσε να είναι ένας ισχυρός αντίπαλος, βρίσκεται στον δρόμο προς το Προεδρικό Μέγαρο, ενώ η Ντ. Μπακογιάννη, μετά και την τρίτη θέση στην Α’ Αθηνών είναι πολιτικά αποδυναμωμένη για να επιχειρήσει οποιαδήποτε κίνηση. Από την άλλη, οι επίδοξοι διάδοχοι εμφανίζονται ακόμη ανίσχυροι για να κάνουν το «μεγάλο βήμα», αν δεν έχουν το «πράσινο φως» από ψηλά.
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις ο κ. Σαμαράς θα εκμεταλλευτεί την… περίοδο χάριτος, που συνδέεται και με τις εξελίξεις στην κυβέρνηση, προκειμένου να κλείσει τα μέτωπα και να ενισχύσει τη θέση του στο κόμμα. Στο πλαίσιο αυτό σχεδιάζει να δώσει θέσεις-κλειδιά σε βουλευτές και στελέχη που δεν ανήκουν στον στενό πυρήνα των υποστηρικτών του. Ήδη ανακοίνωσε την τοποθέτηση του Κυρ. Μητσοτάκη στη θέση πρώτου κοινοβουλευτικού εκπροσώπου, ενώ τις αμέσως επόμενες ημέρες θα προχωρήσει στη συγκρότηση «σκιώδους» κυβέρνησης, όπου θα αξιοποιήσει βουλευτές όπως ο Β. Μεϊμαράκης, ο Ν. Δένδιας, ο Β. Κικίλιας κ.ά. Ερώτημα παραμένει αν στο σχήμα αυτό θα συμπεριλάβει και την Ντ. Μπακογιάννη κι αν η ίδια θα αποδεχτεί τη σχετική πρόταση. Παράλληλα ο κ. Σαμαράς αφήνει να εννοηθεί ότι είναι διατεθειμένος να προχωρήσει σε ανασύσταση του επιτελείου του και να «θυσιάσει» επί χρόνια στενούς του συνεργάτες, όπως ο Χρ. Λαζαρίδης και ο Γ. Μουρούτης.
Οι κινήσεις του κ. Σαμαρά δεν θα εξαντληθούν, ως φαίνεται, στην προσπάθεια άμβλυνσης των αντιδράσεων και των επικρίσεων. Πληροφορίες από τη Λ. Συγγρού αναφέρουν ότι στο επιτελείο του εξετάζουν σοβαρά, μεταξύ άλλων, κίνηση αιφνιδιασμού με τη διεξαγωγή έκτακτου συνεδρίου, όπου ο κ. Σαμαράς, αφού ακούσει την κριτική για τα πεπραγμένα του, θα θέσει με δική του πρωτοβουλία… θέμα ηγεσίας ζητώντας την ανανέωση ή μη της εμπιστοσύνης των στελεχών. Θεωρούν επίσης βέβαιο ότι η συντριπτική πλειοψηφία των συνέδρων θα τοποθετηθεί υπέρ του και με τον τρόπο αυτό ο κ. Σαμαράς θα κλείσει για μεγάλο χρονικό διάστημα το κεφάλαιο «αλλαγή ηγεσίας». Μόνο που η στρατηγική που έχουν καταστρώσει στη Λ. Συγγρού στηρίζεται σε μια ομαλή πορεία χωρίς ανατροπές και παρεκκλίσεις που θα μπορούσαν να τινάξουν στον αέρα τα σχέδιά τους.
Αίσθηση και αιχμηρά σχόλια αρκετών στελεχών έχουν προκαλέσει όσα είπε ο κ. Σαμαράς στη συνεδρίαση της Εκτελεστικής Γραμματείας. Τόσο για την επιχειρηματολογία του όσον αφορά την «επιτυχία» της Νέας Δημοκρατίας στις εκλογές, αφού -όπως είπε- «έμεινε αλώβητη», συγκέντρωσε περισσότερες ψήφους από ό,τι στις ευρωεκλογές, ενώ κέρδισε και τη νεολαία, όσο και για την έλλειψη αυτοκριτικής, αφού μίλησε για λάθη οργανωτικού χαρακτήρα, ενώ υπεραμύνθηκε και της στρατηγικής που ακολούθησε την προεκλογική περίοδο. Επιπλέον υπεραμύνθηκε της «εκστρατείας φόβου» κατά την προεκλογική περίοδο, ισχυριζόμενος -προς έκπληξη όλων- ότι η Νέα Δημοκρατία δεν… προσπάθησε να φοβίσει, απλώς είπε την αλήθεια! Δεν είναι λίγα τα στελέχη που δεν συμφωνούν με τη θεωρία της «αριστερής παρένθεσης» και τονίζουν ότι η Νέα Δημοκρατία πρέπει να προετοιμάζεται για το ενδεχόμενο… μακροημέρευσης της σημερινής κυβέρνησης. Και ότι στο πλαίσιο αυτό πρέπει να ξεκινήσει μια μεγάλη προσπάθεια ανασυγκρότησης, αναδιοργάνωσης και λειτουργίας σε νέες βάσεις, λαμβάνοντας υπόψη το αποτέλεσμα των εκλογών. «Πρέπει να αποδεχθούμε την ήττα, να εξετάσουμε τα αίτια και μετά να προχωρήσουμε», υπογραμμίζουν.