Διαπραγμάτευση με στήριγμα την κοινωνία
ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟ ΜΑΞΙΜΟΥ ΗΤΑΝ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΑΔΕΙΟ… Οι πρωθυπουργοί, οι κυβερνήσεις που πέρασαν, τα κόμματα που κυβέρνησαν, εκπροσώπησαν στην πράξη τα συμφέροντα των δανειστών και της οικονομικής ολιγαρχίας. Η κοινωνία, οι πολίτες προσδιορίσθηκαν ως αντίπαλοι, ως εχθροί, που θα έπρεπε να απαξιωθούν, να χειραγωγηθούν, να τρομοκρατηθούν ώστε να παρέχουν έναν καταναγκασμένο τύπο νομιμοποίησης στις μνημονιακές κυβερνήσεις… Αυτή η εκφυλισμένη μορφή άσκησης της πολιτικής και κυβερνητικής εξουσίας τελείωσε…
Η χώρα απέκτησε κυβέρνηση, απέκτησε πολιτική εξουσία διατεθειμένη να εκπροσωπήσει τα συμφέροντα του ελληνικού λαού, να αγωνισθεί για να βελτιώσει τη ζωή των πολιτών, να διαμορφώσει μια νέα δημιουργική προοπτική.
Το αποτέλεσμα των εκλογών δεν σηματοδοτεί απλώς την ήττα και κατάρρευση του μνημονιακού συστήματος εξουσίας. Εάν συνδυασθεί με τις πολιτικές ανατροπές στην Ισπανία και την αναγκαστική στροφή που συντελείται στην Ιταλία και τη Γαλλία, τότε προσλαμβάνει ευρύτερες διαστάσεις, αφού πλήττει τον «πυρήνα» της νεοφιλελεύθερης λιτότητας και αμφισβητεί την ίδια τη γερμανική ηγεμονία.
Όμως η μεταμόρφωση του «πειραματόζωου» σε αντι-παράδειγμα της ασκούμενης πολιτικής αποτελεί μείζον ιδεολογικοπολιτικό πρόβλημα για τον άξονα Βερολίνου – Βρυξελλών. Γι’ αυτό και οι «επιτελείς» επιχείρησαν να αποτρέψουν τις εξελίξεις δημιουργώντας μαζί με τους εγχώριους υποτελείς ένα ασφυκτικό πλαίσιο, ένα νέο Μνημόνιο… Το ίδιο το «δίδυμο» Αντ. Σαμαρά – Ευ. Βενιζέλου επεδίωξε και επιθυμούσε να διεξαχθούν οι εκλογές με άδεια ΑΤΜ και κλειστές τράπεζες…
Στο ίδιο μοτίβο κινείται μάλιστα και σήμερα ο Αντ. Σαμαράς, που συμπεριφέρεται ως εάν το εκλογικό αποτέλεσμα να ήταν μια μηνιαία σφυγμομέτρηση και συνεχίζει να κινδυνολογεί και να υπονομεύει εν ονόματι της δήθεν «αριστερής παρένθεσης», την οποία επικαλείται προκειμένου να αποτρέψει την ευρεία αμφισβήτηση και την πιθανή εκπαραθύρωσή του από την ηγεσία της ΝΔ.
Διαπραγμάτευση και αντιπαράθεση
Η αναμέτρηση δυνάμεων μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και του άξονα Βρυξελλών – Βερολίνου, δηλαδή κατ’ ουσίαν της Άνγκ. Μέρκελ, μόλις τώρα ξεκινά -και μάλιστα σε διερευνητική μορφή- με τις συναντήσεις των κ. Σουλτς και Ντάισελμπλουμ με τα επιτελικά υπουργεία και τον έλληνα πρωθυπουργό ώστε να εκτιμηθούν όχι μόνο το περιεχόμενο των προτάσεων και θέσεων της κυβέρνησης αλλά και τα όρια αντοχής της, ο βαθμός των υποχωρήσεων ή συμβιβασμών στους οποίους είναι διατεθειμένη να προχωρήσει.
Ποια είναι τα όρια των συμβιβασμών ή η πιθανότητα μιας ρήξης;
Η Ευρωζώνη διέρχεται μια παρατεταμένη κρίση στασιμότητας και αποπληθωρισμού. Το πρόγραμμα «έκτακτης ανάγκης» του Μ. Ντράγκι αποτυπώνει και εκφράζει αυτή την κρίση, χωρίς μάλιστα να παρέχει εγγυήσεις ότι μέσω του προγράμματος η κρίση θα ξεπερασθεί… Το χρέος των χωρών της Ευρωζώνης βρίσκεται σε δυσθεώρητα ύψη της τάξεως των 8 τρισ. ευρώ, αποδεικνύοντας το αδιέξοδο, τη δομική μορφή της κρίσης που διαμόρφωσε το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα λιτότητας της οικονομικοπολιτικής γερμανικής ελίτ και της χρηματοπιστωτικής ολιγαρχίας.
Μια κρίση και μια ρήξη με την Ελλάδα όχι μόνο δεν αποτελεί σοβαρό ενδεχόμενο, αλλά αντίθετα θα επέτεινε την κρίση στην Ευρωζώνη και θα κλόνιζε δραματικά την εμπιστοσύνη στο ευρώ.
Η ελληνική κυβέρνηση στη διαπραγμάτευση θα πρέπει, πριν απ’ όλα, να παρουσιάσει και να δημοσιοποιήσει παγκοσμίως τα καταστροφικά αποτελέσματα των πολιτικών της Άνγκ. Μέρκελ και του ΔΝΤ, να αποκαλύψει το εύρος της ανθρωπιστικής κρίσης και της διάλυσης του παραγωγικού ιστού της χώρας.
Παράλληλα πρέπει να υποστηριχθεί ένα συγκεκριμένο σχέδιο για τη διαχείριση του χρέους, που θα περιλαμβάνει ένα πιθανό «κούρεμα» ή τη χορήγηση μιας περιόδου παγώματος πληρωμής των τοκοχρεολυσίων και τη συνέχιση της αποπληρωμής του σε συνδυασμό με τη ρήτρα ανάπτυξης. Η χώρα μας χρειάζεται ετησίως ένα καθαρό ποσό της τάξεως των 4-5 δισ. ευρώ προκειμένου να υπάρξει σταδιακή επανεκκίνηση της οικονομίας.
Όμως όλα αυτά θα πρέπει να συνδεθούν και να θεμελιωθούν σε ένα σχέδιο εθνικής – παραγωγικής ανασυγκρότησης και ανάπτυξης. Η διασφάλιση των εθνικών υποδομών, η αξιοποίηση του παραγωγικού και ενεργειακού πλούτου της χώρας, η αναζωογόνηση της αγροτικής οικονομίας και της μικρομεσαίας επιχειρηματικής δραστηριότητας αποτελούν τους ελάχιστους αναγκαίους όρους για την επανεκκίνηση της αναπτυξιακής πορείας.
Το εσωτερικό μέτωπο
Με τη θριαμβευτική επικράτηση του ΣΥΡΙΖΑ και τη συγκρότηση της κυβέρνησης συνεργασίας με τους ΑΝΕΛ ο ελληνικός λαός αποκτά πολιτική εκπροσώπηση, εισέρχεται στην Ιστορία και διαμορφώνει ο ίδιος τους όρους για την επιβίωση και την προοπτική του.
Με την κατάρρευση των μνημονιακών εταίρων της απελθούσας συγκυβέρνησης και τη διάλυση και την πολιτική απενεργοποίηση του ομιχλώδους τοπίου του Κέντρου και της Κεντροαριστεράς, το οποίο διεκδικούσαν το «υπόλοιπο» ΠΑΣΟΚ του Ευ. Βενιζέλου, το «δημιούργημα» του Γ. Παπανδρέου, το Ποτάμι και η ΔΗΜΑΡ, ο ΣΥΡΙΖΑ ασκεί πλέον την ιδεολογικοπολιτική ηγεμονία, η οποία όμως στηρίζεται στην πολιτικοκοινωνική σύμπραξη που τον οδήγησε σε μεγάλη νίκη με βάση το πρόγραμμα της μετα-μνημονιακής πορείας το οποίο παρουσίασε στον λαό.
Όμως για την επιτυχή έκβαση της μάχης με τους δανειστές και τη γερμανική ηγεμονία η εκλογική πολιτικοϊδεολογική ηγεμονία του ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να εξελιχθεί σε ιστορικό βάθος και να θεμελιωθεί σε μια οργανικού χαρακτήρα κοινωνικοπολιτική συμμαχία με σαφείς στόχους, με όραμα να στηριχθεί σε κοινωνικές και ανθρωπιστικές αξίες που επιδίωξε να συντρίψει το νεοφιλελεύθερο – εξουσιαστικό πρότυπο.
Αυτή η ιστορική εξέλιξη θα πρέπει να κινηθεί σε δύο επίπεδα. Το πρώτο είναι το συμβολικό, πολιτικοϊδεολογικό επίπεδο και αφορά τη στάση και συμπεριφορά της νέας εξουσίας. Η σοβαρότητα, το ήθος, η αίσθηση της ιστορικής ευθύνης, η αγωνιστικότητα, η συνέπεια, η εντιμότητα και η αξιοπιστία, η συλλογική έκφραση και υποστήριξη των επιλογών και των θέσεων της κυβέρνησης αποτελούν συνθήκες απαραίτητες για την εμπέδωση της νέας μορφής εξουσίας που σέβεται και υπηρετεί τον λαό.
Όσα εξελίσσονται σήμερα και θα διαμειφθούν στο άμεσο μέλλον, ενώ φαίνεται ότι αφορούν τη χώρα μας, στην ουσία σηματοδοτούν και επηρεάζουν ολόκληρη την Ευρώπη. Είναι ενδεχόμενο να περάσουμε δυσκολίες, να υποστούμε εκβιασμούς. Γι’ αυτό και ο ελληνικός λαός και οι πολίτες θα πρέπει να επιδείξουν ψυχραιμία, αποφασιστικότητα, να κατανοήσουν ότι η τελική -επιτυχής όπως πιστεύουμε- έκβαση θα εξαρτηθεί κατά μείζονα λόγο από την ανυποχώρητη βούληση και στάση του ελληνικού λαού, από τους χειρισμούς και τη στάση της κυβέρνησής του. Η σωφροσύνη, η ψύχραιμη αντιμετώπιση, οι θεμελιωμένες προτάσεις, η διαμόρφωση συμμαχιών με λαούς, κόμματα και κυβερνήσεις στον ευρωπαϊκό χώρο θα πρέπει να συνδυασθούν και να αποτελέσουν τα βασικά εφόδια της κυβέρνησης. Αυτή τη φορά πιστεύουμε ότι η Ιστορία είναι με το μέρος μας.