Νέφη στον κυπριακό ορίζοντα
Υπάρχει, όμως, και μία ακόμη παράμετρος που επιβαρύνει ακόμη περισσότερο το υφιστάμενο αδιέξοδο. Είναι η τελευταία έκθεση του Γενικού Γραμματέα των ΗΕ για την ανανέωση της UNFICYP, της ειρηνευτικής δηλαδή δύναμης των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο, που παρουσιάζεται στο Συμβούλιο Ασφαλείας προς ψήφιση σε εξαμηνιαία βάση. Η πρακτική αυτή επαναλαμβάνεται από το 1964, όταν το ΣΑ ομόφωνα υιοθέτησε το ψήφισμα 186, που ορίζει τους όρους εντολής της UNFICYP, η οποία αποτελεί μια από τις πλέον μακροχρόνιες ειρηνευτικές αποστολές των ΗΕ. Υπενθυμίζουμε ότι με το ψήφισμα αυτό το ΣΑ αναγνωρίζει την κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας ως τη νόμιμη αρχή στην Κύπρο. Η τελευταία, λοιπόν, αυτή έκθεση του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, που κυκλοφόρησε ως επίσημο έγγραφο του Οργανισμού τη 15η τρέχοντος, περιέχει πολλά αρνητικά στοιχεία για την Κυπριακή Δημοκρατία και, όπως ήταν φυσικό, προκάλεσε, δικαιολογημένα, μεγάλη ανησυχία στην Αθήνα και τη Λευκωσία.
Ειδικότερα, την ανησυχία των δύο πρωτευουσών προκάλεσε η παράγραφος 36 της έκθεσης και κυρίως το σημείο που αναφέρεται στην «απομόνωση των Τουρκοκυπρίων».
Η επίμαχη αυτή παράγραφος αναφέρεται, μεταξύ άλλων:
– Στη «συνεχή ανάπτυξη των οικονομικών, κοινωνικών, πολιτιστικών, αθλητικών ή παρόμοιων δεσμών και επαφών» που πρέπει, κατά την έκθεση, να αναπτυχθούν και που μπορούν να βοηθήσουν «να γίνουν οι αναγκαίοι συμβιβασμοί».
– Στην «άρση των περιορισμών και των εμποδίων που παρακωλύουν την οικονομική ανάπτυξη της τουρκοκυπριακής κοινότητας», που θα συμβάλει στην «αντιμετώπιση των ανησυχιών των Τουρκοκυπρίων για απομόνωση».
– Στην έκκληση προς «τους δύο ηγέτες των κοινοτήτων να καταβάλλουν προσπάθειες για τη δημιουργία ενός ευνοϊκού κλίματος για την επίτευξη μεγαλύτερης οικονομικής και κοινωνικής ισότητας μεταξύ των πλευρών».
Οι προβληματικές αυτές αναφορές δεν σταματούν εδώ. Υπάρχουν και άλλες, όπως εκείνη που αναφέρεται στους «κοινούς φυσικούς πόρους», ενώ αποφεύγεται η επίκριση της απαράδεκτης προσβολής της κυπριακής ΑΟΖ από το «Barbaros».
Στην έκθεση, δυστυχώς, δεν αναφέρεται ότι η «απομόνωση των Τουρκοκυπρίων» οφείλεται στον κατοχικό στρατό ούτε βέβαια επικρίνεται η κατοχική δύναμη Τουρκία.
Την έντονη δυσαρέσκεια και την απογοήτευσή της για το περιεχόμενο της έκθεσης του ΓΓ εξέφρασε η κυπριακή κυβέρνηση, τονίζοντας -και δικαίως- ότι η έκθεση παραθέτει τα γεγονότα με τρόπο που ουδόλως ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Ο ίδιος δε ο Πρόεδρος κ. Αναστασιάδης χαρακτήρισε την έκθεση «απαράδεκτο κείμενο».
Είναι σαφές πλέον ότι στη φάση αυτή η Τουρκία έχει δύο βασικές επιδιώξεις. Αφενός, να εντάξει το θέμα των υδρογονανθράκων στη συζήτηση και, αφετέρου, να επιτύχει την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων, με διατήρηση όμως της ισχύος της παράνομης ΝAVTEX της, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Οι τελευταίες δε δηλώσεις του διαπραγματευτή των Τουρκοκυπρίων Εργκιούν Ολγκούν, ο οποίος προειδοποίησε ότι η Τουρκία σε επόμενη φάση θα στείλει στην κυπριακή ΑΟΖ πλατφόρμα εξόρυξης φυσικού αερίου, δημιουργούν πρόσθετη ένταση, την οποία ασφαλώς εκτρέφει η τουρκική αδιαλλαξία.
Απογοήτευση μας προκαλεί και η αντιμετώπιση των ευρωπαίων εταίρων μας. Κατά τις συναντήσεις που είχε στις 15 και 16 Ιανουαρίου στις Βρυξέλλες ο τούρκος πρωθυπουργός με την ηγεσία της ΕΕ δεν συζητήθηκε το θέμα της έντασης που προκάλεσε η παράνομη παρουσία του «Barbaros» στην κυπριακή ΑΟΖ. Ούτε πάλι κατά τη διάρκεια της προ ημερών συνάντησής του με τον βρετανό ομόλογό του στο Λονδίνο εθίγη το θέμα.
Ειδικότερα όσον αφορά τη δυσμενή για τα κυπριακά συμφέροντα βρετανική στάση, επισημαίνουμε ότι σε σχετική ερώτηση που κατέθεσε στη Βουλή των Λόρδων ο γνωστός για τις φιλοτουρκικές θέσεις του λόρδος Μαγκίνις, η υφυπουργός Εξωτερικών βαρόνη Άνελεϊ ανέφερε ότι η βρετανική κυβέρνηση αναγνωρίζει πως η σημερινή κατάσταση στην Κύπρο προκαλεί σοβαρές δυσκολίες για τους Τουρκοκυπρίους και ότι υποστηρίζει μέτρα που αποσκοπούν στη μείωση της «απομόνωσης» των κατεχομένων. Προσέθεσε, μάλιστα, η κ. Άνελεϊ ότι υποστηρίζει την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για έναν κανονισμό απευθείας εμπορίου ώστε «να επαυξηθεί η πρόσβαση της τουρκοκυπριακής κοινότητας στις αγορές της ΕΕ».
Η νέα ελληνική κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές θα πρέπει, από την επομένη της ορκωμοσίας της, να προβεί σε άμεσο συντονισμό με τη Λευκωσία για την αντιμετώπιση της νέας κατάστασης που προέκυψε. Η βασική επιχειρηματολογία της πρέπει να βασίζεται στο ότι οι αναφορές της επίμαχης παραγράφου της έκθεσης του ΓΓ των Ηνωμένων Εθνών παραβιάζουν κατάφωρα τα σχετικά ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, καθ’ όσον διά των αναφορών αυτών επιχειρείται αναβάθμιση των «αρχών» της παράνομης αποσχιστικής οντότητας. Πρέπει δε επαρκώς να τονιστεί προς τη διεθνή κοινότητα ότι η συνεχιζόμενη παράνομη τουρκική κατοχή είναι εκείνη που προκαλεί τη λεγόμενη διεθνή «απομόνωση» της τουρκοκυπριακής κοινότητας και όχι οι ενέργειες της Κυπριακής Δημοκρατίας, που αποβλέπουν στην προστασία των απολύτως νομίμων κυπριακών κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Πρέπει πάση θυσία να αποτραπεί οποιαδήποτε προσπάθεια που θα απέβλεπε στην κατά στάδια αναβάθμιση, επί διεθνούς επιπέδου, του ψευδοκράτους. Μια τέτοια αναβάθμιση θα είχε μοιραίες συνέπειες για το Κυπριακό.