«Εσωτερικός εχθρός» οι γάλλοι μουσουλμάνοι;

Αν προχωρήσουμε μακρύτερα στο παρελθόν μπορούμε να θυμηθούμε την «εξαγωγή» του αλγερινού εμφυλίου ισλαμιστών και κυβερνητικών στη Γαλλία τη δεκαετία του ’90 με αλλεπάλληλες βομβιστικές επιθέσεις. Ακόμη πιο πίσω τις επιθέσεις του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου της Αλγερίας κατά γάλλων αστυνομικών σε γαλλικό έδαφος κατά τη διάρκεια του πολέμου για την ανεξαρτησία της χώρας από τη γαλλική κατοχή (1954-1961), αλλά και τη σφαγή του 1961 με τους 200 νεκρούς όταν οι γαλλικές δυνάμεις ασφαλείας επιτέθηκαν κατά χιλιάδων διαδηλωτών αλγερινής καταγωγής στο Παρίσι πυροβολώντας με αληθινά πυρά και πετώντας πολλούς από αυτούς στον Σηκουάνα.

Οι δολοφόνοι

Το βράδυ της Παρασκευής και οι τρεις δολοφόνοι ήταν πλέον νεκροί ύστερα από επιθέσεις των γαλλικών δυνάμεων ασφαλείας στο τυπογραφείο στην Νταμαρτέν όπου είχαν καταφύγει οι αδελφοί Κουασί και στο εβραϊκό παντοπωλείο στη Βενσέν όπου κρατούσε ομήρους ο Αμεντί Κουλιμπαλί. Οι τρεις ενώνονταν με φιλικούς δεσμούς και σύμφωνα με δηλώσεις του Κουλιμπαλί σε τηλεοπτικό σταθμό οι κινήσεις τους ήταν συντονισμένες. Και οι τρεις γεννήθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του ’80 με τους αλγερινής καταγωγής αδερφούς Κουασί να μεγαλώνουν σε ορφανοτροφεία. Τόσο ο Σερίφ Κουασί όσο και ο Κουλιμπαλί είχαν από νωρίς παραβατική συμπεριφορά. Ο Κουασί δεν είχε ιδιαίτερη σχέση με το Ισλάμ έως ότου ήρθε σε επαφή με τον φανατικό, αλγερινής καταγωγής ιεροκήρυκα Μπενιέτου ο οποίος κατά τη διάρκεια του πολέμου του Ιράκ είχε δημιουργήσει πυρήνα στρατολόγησης νέων μουσουλμάνων για την Αλ Κάιντα. Ο πυρήνας διαλύθηκε ύστερα από επιχείρηση της γαλλικής αστυνομίας το 2005, λίγο πριν ο Κουασί πετάξει για Δαμασκό, τον πρώτο σταθμό στο ταξίδι για το Ιράκ. Ο Σερίφ Κουασί έμεινε στις γαλλικές φυλακές για τρία χρόνια και εκεί έγινε φίλος με τον Κουλιμπαλί που ως τότε δεν είχε σχέσεις με τον ακραίαο ισλαμισμό. Και οι δύο ήρθαν σε επαφή στην παρισινή φυλακή με ένα από το σημαντικότερα στελέχη της ευρωπαϊκής ισλαμιστικής τρομοκρατίας, τον Βρετανό Τζεμάλ Μπεγκάλ, που έγινε ο μέντορας τους. Αποφυλακίστηκαν και συνελήφθησαν ξανά το 2010 όταν η γαλλική αστυνομία τους κατηγόρησε για συμμετοχή σε απόπειρα για την απόδραση αλγερινού τρομοκράτη υπεύθυνου για επίθεση με δεκάδες τραυματίες στο παρισινό μετρό το 1995. Ο Κουασί δεν κρατήθηκε λόγω έλλειψης στοιχείων αλλά στο σπίτι του Κουλιμπαλί βρέθηκαν όπλα και έμεινε στη φυλακή για τέσσερα χρόνια. Ο έτερος αδερφός Κουασί, ο κατά δύο χρόνια μεγαλύτερος Σαΐντ, σύμφωνα με αμερικανικές πηγές ταξίδεψε στην Υεμένη το 2011 όπου ήρθε σε επαφή με τον γεννημένο στις ΗΠΑ ιμάμη Αλ Αουλάκι, κορυφαίο στέλεχος της Αλ Κάιντα Υεμένης και έλαβε τρομοκρατική εκπαίδευση. Στοιχεία που δεν επιβεβαιώνονται αναφέρουν ότι και οι δύο αδερφοί ταξίδεψαν στη Συρία από όπου επέστρεψαν τον Αύγουστο του 2014. Παρότι βρίσκονταν στις αμερικάνικες λίστες ως ύποπτοι τρομοκράτες και τους απαγορευόταν να ταξιδέψουν προς τις ΗΠΑ και οι γαλλικές αρχές τους παρακολουθούσαν για χρόνια, μετά την επιστροφή του Σαΐντ από την Υεμένη κράτησαν χαμηλό προφίλ πείθοντας τις αρχές ότι δεν αποτελούσαν κίνδυνο.

Η γαλλική μουσουλμανική κοινότητα

Στη Γαλλία σήμερα ζουν περίπου 5-6 εκατομμύρια μουσουλμάνοι ή το 8-10% του πληθυσμού της, αλλά δεν υπάρχουν ακριβείς υπολογισμοί, καθώς η γαλλική Πολιτεία δεν επιτρέπει την καταγραφή των πολιτών της με βάση το θρήσκευμα ή την εθνική τους καταγωγή. Από αυτούς μόνο το 1/3, σύμφωνα με έρευνες, δείχνει ενδιαφέρον για τη θρησκεία και οι φανατικοί ισλαμιστές υπολογίζονται σε λίγες χιλιάδες. Οι περισσότεροι κατάγονται από τη Βόρεια Αφρική όπου η Γαλλία είχε αποικίες και είναι απόγονοι χωρικών που μετανάστευσαν για να αποτελέσουν το φθηνό εργατικό δυναμικό που επέτρεψε την ανάπτυξη της γαλλικής βιομηχανίας. Οι γάλλοι μουσουλμάνοι, η μεγάλη πλειοψηφία των οποίων έλκει την καταγωγή της από την Αλγερία, δοκιμάζονται από αρνητικές διακρίσεις, κάνουν τις χειρότερες δουλειές (αν δεν είναι άνεργοι), ζουν σε υποβαθμισμένες περιοχές και δύσκολα ανέρχονται σε ανώτερα στρώματα της γαλλικής κοινωνίας. Στη δεύτερη και τρίτη τους γενιά παρουσιάζονται δύο πολύ διαφορετικές μεταξύ τους τάσεις: Μεγάλη ομάδα είναι πλήρως ενταγμένη, νιώθουν γάλλοι πολίτες και αντιμετωπίζουν τη θρησκεία τους ως κομμάτι της πολιτισμικής τους ταυτότητας και της καταγωγής τους. Υπάρχει όμως και ένα σημαντικό κομμάτι που δεν καταφέρνει να ενταχθεί στις δομές της γαλλικής κοινωνίας και παραδέρνει ανάμεσα σε χαμηλά αμειβόμενες δουλειές του ποδαριού και την ανεργία καταφεύγοντας συχνά σε παραβατικές συμπεριφορές. Τα τελευταία χρόνια όλο και μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού αυτού βρίσκει καταφύγιο στη θρησκεία και στρατεύεται κατά της πολιτικής της Δύσης απέναντι στον αραβικό κόσμο. Από την ομάδα αυτή αρδεύουν κυρίως οι ακραίες ισλαμιστικές οργανώσεις. Και, τέλος, η ομάδα αυτή δοκιμάζεται κυρίαρχα από πάσης φύσεως ρατσιστικές επιθέσεις από τους γάλλους ακραίους εθνικιστές.

Πού πάμε;

Δύο είναι τα κρίσιμα ερωτήματα για την Ευρώπη: Κατ’ αρχάς η όλο και μεγαλύτερη ένταση ανάμεσα σε χριστιανούς και μουσουλμάνους που πυροδοτούν τα γεγονότα αυτά και ο κίνδυνος για πανευρωπαϊκή επικράτηση ακραίων συντηρητικών δυνάμεων και αντιλήψεων που θα «ταΐσουν» την ανοικτή σύγκρουση ανάμεσα στις δύο κοινότητες. Μια τέτοια εξέλιξη όμως θα σπρώξει όλο και περισσότερους από τους ευρωπαίους μουσουλμάνους, και ιδιαίτερα τους νεότερους, στην αγκαλιά των εξτρεμιστών τζιχαντιστών. Το δεύτερο είναι αν η λύση στο επίπεδο των πολιτικών ασφαλείας είναι η όλο και μεγαλύτερη παρακολούθηση και καταγραφή των επικοινωνιών και κινήσεων του γενικού πληθυσμού με τη συνακόλουθη κατάφωρη παραβίαση των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών που συνιστούν την ευρωπαϊκή δημοκρατική παράδοση.
Οι γαλλικές αρχές, σύμφωνα με αποκαλύψεις του Τύπου, συστηματικά καταγράφουν τις επικοινωνίες μέσω e-mail, sms και τηλεφώνου του γαλλικού πληθυσμού και κρατούν αποθηκευμένα τα σχετικά δεδομένα για χρόνια. Οι αντιτρομοκρατικοί νόμοι δίνουν εκτεταμένες εξουσίες στις διωκτικές αρχές, ιδιαίτερα σε ζητήματα τρομοκρατίας, χωρίς, σύμφωνα με διεθνείς οργανώσεις, να παρέχουν εγγυήσεις για την προστασία των συνταγματικών δικαιωμάτων. Να θυμίσουμε εδώ ότι οι δολοφόνοι παρακολουθούνταν για χρόνια και οι κινήσεις τους ήταν γνωστές. Παρ’ όλα αυτά, την Τετάρτη είχαμε 12 νεκρούς, και άλλους τέσσερις την Παρασκευή. Και εκεί αναλυτές τονίζουν ότι οι λύσεις πρέπει να αφορούν τη στοχευμένη έρευνα των αρχών ασφαλείας που δεν παρακολουθεί και καταγράφει μαζικά τα δεδομένα και τις κινήσεις των ευρωπαίων πολιτών παραβιάζοντας τις δημοκρατικές αρχές, αλλά αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τις ομάδες που αποτελούν πραγματική απειλή για τη δημόσια ασφάλεια.


Σχολιάστε εδώ