Αρνητικός ο απολογισμός για την εξωτερική μας πολιτική το 2014 – Προοπτικές

Δυστυχώς, το φορτισμένο πολιτικό κλίμα επιβαρύνθηκε και από τη θαλάσσια τραγωδία στο βόρειο Ιόνιο. Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα, που αγγίζει άμεσα τη ζωή των πολιτών, το ενδιαφέρον για άλλα θέματα, μεταξύ των οποίων και εκείνα που αφορούν την εξωτερική πολιτική, μοιραία, υποχωρεί. Όμως για την Ελλάδα, σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, τα θέματα αυτά έχουν μείζονα σημασία επειδή άπτονται ζωτικών εθνικών συμφερόντων, όπως το Κυπριακό, οι σχέσεις με τη Τουρκία και τους βόρειους γείτονές μας, το Σκοπιανό κ.ά. Αλλά και οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, την Ουκρανία, τη Ρωσία δεν μας αφήνουν αδιάφορους, αφού άμεσα ή έμμεσα μπορούν να επηρεάσουν την ασφάλεια και την ειρήνη στην ευρύτερη περιοχή μας. Σε ό,τι αφορά το Κυπριακό οι εξελίξεις καταγράφονται ως δυσμενείς. Ο διακοινοτικός διάλογος, ο οποίος δρομολογήθηκε με δυσοίωνες προοπτικές, έχει διακοπεί λόγω της τουρκικής παραβατικότητας με την παράνομη παρουσία του τουρκικού ερευνητικού σκάφους «ΜΠΑΡΜΠΑΡΟΣ» στην κυπριακή ΑΟΖ. Οι διεθνείς αντιδράσεις, ιδιαίτερα από τις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, υπήρξαν χλιαρές. Η Άγκυρα προβάλλει ευθέως, πλέον, θέμα συγκυριαρχίας και δημιουργίας δύο ισότιμων κρατών στην Κύπρο. Η ελληνική κυβέρνηση, σε θέση αδυναμίας, περιορίσθηκε, σχεδόν, σε ρόλο θεατή ενώ επίσπευσε τη σύνοδο του 3ου Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδος – Τουρκίας, προφανώς κατά προτροπή, με στόχο την εκτόνωση της έντασης στις διμερείς σχέσεις. Εύκολα όμως μπορεί να ερμηνευθεί ως συμπεριφορά κατευνασμού της Άγκυρας. Η οικονομική κρίση που διέρχεται η χώρα έχει επηρεάσει δυσμενώς και τη θέση μας στα Βαλκάνια, όπου η Ελλάδα, παραδοσιακά, έπαιζε πρωταγωνιστικό ρόλο. Οι πολιτικές επαφές με τις ηγεσίες των βορείων γειτόνων μας έχουν αραιώσει πολύ. Στον βαλκανικό χώρο έχουν υπεισέλθει άλλες δυνάμεις με δυναμική την παρουσία του Βερολίνου. Η γερμανική διπλωματία έλαβε μέσα στο 2014 σοβαρές πρωτοβουλίες για τα Δυτικά Βαλκάνια αφήνοντας παντελώς έξω την Ελλάδα, η οποία δεν προσκλήθηκε να συμμετάσχει ούτε με καθεστώς παρατηρητή. Στο θέμα της ονομασίας του κράτους των Σκοπίων δεν σημειώθηκε καμία πρόοδος. Αντίθετα, η Ελλάδα εισέπραξε μια απρέπεια από τους Συμμάχους, αφού σε κείμενο -αμερικανικής έμπνευσης- καταδίκης των τζιχαντιστών από 60 χώρες (Συμμαχία των Προθύμων), στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ, τα Σκόπια αναφέρονται με το συνταγματικό τους όνομα (Μακεδονία). Και η ουκρανική κρίση μας ενδιαφέρει πολλαπλώς. Αφενός μεν διότι δημιουργείται αβεβαιότητα και ρευστότητα ως προς τη μονιμότητα των συνόρων στην Ευρώπη και αφετέρου διότι εξάπτεται ο εθνικισμός και ανακινούνται μειονοτικά ζητήματα. Στη Μέση Ανατολή τείνει να διαμορφωθεί ένας νέος πολιτικός χάρτης της περιοχής με κίνδυνο να επιστρέψουμε πίσω στα χρόνια των Σταυροφοριών. Η Ελλάδα λόγω της γεωπολιτικής της θέσης και των ιστορικών δεσμών με τους λαούς της περιοχής δεν μπόρεσε -και προφανώς δεν επεδίωξε- να παίξει έναν μεσολαβητικό και εποικοδομητικό ειρηνευτικό ρόλο, ενδεικτικό της πλήρους αδυναμίας στην οποία έχει περιέλθει η εξωτερική μας πολιτική. Ασφαλώς κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει το μέγεθος και τις πολλαπλές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ελληνική διπλωματία εν μέσω συγκρουόμενων συμφερόντων. Ωστόσο το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσο διαθέτει τους κατάλληλους φορείς για τη διαμόρφωσή της και έναν στρατηγικό σχεδιασμό. Χαρακτηριστικό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής είναι η μονομέρεια στη λογική της καραμανλικής ρήσης «ανήκομεν εις την Δύσιν», που δεν ανταποκρίθηκε ούτε στις προσδοκίες του εμπνευστή της. Τα θέματα της εξωτερικής πολιτικής αντιμετωπίζονται με προχειρότητα και αυτοσχεδιασμούς. Η διπλωματική υπηρεσία έχει υποβαθμιστεί και απαξιωθεί. Το υπουργείο Εξωτερικών λειτουργεί απλά διεκπεραιωτικά. Η σοβαρότητα, η κρισιμότητα των εθνικών μας θεμάτων και οι πολλαπλές προκλήσεις στον άμεσο περίγυρό μας επιβάλλουν η κυβέρνηση που θα προκύψει από τις προσεχείς εκλογές να δώσει ιδιαίτερη προσοχή στην εξωτερική πολιτική, να εξετασθούν τα ελλείμματα τα οποία εμφανίζει, να ενισχυθούν οι φορείς που καλούνται να τη διαμορφώσουν, να ιεραρχήσει τους στόχους με γνώμονα την εξυπηρέτηση, πρωτίστως, των εθνικών συμφερόντων. Να χαράξει μια εθνική, πατριωτική, πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική. Εξυπακούεται ότι για να είναι η εξωτερική πολιτική γόνιμη και αποτελεσματική, απαιτεί και μια ισχυρή εθνική άμυνα που να διαθέτει πειστική αποτρεπτική ισχύ.


Σχολιάστε εδώ