Κρίσιμη φάση στις Ελληνο-τουρκικές σχέσεις
Τα ερωτήματα αυτά δείχνουν το πλαίσιο μέσα στο οποίο ενδέχεται η Άγκυρα να συνεχίσει την κλιμάκωση των προκλήσεών της και των προσπαθειών της να δημιουργήσει τετελεσμένα γεγονότα και να αποσπάσει παραχωρήσεις από την Ελληνική πλευρά. Στο διπλωματικό επίπεδο επιδιώκει δύο συγκεκριμένους στόχους: Να διαχωρίσει, πρώτον, όσο μπορεί, την Ελλάδα από την Κύπρο και να την κρατήσει εγκλωβισμένη σε μια κατευναστική πολιτική «συνεργασίας» που θα την εμποδίζει να αντιδράσει, με διεθνή διπλωματική εκστρατεία κατά της Τουρκίας, ιδιαίτερα στον Ευρωπαϊκό χώρο. Θα την πιέζει επίσης να συνεργασθεί για την εξεύρεση φόρμουλας για την επιστροφή της Ελληνικής πλευράς στις διακοινοτικές συνομιλίες, με δεδομένη την Τουρκική αξίωση για συμπερίληψη στην ημερήσια διάταξη των συνομιλιών θέματος «συνδιαχειρίσεως» του φυσικού αερίου της Κύπρου. Με δεδομένη επίσης είτε την παρουσία του «Barbaros» στην Κυπριακή ΑΟΖ είτε του ενδεχομένου της επιστροφής του.
Ανελήφθησαν οποιεσδήποτε δεσμεύσεις από την Ελληνική κυβέρνηση, κατά την επίσκεψη Νταβούτογλου, με αναφορά τη χρονική περίοδο μετά την εκπνοή της Τουρκικής ΝΑVTEX, που παρουσιάζεται και από τρίτους καλοθελητές ως δήθεν παράθυρο ευκαιρίας; Τι συζητήθηκε, όμως, ακριβώς και τι έγινε αποδεκτό από την Ελληνική πλευρά;
Το θέμα έχει ιδιαίτερη σημασία γιατί ο δεύτερος στόχος της Τουρκικής διπλωματίας είναι να χρησιμοποιήσει τη στρατιωτική πίεση του «Barbaros» για να πάρει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων την αποδοχή των Τουρκικών αξιώσεων για συνδιαχείριση του φυσικού αερίου. Επιστρέφοντας από τη Ν. Υόρκη, ο Κύπριος Πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης απέρριψε κατηγορηματικά τις Τουρκικές απαιτήσεις και θέλησε να στείλει ένα μήνυμα μιας νέας αρχής στο Κυπριακό αλλά και σε άλλα μεγάλα θέματα. Ειδικότερα για το Κυπριακό, εξέφρασε την απογοήτευσή του ότι τρίτες χώρες, παρά το γεγονός ότι αναγνωρίζουν το παράνομο και απαράδεκτο της εισβολής του «Barbaros» στην Κυπριακή ΑΟΖ, δεν θέλησαν να πάρουν ανοικτά θέση και να ασκήσουν πιέσεις, κηδόμενοι των δικών τους συμφερόντων. «Και η Κύπρος έχει συμφέροντα», τόνισε, θέλοντας να υπογραμμίσει ότι δεν είναι δυνατόν τα συμφέροντα της Κύπρου να παραγνωρισθούν επειδή δεν ευθυγραμμίζονται με τα συμφέροντα άλλων.
Ο Κύπριος Πρόεδρος άφησε επίσης ανοικτό το ενδεχόμενο σχηματισμού κυβερνήσεως ευρύτερης αποδοχής. Το θέμα αυτό θα αποτελέσει αντικείμενο συζητήσεως στη συνάντηση με τους αρχηγούς των κομμάτων που έχει ορισθεί για τις 5 Ιανουαρίου.
Ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος εξέφρασε επίσης, με πολύ σαφή τρόπο, την απογοήτευσή του για τις αξιώσεις και προϋποθέσεις που θέτει η Άγκυρα για λύση του Κυπριακού και είπε χαρακτηριστικά ότι δεν υπάρχει στην Κύπρο χέρι που θα υπογράψει μια τέτοια «λύση». Η δήλωση του Αρχιεπισκόπου έχει ιδιαίτερη σημασία, μετά την απροσδόκητη σύμπλευσή του με την πολιτική του Προέδρου, που είχε εκφρασθεί με το γνωστό ανακοινωθέν Αναστασιάδη – Έρογλου.
Παραφωνία στο νέο κλίμα, που δημιουργείται ως συνέπεια των Τουρκικών προκλήσεων και αξιώσεων, παραμένει η πολιτική του ΑΚΕΛ, που εξακολουθεί να ποδηγετείται από τον πρώην Πρόεδρο Δημήτρη Χριστόφια. Καθηλωμένο το κόμμα αυτό στη γνωστή «διεθνιστική» δήθεν πολιτική της «προσεγγίσεως» με τους Τουρκοκυπρίους, υπερφαλαγγίζει από δεξιά και το κυβερνών κόμμα και καλεί τον Πρόεδρο να προωθήσει τις συνομιλίες για «λύση» γιατί, σε διαφορετική περίπτωση, δίδεται η εντύπωση στους ξένους ότι δεν υπάρχει άλλη λύση από τη διχοτόμηση!
Ο κίνδυνος «διχοτομήσεως» έχει αναχθεί από το ΑΚΕΛ σε ιδεολογικό μπαμπούλα, που συγκαλύπτει αυτό που είναι προφανές στους πάντες ότι μια «λύση» τύπου Σχεδίου Ανάν δεν αναιρεί, βεβαίως, τη διχοτόμηση. Αντιθέτως, τη νομιμοποιεί και την επικυρώνει και θέτει ολόκληρη την Κύπρο υπό τον γεωπολιτικό έλεγχο της Άγκυρας, με αβέβαιο το μέλλον του Κυπριακού Ελληνισμού. Για να αντιληφθεί κανείς ποια είναι η πραγματικότητα με τους Τουρκοκυπρίους αρκεί να αναγνώσει τα επίσημα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας της Κύπρου. Σύμφωνα με αυτά, οι Τουρκοκύπριοι αντιπροσωπεύουν το 9,6% του πληθυσμού της Κύπρου και ανέρχονται σε 90.000. Το 1974 αντιπροσώπευαν το 18% του πληθυσμού. Η Άγκυρα τους χρησιμοποιεί ως στρατηγική μειονότητα για να προωθήσει τους στόχους της. Έχει όμως ήδη δημιουργήσει στην κατεχόμενη Κύπρο πλειοψηφία εποίκων.
Ένα δείγμα των δυνατοτήτων που έχει η Κύπρος με μια άλλη πολιτική, είναι η διαπραγμάτευση συμφωνίας με την Αίγυπτο για την εξαγωγή φυσικού αερίου της Κύπρου από το κοίτασμα Αφροδίτη με υποθαλάσσιο αγωγό. Οι διαπραγματεύσεις αφορούν συμβόλαιο με 15ετή ισχύ, το οποίο θα αποφέρει στην Κύπρο 12 έως 13 δισ. ευρώ. Οι διαπραγματεύσεις αναμένεται να ολοκληρωθούν μέσα στο 2015. Η προοπτική αυτή είναι μια απάντηση σ’ αυτούς που επισείουν στην Κύπρο τα Μνημόνια για 100 ή 300 εκατ. ευρώ.
Η Κύπρος και η Ελλάδα έχουν ανάγκη από μια άλλη πολιτική και από στρατηγικές συμμαχίες που θα αποτελέσουν ασπίδα για τα ενεργειακά τους συμφέροντα που επιβουλεύεται η Άγκυρα. Η Κύπρος ειδικότερα δεν έχει κανέναν λόγο να επισπεύδει για δήθεν «λύση» που θα οδηγούσε στην κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Προτεραιότητα έχει η δημιουργία των προϋποθέσεων γι’ αποδεκτή λύση, που διέρχεται μέσα από την αξιοποίηση των ενεργειακών αποθεμάτων της.