Η αβάστακτη αμέλεια και η αλλοπρόσαλλη πολιτική του ελληνικού κράτους στη Θράκη

Ορθώς η κυβέρνηση δεν το επέτρεψε. Μακάρι να ακολουθούσε συστηματικά την ίδια πολιτική. Η Θράκη, κατά τα τελευταία χρόνια, έγινε στόχος συνεχών επισκέψεων Τούρκων επισήμων ανωτάτου επιπέδου, που έχουν ως στόχο να παρουσιάσουν τη Θράκη «Τουρκική» περίπου περιοχή, εκτός των Τουρκικών συνόρων, και ότι κάτι τρέχει εκεί με τη Μουσουλμανική μειονότητα.

Βρέθηκα στη Θράκη, κατά τις τελευταίες ημέρες, σ’ ένα Συνέδριο που οργάνωσε η «Ελληνική Γλωσσική Κληρονομιά» στην Κομοτηνή, στις 28-30 Νοεμβρίου, με θέμα «Γλώσσα και Εθνική Ενότητα». Στο επίκεντρο των συζητήσεων του Συνεδρίου ήταν η Ελληνική γλώσσα και ο Ελληνικός πολιτισμός στη Θράκη, με εμβληματικές μορφές τον Δημόκριτο, τους μεγάλους μουσικούς που χάνονται στην αχλύ της μυθολογίας, όπως κατά πρώτο λόγο ο Ορφέας αλλά επίσης ο Εύμολπος, ο Θάμυρις.

Ήταν επίσης η λατρεία του Ορφέα και του Διονύσου που διεδραμάτισαν τόσο σημαντικό ρόλο στην πνευματική και καλλιτεχνική ζωή και δημιουργία ολόκληρου του Ελληνικού κόσμου. Από τις αρχές της Ελληνικής μυθολογίας και ιστορίας, η Θράκη ήταν πάντα παρούσα και συνδεδεμένη με όλα τα μεγάλα κεφάλαια της Ελληνικής περιπέτειας: Τους Άθλους του Ηρακλέους, την Αργοναυτική Εκστρατεία, τα Ομηρικά Έπη, την κοινή μοίρα κατά τους ιστορικούς χρόνους, από την κλασική Αρχαιότητα ως τον Μέγα Αλέξανδρο, τη Ρωμαϊκή κατάκτηση, το Βυζάντιο, τους εθνικούς απελευθερωτικούς αγώνες και τη σύγχρονη εποχή.

Η Δυτική Θράκη που περιλαμβάνεται στην Ελληνική επικράτεια είναι μόνο ένα μέρος της ιστορικής Θράκης, που είχε σε όλη την έκτασή της ακμαιότατο Ελληνισμό. Μέσα από τις περιπέτειες της ιστορίας των Βαλκανίων, η Ανατολική Ρωμυλία στον Βορρά ενσωματώθηκε στη Βουλγαρία. Η Ανατολική Θράκη, που είχε απελευθερωθεί πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή, εκκενώθηκε αργότερα από τον Ελληνικό στρατό και τον Ελληνικό πληθυσμό της, ύστερα από τελεσιγραφική απαίτηση των Μεγάλων Δυνάμεων. Οι τελευταίες ανέστρεψαν την πολιτική τους μετά τη νίκη των επαναστατών στη Ρωσία και την εγκαθίδρυση κομμουνιστικού καθεστώτος.

Ενώπιον του μεγάλου Γερμανικού κινδύνου, η παραδοσιακή αντι-Ρωσική πολιτική είχε αλλάξει. Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία και Ρωσία είχαν συμπήξει κοινό μέτωπο κατά των Γερμανών και των συμμάχων τους. Είχαν έρθει μάλιστα σε μυστική συνεννόηση για το μοίρασμα των λαφύρων στην Ανατολή, μετά τη διάλυση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Στο πλαίσιο αυτό είχαν υπογραφεί και οι λεγόμενες συμφωνίες Sykes-Picot, τα σύνορα των χωρών της σημερινής Μέσης Ανατολής.

Η Ρωσική Επανάσταση άλλαξε πάλι το γεωπολιτικό σκηνικό. Μεγάλη Βρετανία και Γαλλία επέστρεψαν στην αντι-Ρωσική πολιτική, που είχε τώρα τη μορφή της αντι-Σοβιετικής και αντι-κομμουνιστικής πολιτικής. Στο πλαίσιο αυτό έθεσαν ως προτεραιότητα τον προσεταιρισμό του νέου Τουρκικού καθεστώτος, του Κεμάλ, που είχε προβάλει ως έμβλημα της πολιτικής του τον εξευρωπαϊσμό της Τουρκίας και είχε αρχικά συμμαχήσει με τον Λένιν για την απόκρουση της Ελληνικής Μικρασιατικής Εκστρατείας.
Μ. Βρετανία και Γαλλία θεώρησαν ως αναγκαία την παραχώρηση στην Τουρκία της Ανατολικής Θράκης, αποδεχόμενες τα Τουρκικά επιχειρήματα ότι αυτό ήταν αναγκαίο για να έχει ένα ελάχιστο εδαφικό έρεισμα στην Ευρώπη η Ευρωπαϊκή πολιτική του Κεμάλ και για την κατοχύρωση επίσης της ασφάλειας της Κων/πόλεως και των Στενών των Δαρδανελλίων. Στους υπολογισμούς όμως των μεγάλων δυνάμεων, κατά πρώτο λόγο της Μ. Βρετανίας, που είχε τον ναυτικό έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου, κυριάρχησαν επίσης παλαιότερες σκέψεις που έχουν σχέση με τη γεωπολιτική σημασία της Θράκης ως εναλλακτικής, χερσαίας, καθόδου της Ρωσίας στο Αιγαίο. Οι Βρετανοί αντιμετώπιζαν πάντα με καχυποψία την Ορθόδοξη ομοδοξία των Ρώσων και των Ελλήνων και είχαν συνεχώς την τάση να εμπιστεύονται περισσότερο τον Μουσουλμανικό παράγοντα, που έχει ιστορικά μια ανταγωνιστική σχέση με τον Ρωσικό παράγοντα. Οι υπολογισμοί αυτοί δεν απουσιάζουν και από τη σημερινή αντιμετώπιση της Θράκης ως γεωπολιτικού χώρου από τον σημερινό Δυτικό παράγοντα, μ’ επικεφαλής τις ΗΠΑ και είναι κάτι το οποίο πρέπει η Ελλάδα να έχει κατά νου και να λαμβάνει υπ’ όψιν στη διαμόρφωση της συνολικής πολιτικής της.

Η δημιουργία προβλήματος εκ του μη όντος με τη Μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη είναι κυριολεκτικά μνημείο αμέλειας, ολιγωρίας και αλλοπρόσαλλης πολιτικής του Ελληνικού κράτους. Η Συνθήκη της Λωζάννης αναφέρεται σε μειονότητες που συναπαρτίζουν τη Μουσουλμανική μειονότητα, υπονοώντας σαφώς τη διαφορετική πολιτιστική ταυτότητα των Πομάκων και των Ρομά. Προνοούσε επίσης για την αριθμητική ισορροπία μεταξύ της Ελληνικής μειονότητας της Κων/πόλεως και της Μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης. Η ισορροπία αυτή παρεβιάσθη απροκάλυπτα με τον διωγμό των Ελλήνων της Κων/πόλεως. Το Ελληνικό όμως κράτος δεν πήρε τα απαραίτητα μέτρα για τη διαφύλαξη της πρόνοιας περί αριθμητικής ισορροπίας μεταξύ των δύο μειονοτήτων. Θεώρησε ότι δεν ήταν σωστό να ακολουθήσει την Τουρκία σε μια παρόμοια πολιτική.

Διέπραξε όμως παραλλήλως ένα μεγάλο στρατηγικό λάθος, ήδη από τη δεκαετία του ’50, που συνεχίζεται, με διάφορες μορφές, μέχρι σήμερα. Επέτρεψε να επεκταθεί, λόγω κοινού θρησκεύματος, η διδασκαλία της Τουρκικής γλώσσας και στους Πομάκους, που έχουν δική τους γλώσσα και χωριστή πολιτιστική ταυτότητα. Η αρχή έγινε επί εποχής Παπάγου, μέσα στο φανατικό κλίμα του ψυχρού πολέμου και του φόβου ότι η ύπαρξη σημαντικού αριθμού Πομάκων στην άλλη πλευρά των συνόρων, στη Βουλγαρία, μπορούσε να γίνει διάδρομος κομμουνιστικής διεισδύσεως και προπαγάνδας. Εθεωρήθη τότε ότι η κοινή Μουσουλμανική ασπίδα στα Ελληνο-Βουλγαρικά σύνορα θα ήταν πιο αποτελεσματική για την «προστασία» από τον Κομμουνιστικό κίνδυνο.

Η πολιτική αυτή συνεχίσθηκε και αργότερα, με την εγκύκλιο του Γ. Διοικητή της Θράκης Φεσσόπουλου, το 1955, το Ελληνο-Τουρκικό Πρωτόκολλο που υπέγραψε η δικτατορία των συνταγματαρχών το 1968 και τους πρόσφατους πειραματισμούς και πρωτοβουλίες της κυβερνήσεως Γιώργου Παπανδρέου.

Εν τω μεταξύ, η Άγκυρα, κτίζοντας πάνω στην ανοχή, την αδράνεια, το έλλειμμα στρατηγικής και την αλλοπρόσαλλη πολιτική της Ελλάδος, προώθησε στη Θράκη μια κατάσταση που εγκυμονεί κινδύνους για τη χώρα, εάν δεν αντιμετωπισθεί εγκαίρως και αποτελεσματικά. Η κατάσταση έχει επιδεινωθεί ιδιαίτερα μετά την εισαγωγή του «Καλλικράτη», ο οποίος είναι γενικότερα προβληματικός, αλλά δημιουργεί ιδιαίτερα προβλήματα στη Θράκη. Το Τουρκικό Προξενείο αφέθηκε να λειτουργεί πέρα από τα νόμιμα όρια που θέτουν τα διπλωματικά θέσμια και ο ρόλος ενός προξενείου και να επιδιώκει ιδιαίτερα τον εκτουρκισμό της Μουσουλμανικής μειονότητας, περιλαμβανομένων των Πομάκων και των Ρομά, όπως επίσης τον πολιτικό έλεγχο και τη χειραγώγησή της.

Οι εισηγητές του Συνεδρίου της «Ελληνικής Γλωσσικής Κληρονομιάς», μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονταν ο Ακαδημαϊκός και επίτιμος Αρχηγός ΓΕΕΘΑ Δ. Σκαρβέλης, ο πρόεδρος της «Ελληνικής Γλωσσικής Κληρονομιάς», καθηγητής Βασίλης Φίλιας, η καθηγήτρια Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας Γ. Ξανθάκη – Καραμάνου, ο καθηγητής φιλοσοφίας Χρ. Γιανναράς, ο ιστορικός Σαράντος Καργάκος, ο στρατηγός Φραγκούλης Φράγκος, Επίτιμος Αρχηγός ΓΕΣ, ο πρέσβυς ε.τ. Περικλής Νεάρχου, η καθηγήτρια Λατινικής Φιλολογίας Αριστέα Τόλια, ο πρέσβυς Γ. Πουκαμισάς και εκπαιδευτικοί και δημοσιογράφοι από την περιοχή, έστειλαν με τις εισηγήσεις και τις διαπιστώσεις τους, μηνύματα για το αυτονόητο που πρέπει επιτέλους να πράξει το κράτος για να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις Τουρκικές υπονομευτικές δραστηριότητες και να δώσει νέα ώθηση στην ανάπτυξη της Θράκης:

* Η Ελληνική γλώσσα πρέπει να έχει τη θέση που της αρμόζει, ως επίσημη γλώσσα του κράτους, στη μειονοτική εκπαίδευση. Δεν είναι δυνατόν να εξαναγκάζονται οι Πομάκοι και οι Ρομά μαθητές να μαθαίνουν την Τουρκική γλώσσα, λόγω θρησκεύματος. Πρέπει να είναι σεβαστή η χωριστή πολιτιστική ταυτότητα των Πομάκων και των Ρομά, στο πνεύμα, άλλωστε, της Συνθήκης της Λωζάννης. Το κράτος πρέπει να δημιουργήσει, όπου δεν υπάρχουν, δημοτικά σχολεία στα χωριά των Πομάκων ώστε οι μαθητές να μπορούν ελεύθερα να φοιτούν σ’ αυτά και να διδάσκονται το πρόγραμμα που διδάσκεται στα δημοτικά σχολεία όλης της χώρας.

* Το Τουρκικό Προξενείο πρέπει να περιορισθεί στον ρόλο ενός Προξενείου και σε τίποτε άλλο.

* Ο «Καλλικράτης» πρέπει επειγόντως να επανεξετασθεί ιδιαίτερα στη Θράκη και να μη χρησιμοποιείται καταχρηστικά για την προαγωγή απαράδεκτων Τουρκικών βλέψεων.

* Είναι επείγον να αντιμετωπισθούν τα προβλήματα που δημιουργεί η ποδηγέτηση, από την Τουρκική πολιτική και προπαγάνδα, της Μουσουλμανικής μειονότητας και αυτό απαιτεί συγκεκριμένες δράσεις για τη γλώσσα, τη μειονοτική εκπαίδευση και την ανάπτυξη της Θράκης.


Σχολιάστε εδώ