Η κατευναστική πολιτική και η επίσκεψη Νταβούτογλου
Η Ελληνική πλευρά να επιστρέψει στις διακοινοτικές συνομιλίες στην Κύπρο, προπαγανδίζει η Άγκυρα και το Τουρκοκυπριακό της φερέφωνο, ώστε η συνέχιση των συνομιλιών να γίνει με το δίλημμα ή δίνετε τη «μοιρασιά» του φυσικού αερίου που διεκδικούμε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ή, σε διαφορετική περίπτωση, το παίρνουμε μόνοι μας με τον νέο Αττίλα στην Κυπριακή ΑΟΖ. Με την ίδια λογική, την παραμονή της ελεύσεως του Τούρκου πρωθυπουργού στην Αθήνα, η Άγκυρα στέλνει ισχυρή δύναμη του στόλου της στο σύμπλεγμα του Καστελλόριζου για να διεξαγάγει προκλητικές ασκήσεις – προειδοποιήσεις προς την Αθήνα και επίδειξη αεροναυτικής ισχύος. Οι Τουρκικές ασκήσεις έχουν επίσης στόχο να αποθαρρύνουν και να εκφοβίσουν την Αθήνα ώστε να μην προχωρήσει στην ανάπτυξη στρατηγικής σχέσεως με την Αίγυπτο και την υπογραφή, σε προοπτική, συμφωνίας για την οριοθέτηση της ΑΟΖ.
Ο Τούρκος πρωθυπουργός, αιφνιδιάζοντας την Ελληνική πλευρά, έθεσε επίσης την τελευταία στιγμή θέμα επισκέψεως του Τούρκου πρωθυπουργού, μαζί με όλη την κουστωδία των υπουργών του και των υπηρεσιακών παραγόντων, στη Θράκη.
Με λίγα λόγια, ερχόμενος στην Αθήνα ο Τούρκος πρωθυπουργός θέτει εκ των προτέρων στην ημερήσια διάταξη όλες τις Τουρκικές διεκδικήσεις από την Κύπρο ως τη Θράκη και επισείει ως πρώτο διπλωματικό όπλο την Τουρκική στρατιωτική ισχύ. Η Τουρκική πλευρά πιστεύει ότι έχει μπροστά της μια ευκαιρία την οποία πρέπει να εκμεταλλευθεί. Ο πρώτος λόγος γι’ αυτό είναι η σημερινή οικονομική αδυναμία της χώρας, που δραματοποιείται ακόμη περισσότερο, κατά τις τελευταίες ημέρες, από τους νέους εκβιασμούς της «τρόικας». Ο δεύτερος είναι τα κενά που υπάρχουν στο Ελληνικό αμυντικό δυναμικό, σε συνδυασμό με τον διπλωματικό εγκλωβισμό της χώρας σε μια κατευναστική και μονοδιάστατη εξωτερική πολιτική.
Τα κενά στο αμυντικό δυναμικό της χώρας δεν ήταν αναπόφευκτα και δεν οφείλονται κατά πρώτο λόγο στη σημερινή οικονομική κατάσταση. Η τελευταία και η πολιτική ακραίας λιτότητας που ήρθε να επιβάλει η «τρόικα» και στην άμυνα απλώς επιδείνωσαν μια υπάρχουσα κακή κατάσταση. Μνημείο αυτής της καταστάσεως έγιναν τα τέσσερα σύγχρονα υποβρύχια, που παρέμειναν καθηλωμένα επί οκτώ ολόκληρα χρόνια. Εάν τα τέσσερα αυτά υποβρύχια, εξοπλισμένα με σύγχρονες τορπίλες, βρίσκονταν σήμερα στη θάλασσα, η ισορροπία δυνάμεων στη θάλασσα θα ήταν πολύ διαφορετική και η Τουρκική πλευρά θα μιλούσε και θα ενεργούσε με πολύ λιγότερο θράσος.
Το ίδιο ισχύει για τα αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας, τα οποία ο πρώην υπουργός Πάνος Μπεγλίτης έσπευσε, το 2009, να αποσύρει, χωρίς να έχει μεριμνήσει για την αντικατάστασή τους.
Το ίδιο ισχύει σήμερα για τις Γαλλικές φρεγάτες Eremm. Η Ελληνική κυβέρνηση εξήγγειλε, πριν από δύο και περισσότερα χρόνια, την επείγουσα προμήθεια από τη Γαλλία, με τη μέθοδο της ενοικιαγοράς (leasing), δύο υπερσύγχρονων φρεγατών τύπου Fremm για την άμεση κάλυψη των αμυντικών αναγκών της χώρας.
Τα ισχυρά σημεία των φρεγατών τύπου Fremm είναι η αντιαεροπορική άμυνα περιοχής που εξασφαλίζουν και ο εξοπλισμός τους, μεταξύ άλλων, με τον πύραυλο θαλάσσης-εδάφους scalp naval μακρού βεληνεκούς.
Τι συμβαίνει με την προμήθεια των δύο φρεγατών; Γιατί δεν επισπεύδει την παραλαβή τους η Ελληνική πλευρά τώρα που επιχειρεί η Άγκυρα να ασκήσει στρατηγικό εκβιασμό; Η έλλειψη χρημάτων δεν πρέπει λογικά να είναι το εμπόδιο, εφόσον η μέθοδος της ενοικιαγοράς επιτρέπει τη μετάθεση των πληρωμών σε βάθος χρόνου.
Το ίδιο, τέλος, συμβαίνει με τα τεθωρακισμένα οχήματα μάχης (TOMA). Στο σύγχρονο πεδίο μάχης τα άρματα έχουν απόλυτη ανάγκη από τη στήριξη και την κάλυψη των TOMA ώστε να δρουν με αυτά σε συζυγία.
Η Ελλάδα υπέγραψε, επί Κώστα Καραμανλή, συμφωνία με τη Ρωσία για τη συμπαραγωγή 456 TOMA BMP3, τα οποία διαθέτει ήδη η Κυπριακή εθνοφρουρά και τα οποία θα κάλυπταν πλήρως την επείγουσα αυτή ανάγκη του Ελληνικού στρατού.
Με παρεμβολή της Αμερικανικής πλευράς, η συμφωνία αυτή πάγωσε. Το τελευταίο παράδειγμα δείχνει τον μονόπλευρο εγκλωβισμό της Ελληνικής πλευράς σε μια εξαρτημένη πολιτική, που την εμποδίζει να οργανώσει αποτελεσματικά την άμυνά της και την αποτροπή της έναντι της Τουρκικής απειλής.
Εάν το ΝΑΤΟ, η ΕΕ ή οι διμερείς σχέσεις με τις ΗΠΑ διεσφάλιζαν την άμυνα της χώρας έναντι της Τουρκικής απειλής, δεν θα υπήρχε ανάγκη ούτε να αναλώνονται πολύτιμοι οικονομικοί πόροι για την άμυνα ούτε να αναζητούνται αμυντικά και διπλωματικά ερείσματα προς άλλη κατεύθυνση. Όλοι όμως γνωρίζουμε ότι αυτό δεν ισχύει. Ενδεχόμενη Αμερικανική παρέμβαση σε περίπτωση κρίσεως θα στρεφόταν μάλλον σε βάρος της Ελληνικής πλευράς. Η τελευταία υπολαμβάνεται από τις ΗΠΑ ως η πιο αδύνατη και πολιτικά ελεγχόμενη πλευρά.
Ο Τούρκος πρωθυπουργός έρχεται επίσης στην Αθήνα, έχοντας πίσω του την επίσκεψη Πούτιν στην Άγκυρα και την υπογραφή με τη Ρωσία νέων σημαντικών συμφωνιών οικονομικής συνεργασίας. Η Άγκυρα επιδιώκει να ουδετεροποιήσει τον Ρωσικό παράγοντα στα Ελληνο-Τουρκικά και να απομονώσει την Ελληνική πλευρά από έναν εν δυνάμει στρατηγικό σύμμαχο.
Εκμεταλλεύεται γι’ αυτό τον φοβισμό και την εξαρτημένη, μονοδιάστατη πολιτική της Ελληνικής πλευράς. Επιδιώκει, επίσης, εγκλωβίζοντας την Ελληνική πλευρά σε μια δήθεν στρατηγική Ε/Τα, συνεργασία και «φιλία», να διεμβολίσει τις περιφερειακές συμμαχίες που επιχειρούν να αναπτύξουν Ελλάδα και Κύπρος με το Ισραήλ και την Αίγυπτο.