Η Άγκυρα, η Ουάσινγκτον και οι τζιχαντιστές
Το παράδοξο είναι ότι ενώ επικρατεί η κοινή πεποίθηση περί του υπάρχοντος κινδύνου που επιβάλλει την άμεση ανάγκη ανάληψης συντονισμένης αντίδρασης επί διεθνούς επιπέδου,
ο απαιτούμενος συντονισμός δεν έχει ακόμη επιτευχθεί.
Οι ΗΠΑ διστάζουν να αναλάβουν την ευθύνη μιας μονομερούς δράσης. Οι εμπειρίες που έχουν από το Βιετνάμ, το Αφγανιστάν, το Ιράκ, λειτουργούν ανασταλτικά στη λήψη μιας τέτοιας απόφασης.
Ο ΟΗΕ παραμένει ανενεργός, η δε ΕΕ, ευρισκόμενη σε φάση εσωστρέφειας, δεν είναι και αυτή διατεθειμένη να αναλάβει ουσιαστικές πρωτοβουλίες.
Στο πλαίσιο των καταβαλλομένων προσπαθειών σύμπτυξης μετώπου κατά του ΙΚ, ο αμερικανός αντιπρόεδρος κ. Μπάιντεν αφίχθη την 22α τρέχοντος στην Τουρκία. Παρά την πολύωρη συνάντησή του με τον κ. Ερντογάν και παρά τις σχετικές δηλώσεις των δύο ανδρών, οι Αμερικανοί δεν φαίνεται να απέσπασαν ό,τι επεδίωκαν. Αν και τα δύο μέρη θέλησαν να δείξουν ότι η Τουρκία αποτελεί και επίσημα μέλος του υπό την αμερικανική ηγεσία διεθνούς συνασπισμού κατά των ανταρτών του ΙΚ, εντούτοις ο ρόλος της Άγκυρας στη συμμαχία αυτή δεν έχει ακόμα καθοριστεί.
Η Άγκυρα ακολουθεί μια αμφιλεγόμενη πολιτική. Προκειμένου να ενταχθεί ενεργά στον συνασπισμό κατά των τζιχαντιστών, οι Τούρκοι θέτουν κυρίως δύο όρους. Αφενός μεν την ανατροπή του Προέδρου της Συρίας Μπασάρ Αλ Άσαντ, ανατροπή όμως που οι Αμερικανοί δεν εντάσσουν στις άμεσες προτεραιότητές τους, αφετέρου δε τη δημιουργία μιας ουδέτερης ζώνης κατά μήκος των συνόρων Τουρκίας-Συρίας καθώς και μιας περιοχής απαγόρευσης πτήσεων.
Ειδικά όσον αφορά τον συριακό παράγοντα, πρέπει να τονίσουμε ότι πολλοί ευρωπαίοι ηγέτες, που ανησυχούν ιδιαίτερα για την προέλαση των τζιχαντιστών, δεν θεωρούν ότι ο Άσαντ αποτελεί το μείζον κακό. Το ΙΚ αποτελεί για τη Συρία και τη Δύση κοινό εχθρό, γεγονός που συμφέρει το καθεστώς Άσαντ.
Χωρίς τη βοήθεια της Τουρκίας, πάντως, η Ουάσινγκτον δεν μπορεί να στραφεί αποτελεσματικά κατά των τζιχαντιστών. Είναι χαρακτηριστική η αναφορά των «New York Times» που υποστηρίζει ότι η Τουρκία αναδεικνύεται ως αναντικατάστατο κράτος στην αντιμετώπιση του ΙΚ.
Οι ΗΠΑ επιπλέον προσπαθούν να εξασφαλίσουν την άδεια χρήσης της αεροπορικής βάσης του Ιντσιρλίκ, μιας βάσης κυριαρχικής σημασίας.
Η βάση αποτελεί ιδανική τοποθεσία για τη στάθμευση των βομβαρδιστικών των ΗΠΑ. Ευρίσκεται στη Νότια Τουρκία, οι δε επικρατούσες εκεί καιρικές συνθήκες όλον τον χρόνο είναι ευνοϊκές και η ακτίνα δράσης των βομβαρδιστικών μπορεί να καλύψει μεγάλη γεωγραφική έκταση. Έτσι, σε περίπτωση που οι Τούρκοι συγκατανεύσουν για τη χρήση του Ιντσιρλίκ, τα αεροπλάνα του συνασπισμού θα βρίσκονται σε πολύ πιο κοντινή απόσταση από τους επιθυμητούς στόχους τους.
Κρίσιμο πάντως στοιχείο των εξελίξεων αποτελεί η πόλη-σύμβολο, το Κομπάνι. Είναι μια πόλη τεράστιας στρατηγικής σημασίας, που θα καθορίσει ευρύτερα την τύχη και τις προοπτικές του ΙΚ.
Το Κομπάνι είναι μεθοριακή πόλη και ευρίσκεται στη Βόρεια Συρία. Είχε 60.000 κατοίκους που λόγω, όμως, της εισροής προσφύγων από άλλα σημεία της Συρίας, έφτασε τις 400.000.
Πρακτικά, η πόλη τώρα έχει ερημωθεί. Το ένα άκρο ελέγχουν οι τζιχαντιστές, το άλλο οι Κούρδοι. Οι τελευταίοι μάλιστα ευρίσκονται, εδώ και δυο μήνες, υπό αμερικανική αεροπορική προστασία.
Η τουρκική πλευρά, πάντως, τηρεί κάποια αναβλητικότητα στη στάση της όσον αφορά στη συμμετοχή της στον διεθνή συνασπισμό κατά του ΙΚ. Ίσως αναμένει την εξασθένιση των αντιμαχομένων πλευρών, προκειμένου να λάβει την τελική της απόφαση.
Η Άγκυρα ευρίσκεται ενώπιον διλήμματος. Αν συνεχίσει να τηρεί επαμφοτερίζουσα στάση, στην περίπτωση που οι τζιχαντιστές αναλάβουν επιχειρήσεις εντός τουρκικού εδάφους, δεν μπορεί να προεξοφλήσει ποια θα είναι η στάση των Κούρδων. Θα συνεχίσουν να στρέφονται κατά του ΙΚ ή όχι;
Αν πάει πάλι με τους Κούρδους, τότε ενθαρρύνει τις εθνικές τους φιλοδοξίες, αφού η συνεργασία αυτή θα νομιμοποιήσει έτι περαιτέρω τις εθνικές τους φιλοδοξίες περί δημιουργίας κουρδικού κράτους.
Είναι σαφές πλέον ότι οι εξελίξεις ευνοούν τους Κούρδους που πολεμούν το ΙΚ. Η Τουρκία με δέος αντιλαμβάνεται πλέον ότι ωριμάζει η ιδέα δημιουργίας ενός ανεξάρτητου κουρδικού κράτους, ως ανάχωμα κατά του εξτρεμισμού. Η ιδέα, βέβαια, αυτή δεν απαρέσκει στους Αμερικανούς. Το αν όμως και πώς τελικά αυτή θα πραγματοποιηθεί και το τι θα περιλάβει η ενδεχόμενη δημιουργία μιας τέτοιας κρατικής οντότητας, δεν μπορεί ακόμη να προσδιοριστεί.