Κυπριακό: Ο ύπουλος ρόλος των Βρετανών

Η υπονόμευση της Κυπριακής Δημοκρατίας από τη βρετανική πολιτική είναι σταθερή και επίμονη και αποτυπώνεται σε κάθε προσπάθεια επιβολής (αρνητικής) λύσης στο Κυπριακό, κατευνάζοντας και εξυπηρετώντας τα τουρκικά συμφέροντα.

Ο διαχρονικός άξονας στον οποίο κινείται η βρετανική πολιτική είναι η επιβολή μιας αδύναμης και χαλαρής ομοσπονδίας στην Κύπρο, όπου θα ικανοποιηθεί η Τουρκία, ώστε να υπάρχει η «πολιτική υποχρέωση» προς το Λονδίνο και κυρίως να μην αμφισβητηθεί το καθεστώς των βρετανικών βάσεων. Οι Βρετανοί, από το 2004, όταν η Κύπρος έγινε μέλος της ΕΕ, τρέμουν στην ιδέα ότι μια ισχυρή κυπριακή κυβέρνηση θα επιδιώξει κάποια στιγμή να αμφισβητήσει τη νομιμότητα ύπαρξης των βάσεων, που αποτελούν το τελευταίο υπόλειμμα της αποικιοκρατίας στο ίδιο το έδαφος της ΕΕ.

Η είδηση του επεισοδίου που έγινε στη διάρκεια της τελευταίας Συνόδου Κορυφής, με αφορμή την τοποθέτηση του βρετανού πρωθυπουργού Ν. Κάμερον για το Κυπριακό, είναι αποκαλυπτική.

Ενώ είχε διανεμηθεί στους ηγέτες η επιστολή του Ν. Αναστασιάδη, που λόγω της ασθένειάς του δεν συμμετείχε στη σύνοδο των ηγετών, με την οποία καλούσε την ΕΕ να δείξει την αλληλεγγύη της έναντι της παραβίασης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία, τον λόγο πήρε ο βρετανός πρωθυπουργός, θέτοντας ένα ερώτημα το οποίο υπονόμευε πλήρως, όχι μόνο την επιχειρηματολογία της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά και την ίδια την υπόστασή της.

Ο κ. Κάμερον διερωτήθηκε «εάν μπορεί να έχει ΑΟΖ η Κύπρος πριν από την λύση του κυπριακού προβλήματος». Η απάντηση δόθηκε από την ίδια την κ. Μέρκελ, η όποια παίρνοντας τον λόγο επισήμανε ότι «εάν όλα τα κράτη έχουν ΑΟΖ, τότε γιατί να μην έχει και η Κύπρος», οπότε η προσπάθεια του κ. Κάμερον να ξεκινήσει «κίνημα» εναντίον της Κύπρου δεν είχε συνέχεια.

Ο βρετανός πρωθυπουργός, με την παρέμβασή του αυτή, υιοθετούσε την πιο ακραία τουρκική θέση ότι η Κύπρος είναι κράτος με περιορισμένη κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματά του μπορούν να ασκηθούν μόνο μερικώς, μέχρις ότου υπάρξει λύση του κυπριακού προβλήματος. Με τη θέση αυτή, ουσιαστικά, οι Τουρκοκύπριοι και συνεπώς η Τουρκία καθίστανται συνιδιοκτήτες των ελεύθερων περιοχών της Κυπριακής Δημοκρατίας, ενώ διατηρούν την κατοχή στο βόρειο τμήμα του νησιού μέχρις ότου βρεθεί λύση. Με μια τέτοια λογική φυσικά δεν θα υπήρχε ποτέ κίνητρο για τους Τούρκους ώστε να βρεθεί λύση του Κυπριακού, καθώς θα ίσχυε το «δικά μας, δικά μας και τα δικά σας, δικά μας…».

Από τα βρετανικά μυαλά ποτέ δεν έχει χαθεί η ιδέα και η κρυφή προσδοκία ότι προσφέροντας εξυπηρέτηση στην Τουρκία, τη στιγμή που άλλοι σημαντικοί διεθνείς παίκτες βρίσκονται αν όχι σε σύγκρουση, πάντως σε μεγάλη ψυχρότητα, θα μπορούσε να επιβάλλει σε ένα νέο σχέδιο λύσης του Κυπριακού την απαίτηση για αναγνώριση έστω και περιορισμένων θαλασσίων ζωνών για τις βρετανικές βάσεις.

Μια τέτοια ιδέα, που είχε επιχειρηθεί να ενταχθεί στις συνομιλίες για το Κυπριακό στο παρελθόν, θα έδινε την ευκαιρία στη Βρετανία να εγείρει αξιώσεις για μερίδιο από το φυσικό αέριο σε τουλάχιστον τρία Οικόπεδα της Κυπριακής ΑΟΖ. Αυτό φυσικά αποτελεί κόκκινη γραμμή για την Κυπριακή Δημοκρατία, καθώς θα συνιστούσε αποδοχή αποκατάστασης, έστω και σε μικρή κλίμακα, του αποικιοκρατικού καθεστώτος, μια και η παραχώρηση της χρήσης του εδάφους των βάσεων για λόγους «αμυντικούς» θα μετατρεπόταν σε πλήρη παραχώρηση της κυριαρχίας επί κυπριακού εδάφους και των συνεπαγόμενων εξ αυτού θαλασσίων ζωνών…

Ο ύπουλος ρόλος των Βρετανών όμως εκδηλώνεται με κάθε ευκαιρία και δεν χρειάζεται φυσικά να θυμίσουμε ότι το Σχέδιο Ανάν επρόκειτο περί έμπνευσης του περίφημου λόρδου Χάνεϊ.

Δεν είναι τυχαίο ότι η Βρετάνια με τη Φιλανδία και τη Σουηδία ήταν οι χώρες που επιχείρησαν να μπλοκάρουν την έκδοση αυστηρού μηνύματος της ΕΕ προς την Άγκυρα για τις παράνομες έρευνες στην κυπριακή ΑΟΖ. Με τον φιλοτουρκικό αυτό πυρήνα πολύ συχνά συντάσσονται και οι βαλτικές χώρες, δημιουργώντας έτσι μια αρκετά ισχυρή ομάδα που δημιουργεί προβλήματα στην Κύπρο.

Οι εκβιασμοί και οι πιέσεις από το Λονδίνο θα συνεχίσουν το επόμενο διάστημα, εν όψει και της Συνόδου Κορυφής του Δεκεμβρίου, όπου πολλοί θα ήθελαν να στείλουν ένα μήνυμα φιλίας (και υποταγής) στον νέο σουλτάνο της Άγκυρας, δίνοντας το σήμα για το άνοιγμα νέων κεφαλαίων των ενταξιακών διαπραγματεύσεων.

Και αυτό που φοβούνται είναι ότι η Κύπρος, με τα σημερινά δεδομένα, δεν θα έχει κανένα περιθώριο ελιγμού και υπαναχώρησης από τη δέσμευσή της ότι εφόσον συνεχίζονται οι τουρκικές προκλήσεις στην ΑΟΖ της, θα προχωρήσει στο πλήρες πάγωμα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων.

Κωνσταντίνος Τσάκαλος


Σχολιάστε εδώ