Η δημοσιογραφία στον αγώνα κατά της διαφθοράς

Καθώς το φαινόμενο της διαφθοράς καθίσταται ολοένα και πιο περίπλοκο (μην ξεχνάμε ότι η κίνηση του μαύρου χρήματος από το ένα άκρο του πλανήτη στο άλλο γίνεται τώρα με το απλό πάτημα ενός κουμπιού) η ανάγκη της παρέμβασης της δημοσιογραφίας γίνεται επιτακτικότερη.

Διότι η ελεύθερη και ανοικτή διασπορά της πληροφορίας και η διάχυση του διαλόγου ενισχύουν τη διαφάνεια. Οι προσπάθειες δε κατά της διαφθοράς αποδίδουν καλύτερα σε περιβάλλον καλά και έγκαιρα πληροφορημένων πολιτών.

Η παροχή δημόσιας διαρκούς πληροφόρησης με εύκολα προσβάσιμο τρόπο, όπως οι διαδικτυακοί τόποι, από όπου δίδονται στοιχεία για τις δημόσιες προμήθειες και γενικά τις δημόσιες συμβάσεις, αλλά και άλλα στοιχεία συναλλαγών του δημόσιου τομέα, συμβάλλουν σημαντικά στη διαφάνεια.

Ευέλικτη, αποφασιστική, επιθετική πολλές φορές, η δημοσιογραφία του είδους αυτού, σε όλο τον κόσμο, αναδιφεί εμπορικές πληροφορίες, χρηματιστηριακά δεδομένα και πλήθος άλλων στοιχείων για την αποκάλυψη δικτύων εξωχώριων συναλλαγών και κίνησης κεφαλαίων που εξυπηρετούν και διευκολύνουν τη διαφθορά και στερούν το κράτος και την υγιή οικονομία από πόρους.

Η ερευνητική δημοσιογραφία βλέπει και ακούει εκεί που δεν μπορεί να βρεθεί ο πολίτης. Βλέπει και ακούει όταν αυτός δεν έχει τον χρόνο και τα μέσα να το κάνει.

Δρα επομένως συμπληρωματικά προς την Πολιτεία και τους θεσμούς της. Χωρίς βέβαια να την υποκαθιστά (κάτι τέτοιο θα ήταν θεσμικά ανώμαλο και επικίνδυνο).

Ωστόσο, ο δημοσιογράφος, προκειμένου να χαρακτηρισθεί άξιος εκπρόσωπος του είδους αυτού της δημοσιογραφίας και ενσαρκωτής πραγματικού λειτουργήματος, πρέπει προεχόντως να εργάζεται με επαγγελματισμό, μεθοδικότητα και δεοντολογία.

Παραθέτω ορισμένους δεοντολογικούς κανόνες, όπως αυτοί έχουν καταγραφεί μέσα από τη διεθνή εμπειρία:

* Η δημοσιογραφική έρευνα πρέπει να είναι πλήρης, να φθάνει σε βάθος, έτσι ώστε να παρέχει στον αναγνώστη ολοκληρωμένη γνώση του θέματος.

* Η έρευνα δεν καταγράφει στιγμιαία γεγονότα, αλλά ακολουθεί συγκεκριμένη διαδικασία, που διασφαλίζεται από την τήρηση ορισμένων αποδεκτών standards όσον αφορά την ακρίβεια και τα αποδεικτικά στοιχεία.

* Οι πληροφορίες πρέπει να είναι πρωτότυπες και αυθεντικές, βασισμένες σε πρωτοβουλίες και σε επαληθεύσιμα ευρήματα του δημοσιογράφου. Μια απλή πληροφορία ή διαρροή ή ένα ανώνυμο έγγραφο που φθάνει στα χέρια του μέσω του ταχυδρομείου δεν δικαιολογεί δημοσίευμα. Μπορεί βέβαια να αποτελέσει οδηγό για περαιτέρω έρευνα.

* Η έρευνα πρέπει να οδηγεί μια νέα (πρωτοεμφανιζόμενη) πληροφορία ή να συνθέτει ήδη διαθέσιμες πληροφορίες με ένα νέο τρόπο, ώστε να αποκαλύπτονται άγνωστες πτυχές του θέματος ή να αναδεικνύεται η σημασία του.

* Οι πληροφορίες πρέπει να διασταυρώνονται από περισσότερες πηγές, ιδίως όταν πρόκειται για περίπλοκα θέματα μεγάλης σημασίας.

Ακούω συχνά από δημοσιογράφους ότι η δημοσιογραφία πρέπει να έχει το στοιχείο της υπερβολής. Αντιλαμβάνομαι την ανάγκη της αγοράς. Αλλά να μην ξεχνούν οι δημοσιογράφοι, στο τέλος της ημέρας, ότι δεν είναι μόνο επαγγελματίες, είναι κάτι περισσότερο, κάτι που τους τιμά: είναι λειτουργοί. Και ακόμα, ότι ο λόγος τους δεν φθάνει μόνο μέχρι τον ανώνυμο αναγνώστη και ακροατή. Φθάνει και μέχρι το ίδιο το οικογενειακό τους περιβάλλον, το παιδί τους, τη μητέρα τους…

– Το κείμενο αυτό είναι απόσπασμα από την ομιλία του κ. Ιωάννη Τέντε στο Αργοστόλι στην εκδήλωση που έγινε το Σάββατο 25 Οκτωβρίου για την απονομή τιμητικής διάκρισης από το ΤΕΙ Ιονίων Νήσων.


Σχολιάστε εδώ