Τι κρύβεται πίσω από μια διπλωματική ήττα;
Η Τουρκία απέτυχε να εκλεγεί στη θέση του μη μονίμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας, για το χρονικό διάστημα 2015-16, κατά τις διεξαχθείσες εκλογές της περασμένης εβδομάδας στη Γενική Συνέλευση των HE, για δύο θέσεις μη μονίμων μελών του Συμβουλίου.
Πρόκειται για μια σαφή ήττα της τουρκικής διπλωματίας, που δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη.
Συνυποψήφιές της στη Δυτική Ομάδα -όλα ανεξαιρέτως τα κράτη-μέλη του ΟΗΕ ανήκουν σε μία από τις γεωγραφικές ομάδες του Οργανισμού- ήταν η Νέα Ζηλανδία και η Ισπανία.
Η Τουρκία, ως μέλος του Οργανισμού, λαμβάνει μέρος στις εργασίες δύο γεωγραφικών ομάδων. Της ασιατικής και της ομάδας των κρατών της «Δυτικής Ευρώπης και άλλων χωρών», όπως λέγεται. Όταν όμως ψηφίζει, συμμετέχει μόνο στις ψηφοφορίες της δεύτερης (Ομάδα Δυτικής Ευρώπης και άλλων χωρών). Για τον λόγο αυτό, η υποψηφιότητά της υπεβλήθη για την ομάδα αυτή. Σημειώνουμε ότι στις άλλες γεωγραφικές ομάδες συνήθως υπάρχει συμφωνία όλων των μελών ώστε να παρουσιάζεται μία μόνο υποψηφιότητα. Τούτο δεν συμβαίνει στη Δυτική Ομάδα, όπου οι υποψήφιοι είναι περισσότεροι. Λόγω μη συγκέντρωσης του απαραιτήτου αριθμού ψήφων, η ψηφοφορία διεξήχθη σε τρεις γύρους. Με τον πρώτο γύρο, από τη Δυτική Ομάδα, εξελέγη η Νέα Ζηλανδία. Ακολούθησαν δύο άλλοι γύροι για τους εναπομείναντες δύο συνυποψήφιους και τελικά, στον τρίτο, η Ισπανία κέρδισε με 132 ψήφους έναντι 60 της Τουρκίας.
Λίγους ακόμη μήνες πριν, πολλά κράτη θεωρούσαν βέβαιη την εκλογή της Τουρκίας. Η δε Άγκυρα θεωρούσε την εκλογή της απλό περίπατο. Ο ίδιος, δε, ο κ. Νταβούτογλου την τελευταία διετία, υπό την προηγουμένη ιδιότητα του υπουργού Εξωτερικών, είχε αναλάβει προσωπικά όλο τον συντονισμό της προεκλογικής εκστρατείας της χώρας του, η οποία ανάλωσε χρήματα και δυνάμεις προκειμένου να εκλεγεί στην περίοπτη αυτή θέση του ΣΑ (Συμβουλίου Ασφαλείας). Σημειωτέον, η Τουρκία είχε εκλεγεί μη μόνιμο μέλος του ΣΑ για τη θητεία 2009-2010. Ένα, δε, έτος μετά τη λήξη της θητείας της, υπέβαλε, για προφανείς λόγους διεθνούς προβολής της, εκ νέου υποψηφιότητα, για την περίοδο 2015-2016.
Εύλογα προκύπτει το ερώτημα. Ποια ήταν τα αίτια της διπλωματικής αυτής ήττας της Τουρκίας, τη στιγμή μάλιστα που λίγο καιρό πριν θεωρούσε εξασφαλισμένη την εκλογή της;
Αρνητικές παράμετροι για την τουρκική υποψηφιότητα αποτέλεσαν μεταξύ άλλων:
• Η σύγκρουση της Τουρκίας με την Αίγυπτο, χώρα-κλειδί για το μουσουλμανικό μπλοκ. Υπενθυμίζουμε ότι η κρίση στις σχέσεις των δύο χωρών άρχισε με την ανατροπή, τον Ιούλιο του 2013, του αιγυπτίου Προέδρου Μόρσι, που είχε εκλεγεί με την υποστήριξη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, ανατροπή την οποία έντονα κατέκρινε ο κ. Ερντογάν. Είναι χαρακτηριστικές οι εκφράσεις που είχε χρησιμοποιήσει: «Δεν πρόκειται να σεβαστώ ποτέ εκείνους που ανήλθαν στην εξουσία με πραξικόπημα», ενώ προσέθεσε ότι: «Δεν σεβόμαστε ποτέ εκείνους που δεν σέβονται τα κυρίαρχα δικαιώματα των λαών». Έτσι, είναι φυσικό το Κάιρο να επηρέασε τις ψήφους άλλων μουσουλμανικών χωρών, δεδομένου ότι, λόγω του παραδοσιακά ηγετικού ρόλου που παίζει στον αραβικό κόσμο, πάντα ασκεί μεγάλη επιρροή στις χώρες αυτές.
Οι σχέσεις Ουάσινγκτον-Άγκυρας πόρρω απέχουν από το επικρατήσαν προ ετών κλίμα σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών. Οι ΗΠΑ, εξάλλου, δεν θα ήσαν ιδιαίτερα ευτυχείς να έχουν αντιπολίτευση στο Συμβούλιο Ασφαλείας μια χώρα που στα θέματα της Μέσης Ανατολής θα ακολουθούσε δική της πολιτική, που ασφαλώς δεν θα ήταν στο ίδιο μήκος κύματος με εκείνη της Ουάσινγκτον.
• Ενδεχόμενη παρουσία της Τουρκίας στο ΣΑ θα αποτελούσε, για προφανείς λόγους, αρνητική εξέλιξη για το Κυπριακό. Για τον λόγο αυτό έγινε παρέμβαση κατά της τουρκικής υποψηφιότητας από την Κύπρο, η οποία, με ενημερωτικό σημείωμά της προς τις αντιπροσωπείες των χωρών-μελών του ΟΗΕ, αναφερόταν στο παράδοξο να διεκδικεί μια θέση στο ΣΑ μια χώρα που κατέχει παράνομα έδαφος άλλης ανεξάρτητης χώρας που είναι μέλος των ΗΕ. Οι πρόσφατες, δε, τουρκικές προκλήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ αναφέρθηκαν ως δηλωτικό στοιχείο μιας συμπεριφοράς που απάδει κάθε έννοιας του διεθνούς δικαίου.
Τα βαθύτερα όμως αίτια της τουρκικής ήττας πρέπει να αναζητηθούν και στα πολλά προβλήματα που αντιμετωπίζει η Τουρκία με χώρες της περιοχής, συνακόλουθα της πολιτικής που η ίδια ακολουθεί. Επιπλέον, η στάση της στον πόλεμο κατά των τζιχαντιστών δημιούργησε πολλά ερωτηματικά και αίσθημα απαρέσκειας στους συμμάχους της.
Πολλοί είναι εκείνοι που προβληματίζονται για τη στάση της Τουρκίας και κυρίως για τη συνέπεια της τουρκικής πολιτικής σχετικά με το Ισλαμικό Κράτος και τη Συρία. Σύμφωνα με την επισήμως διακηρυγμένη θέση της, η Άγκυρα «θα αναλάβει τις ευθύνες που της αναλογούν» στη συμμαχία κατά του Ισλαμικού Κράτους (το οποίο εξακολουθεί να απειλεί άμεσα εκατοντάδες χιλιάδες Κούρδους της Συρίας, την Τουρκία και τους δυτικοευρωπαίους συμμάχους της), υπό δύο προϋποθέσεις. Αφενός μεν εφόσον η συμμαχία συμφωνήσει στην απομάκρυνση του Προέδρου Bashar al-Assad (εγχείρημα όχι τόσο εύκολο, δεδομένου ότι οι δυτικές δυνάμεις δεν εντάσσουν στις προτεραιότητές τους την απομάκρυνση του σύρου Προέδρου, τον οποίο στηρίζουν οι Ρώσοι και οι Ιρανοί), αφετέρου δε εφόσον δημιουργηθεί μια ζώνη απαγόρευσης πτήσεων πάνω από τα σύνορα της Συρίας στον Βορρά και μια ίδια ζώνη στο έδαφος.
Κύρια πάντως παράμετρο αποτελούν οι σχέσεις Ουάσινγκτον – Άγκυρας. Δεν είναι τυχαίο ότι αμερικανικά ΜΜΕ αναφέρουν ότι ύστερα από μια περίοδο δύσκολων σχέσεων με τις ΗΠΑ, η Τουρκία, μετά τις διαβουλεύσεις ανάμεσα στις δύο χώρες, αναδεικνύεται στο «απολύτως αναντικατάστατο» κράτος για την αντιμετώπιση των τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους. Και τούτο ενισχύεται από το γεγονός ότι αραβικά κράτη, όπως το Μπαχρέιν, η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ κ.ά, αποφεύγουν να εμπλακούν σε χερσαίες επιχειρήσεις. Το αυτό και οι ΗΠΑ. Και έτσι η Τουρκία είναι η μόνη που μπορεί να αναλάβει δράση κατά των τζιχαντιστών. Τούτο το γνωρίζει καλά η Άγκυρα, η οποία, φυσικά, θα εκμεταλλευθεί εις το έπακρον την κατάσταση, εφόσον εμπλακεί ενεργά, προκειμένου να αποκομίσει όσο το δυνατόν περισσότερα οφέλη.
Η ήττα αυτή της Τουρκίας στο ΣΑ δεν υπήρξε η μόνη. Τον περασμένο Σεπτέμβριο απέτυχε να προωθήσει τις θέσεις της στην Οργάνωση Ισλαμικής Συνεργασίας για το Κυπριακό. Συγκεκριμένα, λόγω της αποφασιστικής στάσης της Αιγύπτου και άλλων χωρών-μελών της Οργάνωσης, δεν έγινε αποδεκτή η αναφορά σε «Τουρκική Δημοκρατία Βόρειας Κύπρου», με αποτέλεσμα να μην εκδοθεί σχετικό ψήφισμα από τη Σύνοδο των υπουργών Εξωτερικών της Οργάνωσης, που συνήλθαν στη Νέα Υόρκη. Και τούτο εν αντιθέσει με ό,τι συνέβη στην περασμένη Σύνοδο του Οργανισμού Ισλαμικής Συνεργασίας, όπου είχε υιοθετηθεί ψήφισμα με προκλητικές αναφορές, που καλούσε τα κράτη-μέλη να επιδείξουν έμπρακτη αλληλεγγύη στο λεγόμενο «τουρκοκυπριακό κράτος».
Συμπερασματικά, η έντονη προσπάθεια της Άγκυρας να εκλεγεί για μια ακόμη θητεία στο ΣΑ, απέτυχε. Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι είχε υπέρμετρα βασιστεί στις ψήφους πολλών μουσουλμανικών χωρών. Στους διεθνείς όμως οργανισμούς δεν είναι λίγες οι φορές που οι υποσχέσεις παραμένουν στο επίπεδο της εξαγγελίας προθέσεων. Πολύ περισσότερο μάλιστα αν δημιουργείται και κλίμα δυσαρέσκειας εις βάρος της επιζητούσης, τις ψήφους, χώρας. Η ασάφεια που εξέπεμψε η τουρκική θέση και κυρίως η αδράνεια της Άγκυρας έναντι του Ισλαμικού Κράτους, επέδρασαν αποτρεπτικά στην παροχή ψήφου.
Λίγες εβδομάδες πριν, ο τούρκος Πρόεδρος εξεφώνησε ομιλία στη Γενική Συνέλευση των ΗΕ. Η εικόνα των πολλών αδειανών εδράνων στην αίθουσα της Γενικής Συνέλευσης ερχόταν σε καταφανή αντίθεση με την εικόνα που διακαώς επιθυμεί να εκπέμπει ο τούρκος Πρόεδρος, που θέλει να εμφανίζει εαυτόν ως προβεβλημένο επί διεθνούς επιπέδου ηγέτη και προστάτη των απανταχού καταπιεσμένων.
Ίσως τα αδειανά έδρανα να αποτελούσαν προάγγελο της επερχόμενης διπλωματικής ήττας.