Μνημόνιο, ρύθμιση ληξιπρόθεσμων και Νόμπελ της Οικονομίας
Την ίδια στιγμή στη Βουλή ψηφίστηκε η τροπολογία για τη ρύθμιση των ληξιπροθέσμων οφειλών. Το πλαίσιο του εθνικού διαλόγου αφορά σχέσεις επιχειρήσεων μεγάλων και μικρομεσαίων προς τράπεζες, ασφαλιστικά ταμεία, ιδιώτες πιστωτές, εργαζόμενους και εφορία, ιδιώτες προς τράπεζες για δάνεια πιστωτικών καρτών, κατασκευαστικών και κτηματικών υποχρεώσεων και βέβαια σχεδόν όλων των ελλήνων πολιτών για φορολογικές και άλλες υποχρεώσεις. Στην ουσία, η Βουλή, μετά τη σταθεροποίηση της οικονομίας από την κρίση, περιγράφει τις βασικές αρχές ενός εθνικού μνημονίου μεταξύ δημοσίων και ιδιωτών πιστωτών και οφειλετών.
Δύο μνημόνια, ένα που τελειώνει και προσδιορίζει την επόμενη ημέρα και ένα άλλο που αρχίζει. Δύο, ωστόσο, είναι και τα ερωτήματα. Το πρώτο εξετάζει αν η λογική στα δύο μνημόνια, ένα ανάμεσα στο έθνος και τους εταίρους και το άλλο ανάμεσα στους πολίτες και το έθνος, θα είναι ταυτόσημη ή διαφορετική. Το δεύτερο διερευνά πώς εξασφαλίζεται η αξιοπιστία της επιλογής, στην περίπτωση που δεχτούμε ότι η λογική στα μνημόνια αυτά δεν είναι ταυτόσημη αλλά διαφορετική. Αν, δηλαδή, άλλο θα ισχύει για τη χώρα και τους εταίρους κι άλλο για τη χώρα και τους πολίτες.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, η Σουηδική Ακαδημία ανακοινώνει την απονομή του βραβείου Νόμπελ στις Οικονομικές Επιστήμες στον J. Tirole. Για όσους δεν τον γνωρίζουν, είναι ο οικονομολόγος που, μελετώντας το πρόβλημα της έλλειψης ρευστότητας μετά την κρίση, διατύπωσε τη θέση ότι η ρευστότητα σε μια οικονομία που διαταράσσεται από μια παγκόσμια κρίση, καλύπτεται από την κυβέρνηση ή από υπερεθνικούς οργανισμούς, ανάλογα με τη δυνατότητα που έχει η εθνική κυβέρνηση να καλύψει τις ανάγκες που δημιούργησε η «μαύρη τρύπα» της κρίσης. Όσο πιο αδύναμη είναι η εθνική οικονομία να καλύψει την εσωτερική της στενότητα όσον αφορά τη ρευστότητα, τόσο μεγαλύτερη οφείλει να είναι η διεθνής αλληλεγγύη.
Όπως το ίδιο το Νόμπελ εξήγησε στην Τράπεζα της Ελλάδος σε διάλεξή του πριν από έναν χρόνο, αν μια κοινωνία που ανήκει σε κοινή ζώνη νομίσματος δεν μπορεί να εξυπηρετήσει το χρέος της, δεν μπορεί να καλύψει τις τρέχουσες ανάγκες της σε ρευστότητα και η αστάθειά της οφείλεται σ’ έναν μεγάλο βαθμό στην παγκόσμια κρίση, οφείλουν οι εταίροι να τη βοηθήσουν (βλέπε παραδείγματα Ιρλανδίας, Ελλάδος, Πορτογαλίας Ισπανίας και Κύπρου). Είναι η μόνη διέξοδος για τους εταίρους, αν θέλουν να αποφύγουν τη μόλυνση. Αν αντίθετα η οικονομία είναι αρκετά ισχυρή και μπορεί από μόνη της να ανταπεξέλθει στο αδιέξοδο, τότε με την ανοχή των υπολοίπων προχωράει στην αυτόνομη λύση (βλέπε, για παράδειγμα, τις ΗΠΑ).
Η λογική, λέει το Νόμπελ της Οικονομίας, είναι κοινή. Η οικονομική μονάδα (χώρα, επιχείρηση ή και πολίτης) πτωχεύει, αν δεν μπορεί να βρει κάποιον με μεγαλύτερη αξιοπιστία, ικανό να εγγυηθεί σε τρίτους, και ισχυρό ώστε να επιμερίσει το βάρος του κινδύνου. Δεν πτωχεύει αν, αντίθετα, είτε με ίδιους πόρους, είτε με τη βοήθεια των εταίρων, είτε της κυβέρνησης, είτε ιδιωτών, μπορεί (η χώρα ή ο ιδιώτης) να εγγυηθεί ότι με μελλοντικές της ενέργειες, θα επανακτήσει αξιοπιστία με κάποια μορφή συμβατικής δέσμευσης, ας πούμε Μνημόνιο ή επιχειρηματικό σχέδιο. Όσο βέβαια δεν θα εφαρμόζει η οικονομική μονάδα το Μνημόνιο, τόσο η κρίση θα βαθαίνει και τόσο τα αδιέξοδα θα επιβαρύνουν και την οντότητα και όσους εγγυήθηκαν γι’ αυτή. Η πραγματικότητα επαναλαμβάνεται ως φάρσα στην περίπτωση που μια χώρα θέλει να ισχύουν διαφορετικά μέτρα και σταθμά όταν συζητάει λύση του προβλήματός της με τους εταίρους της και όταν στη Βουλή εξετάζει το ίδιο θέμα για τους πολίτες της.
Σε απλά ελληνικά:
Μπορεί μια χώρα να διαφωνεί όταν οι δανειστές-εταίροι απαιτούν Μνημόνιο για μείωση λειτουργικών δαπανών, συρρίκνωση της σπατάλης και μείωση της παραγωγής -ύφεση- για να πετύχει διαγραφή των οφειλών της και παροχή ρευστότητας και την ίδια στιγμή να απαιτεί από τους πολίτες της εγγυήσεις, πρόστιμα, υψηλά επιτόκια μακροχρόνιας ρύθμισης και ασφαλή επιχειρηματικά σχέδια;
Μπορεί το κράτος να θεωρεί τους πολίτες «μπαταχτσήδες» και να τους ζητάει εγγυήσεις για τήρηση μνημονιακών δεσμεύσεων στη διαδικασία της ρύθμισης προς εκείνο, όταν σε τελική ανάλυση αυτοί προσπαθούν να επιβιώσουν στην κρίση που τους δημιούργησε το σπάταλο κράτος και να μη θεωρεί ότι κατ’ αναλογία και το ίδιο είναι «μπαταχτσής» όταν ρυθμίζει και αποδέχεται διαγραφή και εγγύηση στο νέο χρέος του και την επομένη ακολουθεί τη λογική «είπα-ξείπα»;
Αν οι εταίροι μας είναι μία φορά «φιλεύσπλαχνοι», το ελληνικό κράτος οφείλει να είναι δέκα προς τους πολίτες του. Κι αν το κράτος δεν μπορεί να δείχνει το καλό παράδειγμα με τη συμπεριφορά του προς τρίτους, τότε πώς μπορεί να το απαιτεί ή ακόμη χειρότερα να λοιδορεί τους πολίτες στη συμπεριφορά τους ως προς εκείνο;
Ο Tirole λέει το ακριβώς αντίθετο. Μόνο αν το Ελληνικό Δημόσιο έχει ως προς τους εταίρους του μια ειλικρινή και αξιόπιστη συμπεριφορά μπορεί να περιμένει -και μάλιστα στο μέγιστο και όχι στο ελάχιστο- την ίδια συμπεριφορά από τους πολίτες του.
Γιατί για την οικονομία της αγοράς, στην οποία και ζούμε, υπάρχει μία λογική. Αν υπάρχει διαφορά μεταξύ κράτους και πολιτών αυτή είναι υπέρ των αδυνάμων πολιτών και όχι υπέρ του πανίσχυρου κράτους. Όταν οι εταίροι χαρίζουν στην κυβέρνηση δάνεια και διευκολύνουν σε θέματα ρευστότητας, θεωρούν ότι η Ελλάδα είναι αξιόπιστη και θα τιμά την υπογραφή της εφαρμόζοντας τις αρχές του Μνημονίου. Κατ’ αναλογία, αν κάποιος πολίτης ρυθμίσει τα δικά του ληξιπρόθεσμα, συμφωνεί σε μια αποπληρωμή και παρέχει κάποιες εγγυήσεις, θεωρείται αξιόπιστος όταν ακολουθήσει το ατομικό του Μνημόνιο.
Ποια συμπεριφορά πιστεύουμε ότι θα πρέπει να έχουν ευρωπαίοι εταίροι ή εθνικοί διαχειριστές των καθυστερούμενων ληξιπροθέσμων οφειλών ή δημιουργία προϋποθέσεων ανασφάλειας για αποπληρωμή των νέων δανείων; Αυτή που θέλει μετά τη ρύθμιση αναστροφή των συμφωνηθέντων ή του Μνημονίου, όπως προτείνει η αντιπολίτευση στο Ελληνικό Δημόσιο ή αυτή που ζητούν από τους πολίτες της χώρας Ελληνικό Δημόσιο και αντιπολίτευση, μετά τη ψήφιση του νόμου ρύθμισης των ληξιπροθέσμων οφειλών; Θεωρούν ότι είναι σκόπιμο να ρυθμιστούν οι οφειλές, π.χ., για φόρους, ΦΠΑ και εργοδοτικές εισφορές και μετά να μην τηρηθούν οι όροι εξασφάλισης των ρυθμίσεων;
Τελικά τι θέλουμε; Πολιτική που απαιτεί τήρηση του εθνικού ή ατομικού μνημονίου και ρύθμιση των οφειλών ή διαγραφή των συμφωνηθέντων και πισωγύρισμα;