Φενάκη για την ελληνική πλευρά η δήθεν «λύση» του θέματος των Σκοπίων με το όνομα «Άνω Μακεδονία»

Η επίσημη όμως Ελληνική πλευρά, αντί να αξιοποιήσει την προβολή που έχει σήμερα η Αμφίπολη για να ενισχύσει τη θέση της και να αντισταθεί στις ασκούμενες πιέσεις για τα Σκόπια, ετοιμάζεται να αποδεχθεί μια νέα ολέθρια πρόταση του Αμερικανού μεσολαβητή Μάθιου Νίμιτς ως δήθεν «λύση». Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, ο Αμερικανός μεσολαβητής αναμένεται να υποβάλει προσεχώς ως πρόταση το όνομα «Άνω Μακεδονία».

Για κάθε νοήμονα άνθρωπο είναι φανερό ότι η καρδιά του προβλήματος είναι η προβολή από τα Σκόπια της ιδέας του Μακεδονισμού. Του ισχυρισμού δηλαδή ότι η Μακεδονία δεν είναι Ελληνική και ότι είναι, δήθεν, η πατρίδα ενός άλλου έθνους, αυτού που εκπροσωπούν τα Σκόπια. Του ισχυρισμού επίσης ότι αυτή η κατά τα Σκόπια «Μακεδονία», έπεσε θύμα αρπαγής από τους Έλληνες και Βούλγαρους γείτονες, οι οποίοι «κατέχουν» από ένα μέρος της «Μακεδονίας».

Ο καθένας αντιλαμβάνεται ότι η παρουσίαση των Σκοπίων ως «Άνω Μακεδονία», σε αντίθεση προς την «Κάτω Μακεδονία», καθιστά τα Σκόπια, με τη συγκατάθεση και την αναγνώριση της Ελλάδος, μέτοχο και «ισότιμο» εκπρόσωπο της ιστορικής Μακεδονίας.

Η αποδοχή από την Ελλάδα ενός τέτοιου ονόματος δεν θα τερματίσει, προφανώς, το πρόβλημα. Αντιθέτως, θα προσδώσει νομιμοποίηση στους παρανοϊκούς ισχυρισμούς των Σκοπίων και θα συντηρήσει την καλλιεργούμενη σήμερα στα Σκόπια επίσημη ιδεολογία και «αλυτρωτική» προπαγάνδα. Θα ανοίξει επίσης την πόρτα για την ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, χωρίς προηγουμένως να έχει λυθεί πραγματικά το πρόβλημα. Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα θα χάσει τα δύο στρατηγικά διπλωματικά χαρτιά της χωρίς να έχει επιτύχει προηγουμένως πραγματική λύση. Θα επιτρέψει επίσης να μεταφερθεί ακέραιο το πρόβλημα στους κόλπους του ΝΑΤΟ και της ΕΕ.

Μια γεύση της πολιτικής αυτής μάς έρχεται από το παρελθόν, σε σχέση με την Τουρκία και την Ευρωπαϊκή της προοπτική. Η ανατροπή της παραδοσιακής Ελληνικής πολιτικής από το δίδυμο Κώστας Σημίτης – Γιώργος Παπανδρέου δεν οδήγησε σε εξομάλυνση τις Ελληνο-τουρκικές σχέσεις, με καταλύτη την Ευρωπαϊκή προοπτική, όπως διατείνονταν. Αντιθέτως, οι Τουρκικές αμφισβητήσεις και διεκδικήσεις κλιμακώθηκαν.

Μια δεύτερη γεύση μάς έρχεται από τη γειτονική Αλβανία. Αντί η Ελληνική κυβέρνηση να θέσει αυστηρές προϋποθέσεις για την υποστήριξή της στην Ευρωπαϊκή προοπτική της Αλβανίας, ενέδωσε, για άλλη μια φορά, στις ξένες πιέσεις και δεν έθεσε ουσιαστικά καμιά προϋπόθεση. Τ’ αποτελέσματα είναι ορατά. Η Αλβανία όχι μόνο δεν επικύρωσε τη συμφωνία για τις θαλάσσιες ζώνες, όχι μόνο δεν σέβεται τα δικαιώματα της Ελληνικής μειονότητας, αλλά φτάνει στο σημείο να ανέχεται ή να υποθάλπει προκλητική «αλυτρωτική» προπαγάνδα για τη Θεσπρωτία, τη Δυτική Μακεδονία και την Κέρκυρα!

Τα προηγούμενα αυτά πρέπει να αποτελέσουν διδάγματα για την Ελληνική πλευρά. Η αδράνεια και ο συνήθης ενδοτισμός, με τον οποίο αντιμετώπισε η Ελληνική πλευρά ένα κρίσιμο εθνικό θέμα, επέτρεψαν στα Σκόπια να προβληθούν και να αναγνωρισθούν διεθνώς ως δήθεν «Μακεδονία». Για τις άλλες χώρες, το θέμα του ονόματος παρουσιάζεται ως θέμα ελεύθερης επιλογής από την κάθε χώρα, γιατί οι ίδιες δεν θίγονται. Η μόνη χώρα που θίγεται είναι, προφανώς, η Ελλάδα. Η αναγνώριση απ’ αυτήν έχει γι’ αυτό και πολύ ιδιαίτερη σημασία. Οι πιέσεις που ασκούνται στην Ελλάδα, κατά πρώτο λόγο, από τις ΗΠΑ είναι πολύ μεγάλες. Λογικά, η Ελλάδα δεν έπρεπε να συνεχίσει να δέχεται ως μεσολαβητή τον Μάθιου Νίμιτς, που εκπροσωπεί ουσιαστικά την Αμερικανική πολιτική, εφόσον οι ΗΠΑ προχώρησαν στην αναγνώριση ως «Μακεδονίας» των Σκοπίων. Η Αμερικανική πλευρά βιάζεται να ενταχθούν τα Σκόπια στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως, στη συνέχεια, και ολόκληρα τα Δυτικά Βαλκάνια, για να ολοκληρωθεί και να παγιωθεί η νέα γεωπολιτική τάξη, που επέβαλε με την επέμβαση του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία.

Η Αμερικανική πλευρά παρακολουθεί με ανησυχία την κατάσταση στα Βαλκάνια, που απειλεί το φιλόδοξο οικοδόμημα της Νέας Τάξεως. Η έλξη που ασκούσε η Ευρωπαϊκή προοπτική έχει γίνει σήμερα πολύ χλωμή. Η Βουλγαρία δεν βιάζεται να ενταχθεί στην Ευρωζώνη και ζυμώνεται βαθιά από την αμφιβολία για το μέλλον που της επιφυλάσσεται από την άλλοτε τόσο ελπιδοφόρα Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η κατάσταση στην Ελλάδα είναι επίσης γνωστή. Αυτό όμως που ήχησε ως σειρήνα συναγερμού είναι η επάνοδος της Ρωσίας στα Βαλκάνια, που σηματοδοτείται από την επίσκεψη Πούτιν στο Βελιγράδι για την 70ή επέτειο της απελευθερώσεως της πόλεως από τους παρτιζάνους του Τίτο και τον Κόκκινο Στρατό της Σοβιετικής Ενώσεως.

Η επίσκεψη Πούτιν έρχεται να υπενθυμίσει ότι η σημερινή Ρωσία δεν είναι εκείνη του Γιέλτσιν, που επέτρεψε την επέμβαση του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία και τη γεωπολιτική έξωση της Ρωσίας από τα Βαλκάνια.

Προφανώς, σε συνεννόηση και συντονισμό με τις ΗΠΑ, η Γερμανία της καγκελαρίου Μέρκελ ανέλαβε να ασκήσει επίσης πιέσεις στην Ελλάδα για τα Σκόπια. Την ακολούθησε στον ίδιο δρόμο η Αυστρία, η οποία, ως Αυστρο-Ουγγρική αυτοκρατορία, είχε στο παρελθόν πάντα βλέψεις και φιλοδοξίες στα Βαλκάνια.

Οι πολύ σημαντικοί λόγοι για τους οποίους πιέζει ο ξένος παράγων δεν είναι απαραιτήτως επιχείρημα για να υποχωρήσει η Ελληνική πλευρά. Ας στραφούν οι πιέσεις στην πλευρά των Σκοπίων. Η Ελληνική πλευρά, όμως, ας μην υπονομεύει τη θέση της με μηνύματα, όπως αυτό που εξέπεμψε από το βήμα της Γενικής Συνελεύσεως του ΟΗΕ ο υπουργός Εξωτερικών. Ότι, δηλαδή, η Ελλάδα δεν είναι έτοιμη να δεχθεί όνομα με γεωγραφικό προσδιορισμό erga omnes. Ο γεωγραφικός προσδιορισμός με το ίδιο το όνομα της Μακεδονίας είναι φενάκη και παγίδα. Το πρόβλημα είναι το ιδεολόγημα του Μακεδονισμού.


Σχολιάστε εδώ