Η παραίτηση ενός πρέσβη: Επιβεβαίωση της υποβάθμισης της διπλωματικής υπηρεσίας

Παραιτήσεις για λόγους υπηρεσιακής ή προσωπικής ευθιξίας σπανίζουν. Η πρόσφατη παραίτηση του πρέσβη μας στο Βερολίνο φαίνεται να εμπίπτει στη δεύτερη περίπτωση με ψήγματα από την πρώτη. Η διπλωματική δεοντολογία επιβάλλει, και το επιβεβαιώνει η διεθνής πρακτική, ότι η συμμετοχή των διαπιστευμένων πρέσβεων στις συνομιλίες διμερούς ή πολυμερούς χαρακτήρα -εκτός αν πρόκειται για τετ α τετ συνάντηση μεταξύ των πολιτικών ηγετών- είναι αυτονόητη. Η μη συμμετοχή τους στις συνομιλίες, εκτός της ηθικής μείωσης που υφίστανται, απαξιώνει την αποστολή τους αφού από τους τοπικούς φορείς μπορεί να εκληφθεί ως έλλειψη εμπιστοσύνης από την κυβέρνηση που εκπροσωπούν. Εν ολίγοις υπονομεύεται και απαξιώνεται η αποστολή τους στη χώρα διαπίστευσης. Ανεξάρτητα πάντως από τους πραγματικούς λόγους που προκάλεσαν την παραίτηση του πρέσβη κ. Π. Ζωγράφου, το επεισόδιο αυτό έρχεται να επιβεβαιώσει την από ετών σημειούμενη υποβάθμιση της διπλωματικής μας υπηρεσίας, η οποία θα μπορούσε να χρονολογηθεί από την άνοδο στην εξουσία της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ υπό τον Ανδ. Παπανδρέου και συνεχίζεται αδιάκοπα από όλες τις κυβερνήσεις, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, που εναλλάσσονταν στην εξουσία. Η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ για ιδεολογικούς λόγους δυσπιστούσε για την αφοσίωση (loyalty) των διπλωματικών υπαλλήλων τους οποίους θεωρούσε, στη μεγίστη πλειοψηφία τους, συντηρητικής και εθνικιστικής νοοτροπίας. Κατά την Παγκάλειο ρήση, οι διπλωμάτες είναι απλά ένα «αναγκαίο κακό». Ουσιαστικά το ΠΑΣΟΚ δεν έθιξε υπηρεσιακώς τους διπλωμάτες. Εξαίρεση αποτέλεσε η άμεση ανάκληση από την Ουάσινγκτον του τότε πρέσβη Ι. Τζούνη, μετέπειτα υφυπουργού στην κυβέρνηση Κ. Καραμανλή, που οφειλόταν περισσότερο σε άτοπες δηλώσεις του στα αμερικανικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, την επομένη της εκλογικής νίκης του ΠΑΣΟΚ το 1981. Ένας δεύτερος λόγος απαξίωσης της διπλωματικής υπηρεσίας μπορεί να αποδοθεί στις μεγάλες προόδους που συντελέστηκαν, στο μεταξύ, στον τεχνολογικό τομέα που παρέχουν τη δυνατότητα ταχείας ενημέρωσης επί θεμάτων διεθνούς πολιτικής, που πολλές φορές όμως οδηγούν στην ημιμάθεια. Εξάλλου αυξήθηκαν οι επαφές των πολιτικών ηγεσιών με τους ξένους ομολόγους τους, γεγονός που παρέχει την ευχέρεια για απευθείας ανταλλαγή απόψεων σε διμερούς ή πολυμερούς φύσης θέματα. Οι εξελίξεις αυτές οδήγησαν σε εσφαλμένες εντυπώσεις ότι η διπλωματική υπηρεσία είναι και αυτή μια δημόσια υπηρεσία, αλλά πολυτελείας. Επί υπουργίας Γ. Α. Παπανδρέου προστίθεται και μια άλλη διάσταση με την υποκατάσταση των διπλωματών καριέρας από πληθώρα συμβούλων, θεσμικών ή εξωθεσμικών, που δρουν στο παρασκήνιο και με τους οποίους η πολιτική ηγεσία συνεργάζεται για τη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής, αγνοώντας τους θεσμικούς παράγοντες . Την πρακτική αυτή συνεχίζει και η παρούσα κυβέρνηση. Η περίπτωση της παραίτησης του πρέσβη μας στο Βερολίνο το επιβεβαιώνει. Οι σοβαρές και με μακρά διπλωματική παράδοση χώρες διατηρούν διπλωματικές υπηρεσίες σε υψηλά επαγγελματικά επίπεδα. Στην Ελλάδα φαίνεται να συμβαίνει το αντίθετο. Για την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί δεν είναι άμοιροι ευθυνών και οι ίδιοι οι διπλωμάτες. Δεν διεκδίκησαν τον εκσυγχρονισμό των υπηρεσιών του ΥΠΕΞ και δεν αντέδρασαν στις πρακτικές των εκάστοτε κυβερνήσεων που υποβάθμιζαν τον ρόλο τους. Τους καθηλώνει η αγωνία του επόμενου πόστου. Στο ίδιο πνεύμα ανέχτηκαν την ανάδειξη μετριοτήτων σε ηγετικές υπηρεσιακές θέσεις. Ευκταίο, η παραίτηση του πρέσβη μας στο Βερολίνο να συντελέσει στην αφύπνιση των ιθυνόντων. Η Ελλάδα με πολλαπλά και δύσκολα προβλήματα εξωτερικής πολιτικής και επισφαλείς σχέσεις με όμορες χώρες χρήζει υψηλής επαγγελματικής κατάρτισης διπλωματική υπηρεσία, που να τυγχάνει της αναγνώρισης και της εμπιστοσύνης των κυβερνήσεων και να συμμετέχει στη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής όπως ορίζει ο νόμος.


Σχολιάστε εδώ