Τέσσερις συν δύο προτάσεις για τη συνταγματική αναθεώρηση

Το πλέον κατάλληλο χρονικό διάστημα παρουσιάζεται αμέσως μετά την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας οπότε και η πολιτική συζήτηση απελευθερωμένη θα μπορεί να επικεντρωθεί στις ενέργειες για την ενίσχυση και τη θωράκιση του πολιτικού μας συστήματος.

Ήδη από πολλές πλευρές θέτονται διαφορετικές προτεραιότητες αναφορικά με το περιεχόμενο της αναθεώρησης του Συντάγματος. Ωστόσο, έξι αλλαγές πρέπει να αποτελέσουν την κρίσιμη μάζα. Οι τέσσερις αφορούν την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας στη λειτουργία του πολιτικού μας συστήματος, της εξασφάλισης μεγαλύτερης διαφάνειας και λογοδοσίας του πολιτικού κόσμου και οι δύο την αναγκαία υπέρβαση για τον εκσυγχρονισμό του δημόσιου και ακαδημαϊκού τομέα.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η παροχή βουλευτικής ασυλίας σήμερα για ζητήματα τα οποία δεν έχουν να κάνουν με την κοινοβουλευτική δραστηριότητα ενός βουλευτή πρέπει να καταργηθεί. Πρόκειται για μια πρόβλεψη που τη συγκεκριμένη δύσκολη περίοδο που διανύει η χώρα όχι απλώς ρίχνει σκιά, αλλά τορπιλίζει την εμπιστοσύνη των πολιτών προς τους πολιτικούς.

Στο ίδιο πνεύμα θα πρέπει να αναθεωρηθεί ο νόμος περί ευθύνης των υπουργών. Οι αποφάσεις των υπουργών, αναπληρωτών και υφυπουργών θα πρέπει να μπορούν να ελέγχονται δικαστικά ακόμη και μετά από 20 χρόνια από την τέλεσή τους, ειδικά σε περίπτωση που προκύπτουν νέα στοιχεία.

Ένα τρίτο σημείο αποτελεί η αλλαγή του εκλογικού συστήματος. Στα περισσότερα κράτη του δυτικού κόσμου το εκλογικό σύστημα παραμένει σταθερό με αποτέλεσμα να εξασφαλίζεται η ομαλότερη λειτουργία του πολιτεύματος. Η πολύ συχνή αλλαγή του, όπως στην Ελλάδα, δημιουργεί πολιτική αβεβαιότητα και αναστάτωση στους πολίτες οι οποίοι πρέπει να εξοικειώνονται διαρκώς με τον νέο εκλογικό νόμο ώστε να γνωρίζουν στοιχειωδώς τον αντίκτυπο ή όχι που μπορεί να έχει η ψήφος τους. Όλοι οι πολιτικοί χώροι, ανεξαιρέτως, κατά διαστήματα τονίζουν την ανάγκη να αποκτήσουμε ένα σταθερό εκλογικό σύστημα. Ίσως έχει φτάσει η στιγμή όπου το εκλογικό σύστημα θα πρέπει να συμπεριληφθεί στο νέο Σύνταγμα.

Τέταρτον, αποσύνδεση της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας από τη διάλυση της Βουλής και την προκήρυξη εθνικών εκλογών. Η πρόβλεψη του νομοθέτη για τη συγκεκριμένη διάταξη είναι η αυξημένη πολιτική συναίνεση στο πρόσωπο του Προέδρου της Δημοκρατίας και όχι η δημιουργία ευκαιρίας για πρόωρες εκλογές. Στο ίδιο πλαίσιο πρέπει να ανοίξει η συζήτηση για το αν επιθυμούμε στο μέλλον ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να εκλέγεται απευθείας από τους πολίτες ή από το Κοινοβούλιο.

Παράλληλα όμως με τις αλλαγές που αφορούν το πολίτευμα της χώρας μας, η αναθεώρηση του καταστατικού χάρτη μάς προσφέρει μια ανάλογη ευκαιρία για την επανεξέταση ρυθμίσεων που σήμερα είναι αναποτελεσματικές.

Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του άρθρου 16 του Συντάγματος. Η ίδρυση μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων, τα οποία θα λειτουργούν χωρίς καταλήψεις και χαμένα εξάμηνα, θα δημιουργήσουν συνθήκες ανταγωνισμού βελτιώνοντας τη ποιότητα των σπουδών και ενθαρρύνοντας την έρευνα. Από την άλλη πλευρά, η αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, όπως γίνεται σχεδόν σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, είναι ένα αυτονόητο μέσο ελέγχου και αξιολόγησης της αποδοτικότητας του κάθε υπαλλήλου.

Τα παραπάνω έξι σημεία ασφαλώς δεν είναι εξαντλητικά στον διάλογο για την αναθεώρηση του Συντάγματος. Είναι όμως σημεία στα οποία πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση ώστε να επανακτήσει το πολιτικό σύστημα τη χαμένη του αξιοπιστία και οι πολίτες την εμπιστοσύνη τους στους θεσμούς. Άλλωστε, μαζί με τις οικονομικές πρωτοβουλίες, οι θεσμικές αλλαγές αποτελούν προϋπόθεση για τη συνολική αντιμετώπιση της κρίσης αλλά κυρίως προαπαιτούμενο ώστε να μην την ξαναζήσουμε ποτέ στην πατρίδα μας.


Σχολιάστε εδώ