Το αδιέξοδο της Δύσης στον πόλεμο εναντίον των τζιχαντιστών

Ο Μπ. Ομπάμα, μετά την τραγική παραδοχή του ότι οι ΗΠΑ δεν έχουν στρατηγική για τη Μ. Ανατολή, προσπάθησε ένα δεκαήμερο μετά να εμφανίσει και στρατηγική αλλά και άμεσα βήματα προκειμένου να «περιοριστεί και να εξαλειφθεί πλήρως» η απειλή της ISIS.

Η αμερικανική στρατηγική έχει δύο άξονες: Πρώτη προτεραιότητα είναι να αποκατασταθεί η ομαλότητα στη Βαγδάτη και η νέα κυβέρνηση να μπορέσει να ανασυγκροτήσει τη χώρα, να συγκρατήσει τις φυγόκεντρες δυνάμεις που αναπτύσσονται στο ιρακινό Κουρδιστάν και να δημιουργήσει έναν έστω και μικρό αλλά αξιόπιστο Στρατό ώστε να μπορεί να αντιμετωπίσει τις άμεσες απειλές.

Στο πλαίσιο αυτό όμως εντάσσονται και οι Κούρδοι του Β. Ιράκ, καθώς οι ένοπλες πολιτοφυλακές τους, οι γνωστοί ως Πεσμεργκά, είναι η μοναδική αξιόπιστη και αξιόμαχη δύναμη στο Ιράκ, δύναμη που θα μπορούσε να ανακόψει την επέλαση των τζιχαντιστών.

Ο άλλος άξονας στηρίζεται στην εξαπόλυση μαζικών βομβαρδισμών εναντίον των θέσεων των τζιχαντιστών τόσο στο Ιράκ όσο και στη Συρία, με ταυτόχρονο άνοιγμα του «κρουνού» ροής εξοπλισμού προς τους Πεσμεργκά αλλά και στη «μετριοπαθή» συριακή αντιπολίτευση.

Όμως τα προβλήματα ξεκινούν ήδη από την αρχή:

– Οι Αμερικανοί, παρά την αρχική εκδήλωση ενδιαφέροντος πολλών συμμάχων, είδαν χώρες όπως η Γερμανία και η Βρετανία να υπαναχωρούν. Τις χώρες του Κόλπου να στηρίζουν μεν οικονομικά, αλλά συγχρόνως να είναι διστακτικές για πιο άμεση και ενεργό εμπλοκή. Η Αυστραλία και ο Καναδάς εμφανίστηκαν πρόθυμες να βοηθήσουν, αλλά μάλλον θεωρητική είναι αυτή η προσφορά και πιο ένθερμος από όλους ήταν ο Μπ. Νετανιάχου, καθώς το Ισραήλ πλέον αισθάνεται όλο και πιο εγκλωβισμένο από «ασύμμετρες» απειλές.

Η Τουρκία, που αποτέλεσε πάντοτε -έστω και με δυστοκία- τη σύμμαχο των ΗΠΑ, τελεί υπό καθεστώς εκβιασμού, μια και σχεδόν 40 διπλωμάτες και προσωπικό του προξενείου της Μοσούλης κρατούνται ως αιχμάλωτοι από τους αντάρτες της ISIS. Αποτελεί όμως σημαντικό πλήγμα στα σχέδια του Ομπάμα για δημιουργία «Συμμαχίας των Προθύμων» η απόφαση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας της Τουρκίας, που συνεδρίασε υπό τον Αχμ. Νταβούτογλου, να μην προσφερθούν άλλες διευκολύνσεις πέραν της αεροπορικής βάσης του Ιντσιρλίκ, που χρησιμοποιείται ήδη από τον πόλεμο του Ιράκ μόνιμα από τις ΗΠΑ. Η Τουρκία περιορίζει τον ρόλο της μόνο στην παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας.

– Η ανησυχία όλων είναι το αν μπορεί να υπάρξει αποτελεσματικός έλεγχος των όπλων που θα διοχετεύουν στην περιοχή. Η «μετριοπαθής» αντιπολίτευση της Συρίας είναι διαβρωμένη από τα παρακλάδια της Αλ Κάιντα, ενώ τα όπλα που διοχετεύονται στο ιρακινό Κουρδιστάν μπορεί να καταλήξουν τελικά στο ίδιο το ΡΚΚ, οδηγώντας σε αδιέξοδο κάθε ειρηνευτική διαδικασία στην Τουρκία.

– Το πιο σημαντικό πρόβλημα είναι όμως ότι με τους από αέρος βομβαρδισμούς πολύ δύσκολα θα ελεγχθεί η κατάσταση επί του εδάφους, καθώς απαιτούνται χερσαίες δυνάμεις που θα δώσουν το τελειωτικό κτύπημα στην ISIS… Οι Αμερικανοί, πέραν των νέων 450 στρατιωτικών συμβούλων που στέλνουν στη Βαγδάτη, δεν σκοπεύουν να εμπλακούν περαιτέρω με χερσαίες δυνάμεις, ούτε φυσικά καμία χώρα εκ των «Προθύμων» δεν δέχεται να στείλει στρατιώτες της στην κόλαση του Ιράκ και της Συρίας.

– Υπάρχει όμως μια ακόμη σημαντική δυσκολία. Η έναρξη αεροπορικών επιδρομών εναντίον συριακών στόχων θα προκαλέσει εκ των πραγμάτων γενικότερη εμπλοκή και θα ανοίξει ένα ακόμη μέτωπο με τη Ρωσία. Η Μόσχα, που έχει στηρίξει από την πρώτη στιγμή τον Πρόεδρο Άσαντ, δεν πρόκειται να δεχθεί τις επιθέσεις εναντίον στόχων στη Συρία, όπου εκτός της ISIS θα μπορούσαν να πληγούν και θέσεις της συριακής κυβέρνησης, ανατρέποντας έτσι μια ισορροπία που με μεγάλη δυσκολία και με κόστος δεκάδων χιλιάδων θυμάτων έχει επιτύχει το καθεστώς Άσαντ.

Μια τέτοιου είδους -έστω και έμμεση- παρέμβαση στα εσωτερικά της Συρίας είναι κάτι που δεν πρόκειται να αποδεχθεί ούτε η Μόσχα, ούτε η Τεχεράνη και πολύ περισσότερο η ίδια η Δαμασκός.

Όμως, ακόμη και αν πραγματοποιηθούν αυτές οι επιθέσεις εναντίον στόχων των τζιχαντιστών στη Συρία, δεν πρόκειται να υπάρξει αποτέλεσμα, εάν και εφόσον δεν υπάρξει αξιόπιστη χερσαία δύναμη που θα σπεύσει να καταλάβει και να καλύψει το «κενό» που θα έχουν δημιουργήσει οι βομβαρδισμοί. Ρόλος που δεν μπορεί να αναληφθεί από τη «μετριοπαθή» συριακή αντιπολίτευση, η οποία είναι πολυδιασπασμένη πολιτικά και ανύπαρκτη στρατιωτικά.

Κάθε επίθεση εναντίον στόχων στο συριακό έδαφος θα πρέπει να συνυπολογίσει επίσης το γεγονός ότι τόσο οι κυβερνητικές δυνάμεις έχουν σημαντικά αποθέματα πυραύλων ρωσικών, ιρανικών και κινεζικών ενώ φημολογείται ότι μετά την κατάληψη από τους τζιχαντιστές ενός στρατιωτικού αεροδρομίου στη Βόρειο Συρία αντιαεροπορικά πυραυλικά συστήματα υπάρχουν πλέον και στα χέρια της ISIS.

Όλο αυτό το πολύπλοκο και έτοιμο να εκραγεί σκηνικό δυσκολεύει όλο και περισσότερο τις αποφάσεις της Δύσης, ειδικά ενός αμερικανού Προέδρου που η προεκλογική εξαγγελία του ήταν η οριστική στρατιωτική απεμπλοκή από το Ιράκ και το Αφγανιστάν…

Κωνσταντίνος Τσάκαλος


Σχολιάστε εδώ