O ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι το ΠΑΣΟΚ της εποχής μας
Με την πτώση της δικτατορίας των συνταγματαρχών το 1974, η αστική Δημοκρατία έπρεπε να προσαρμοστεί στη νέα εποχή. Ανέλαβε λοιπόν η Δεξιά εκείνης της περιόδου να εναρμονίσει την Ελληνική Δημοκρατία, το ελληνικό κράτος σύμφωνα με τα τότε κρατούντα στον κόσμο του καπιταλισμού. Στοιχειώδη δηλαδή λειτουργία της Δημοκρατίας με νόμιμο το προαιωνίως εχθρικό της Κομουνιστικό Κόμμα και ακόμη τη δημιουργία ενός κάποιου κοινωνικού κράτους. Όχι βέβαια σύμφωνα με τα πρότυπα των σκανδιναβικών χωρών, αλλά σε κάτι που να είναι προς αυτή την κατεύθυνση. Στο πολιτικό πεδίο, η συγκέντρωση όλων των δυνάμεων της Δεξιάς (από εθνικοσοσιαλιστές και χουντικούς μέχρι τους σοσιαλδημοκράτες του ΚΟΔΗΣΟ) στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας –σε εθνικό επίπεδο– και η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ –στο διεθνές– επέτυχαν την προσαρμογή της χώρας στις απαιτήσεις του τότε δυτικού κόσμου.
Οι «διευθετήσεις» αυτές μπορεί να απαντούσαν στους σχεδιασμούς του ξένου παράγοντα, δεν κάλυπταν όμως τον ελληνικό λαό, που μετά την εμπειρία της χούντας, την τραγωδία της Κύπρου και τις καθημερινές ανάγκες του, ζητούσε δικαίωση. Ζητούσε, δηλαδή, περισσότερη Δημοκρατία και κοινωνικές παροχές εναρμονισμένες με τις αναμνήσεις των οραμάτων που καλλιέργησε από την αντίσταση στη γερμανική Κατοχή ακόμα το λαοπρόβλητο ΕΑΜ.
Βεβαίως, η Νέα Δημοκρατία δεν μπορούσε ούτε στο ελάχιστο να προχωρήσει πιο πέρα από τις απαντήσεις που έδωσε στα κοινωνικά και δημοκρατικά ερωτήματα ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Απαντήσεις που πήγαζαν από ένα αυστηρά οριοθετημένο πεδίο δικαιωμάτων και κατακτήσεων για τον λαό.
Το ΠΑΣΟΚ έρχεται υποσχόμενο να καλύψει τις πρόσθετες απαιτήσεις του ελληνικού λαού. Η αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης μαζί με τη διεύρυνση του κοινωνικού κράτους το εδραιώνουν ανάμεσα στα λαϊκά στρώματα. Ακόμα, στο επίπεδο της ψυχολογίας, με νωπές τις αγκυλώσεις της μετεμφυλιακής εποχής, επιβάλει τον όρο «σοσιαλιστικό» στον τίτλο του, σπάζοντας ταμπού και φοβίες σε ένα αποφασιστικό κομμάτι του λαού και δίνοντας την αίσθηση της υπερηφάνειας σε ένα άλλο. Υπερηφάνεια για τους αγώνες που δόθηκαν και ικανοποίηση για το ότι ήρθε η ώρα των «μη προνομιούχων». Την αποτίμηση της πορείας του ΠΑΣΟΚ θα την κάνει η ίδια η Ιστορία.
Ενδιαφέρον όμως έχει, πώς εκείνο το μοντέλο που επέβαλε ο δυτικός κόσμος για τη χώρα μας μετά το 1974, στις μέρες μας, οι ίδιες δυνάμεις κάπου εκεί έξω, έρχονται να το ανατρέψουν πλήρως. Κύριοι άξονες γι’ αυτό τους το εγχείρημα: Η συρρίκνωση της Δημοκρατίας, τώρα πια, με τη δημιουργία και ενθάρρυνση ακροδεξιών (ΛΑΟΣ) και στη συνέχεια ναζιστικών (Χρυσή Αυγή) κομμάτων, που αποσπώνται από το ενιαίο δεξιό κόμμα της Νέας Δημοκρατίας. Και, επίσης, την πλήρη ανατροπή του κοινωνικού κράτους. Ανατρέπονται όσα δημιουργήθηκαν με κόπο και θυσίες από τον λαό για πολλά χρόνια και αίρονται κατακτήσεις που ακόμα και η σκληρή μεταπολεμική Δεξιά είχε αναγκασθεί να παραχωρήσει. Στη δεξαμενή των πολιτικών κομμάτων προστίθενται και νέα, έτοιμα να ενισχύσουν το σύστημα αν χρειασθεί, όπως το Ποτάμι. Ανάλογο ρόλο είχαν παίξει το δεξιό ΛΑΟΣ και η αριστερή ΔΗΜΑΡ. Συστατικό στοιχείο του συστημικού μπλοκ, βεβαίως, αποτελεί το εναπομείναν ΠΑΣΟΚ, που κρύβεται εκλογικά πίσω από το κατ’ ευφημισμόν «σχήμα συνεργασίας» με το όνομα Ελιά!
Κοινή είναι η πεποίθηση στην ελληνική κοινωνία πως ο ΣΥΡΙΖΑ έρχεται. Όχι ύστερα από μια δικτατορία, αλλά εν μέσω μιας πρωτοφανούς ανθρωπιστικής κρίσης. Έχοντας να αντιμετωπίσει την εκτεταμένη εκποίηση της δημόσιας περιουσίας και τη νομική εξασφάλιση όλων όσων μάς αγοράζουν μέσω της διευθέτησης των διαφορών μας με βάση το αγγλικό δίκαιο, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καλείται απλώς να προχωρήσει ή να βαθύνει ήδη υπάρχουσες, αναιμικές κατακτήσεις. Έρχεται να ανατρέψει ένα θεσμικό και κοινωνικό κατασκεύασμα που όμοιό του, στην Ευρώπη τουλάχιστον, ουδείς είχε ξαναζήσει. Δεν υπάρχει προηγούμενο, δεν υπάρχει εμπειρία, αλλά ταυτόχρονα δεν υπάρχει και χρόνος για καθυστέρηση.
Το κόμμα όμως της αξιωματικής αντιπολίτευσης απευθύνεται στο ίδιο εκείνο ακροατήριο στο οποίο απευθύνθηκε το ’74 και το ΠΑΣΟΚ. Στους πολλούς και μη προνομιούχους που αυτή τη στιγμή στο οικονομικό πεδίο είναι πολλοί περισσότεροι από τους «μη προνομιούχους» της Μεταπολίτευσης. Το ακροατήριο στο οποίο απευθύνεται ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα δεν είναι μόνο αριστερό, δεν ανήκει μόνο σ’ αυτό που παλιότερα ονομάζαμε «Δημοκρατικές Δυνάμεις». Μια κρίσιμη πληθυσμιακή ομάδα που ψήφιζε από παράδοση Δεξιά, συντάσσεται με το κόμμα της Αριστεράς, που προβάλει ως η μοναδική ελπίδα για την ελληνική κοινωνία. Πολίτες που το ’74 τους οδήγησε στο ΠΑΣΟΚ και την Αριστερά η αναζήτηση της Δημοκρατίας, τους φέρνει στον ΣΥΡΙΖΑ τώρα η αναζήτηση τρόπων επιβίωσης της κοινωνίας μέσα από μια εκτεταμένη φτωχοποίησή της.
Όχι. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι το ΠΑΣΟΚ της εποχής μας. Οι ευθύνες του είναι διαφορετικές, είναι περισσότερες και είναι βαρύτερες. Το έργο που έχει να επιτελέσει ως κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ, αν ο λαός του δώσει την εντολή, είναι εξαιρετικά δυσκολότερο από εκείνο που περίμενε το ΠΑΣΟΚ το 1981. Είναι σημαντικό, λοιπόν, να διαπιστώνει κανείς πως πολίτες που έδωσαν μάχες μέσα από το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα, μένοντας πιστοί στα οράματά τους για Δημοκρατία και σοσιαλισμό, παλεύουν τώρα με το κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς που χτυπά την πόρτα της εξουσίας. Μαζί συντάσσονται και αγωνιστές που έως τώρα δρούσαν ως ανένταχτοι, παλιοί σύντροφοι που ενεργοποιούνται ξανά, ακόμα και πολλοί, που έως πριν από την κρίση ήταν συντηρητικοί και τώρα αναγνωρίζουν στο πρόσημο Αριστερά τη μόνη λύση.
Είναι η ιστορική στιγμή του ΣΥΡΙΖΑ αυτή η εποχή που ζούμε. Με διευρυμένη πολιτική πλειοψηφία που πηγάζει από τον πολυσυλλεκτισμό του, καλείται να δώσει την εναλλακτική λύση. Να πορευθεί με σιγουριά και να κάνει το καθήκον του. Με το ήθος, την αισιοδοξία και τον πολιτισμό της Αριστεράς. Η, με την ψήφο του λαού, επικράτησή του στις επόμενες εκλογές δεν θα είναι απλώς μια δικαίωση της Αριστεράς. Θα είναι δικαίωση του ελληνικού λαού και ένα σήμα πως κανείς ποτέ δεν μπορεί να καταστρέφει μια χώρα και να φτωχοποιεί έναν ολόκληρο λαό, προς όφελος κερδοσκοπικών συμμοριών. Δεν θα μπορεί να το κάνει, όσους εγχώριους πρόθυμους Εφιάλτες κι αν έχει.