ΤΟΣΟ ΔΙΑΣΗΜΑ ΚΕΦΑΛΙΑ ΚΙ ΑΣ ΜΗΝ ΤΑ ΘΕΛΩ ΤΩΡΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΑΨΑ ΤΟ ΕΝΔΟΞΟ ΜΠΟΥΓΕΛΟ

Τά κεφάλια τά διάσημα
άχ! δέν πρέπει νά καούν
καί ως Αιγύπτιοι θεοί
όχι νά ταριχευτούν.
•••
Τούτα κι άλλα σκεπτόμενος
μόνος μου διανύων
τήν πιό έρημο καυτή οδό
εις τήν πόλη τών ψωνίων
•••
ότε νιώθω στήν κεφαλήν
τήν λίμνη Κωπαΐδα.
Ο λόγος είναι άγνωστος
τόν δράστη δέν τόν είδα.
•••
Ήμουν σαφώς αδέκαρος
τά ρούχα μου σαπίλα.
Περίμενα τό ντρόπιασμα
τήν εντροπή, τήν νίλα.
•••
Τό ύδωρ πού μέ βάπτισε
μύριζε καί βρομούσε.
Εσύ θεέ τών χριστιανών
όταν σέ θέλω πού ʼσαι;
•••
Έψαχνα κάπου νά κρυφτώ
καί ίσως νά στεγνώσω
δέν άντεχα τά χάλια μου
τήν νέα τούτη νόσο.
•••
Κι εκεί πού εμισόκλαιγα
καί κουτσο-περπατούσα
βγαίνει απʼ έν κατάστημα
όπου πουλούσε λούσα
•••
μιά κόρη χάρμα ομορφιάς
ίδια η Αφροδίτη.
Μέ βλέπει καί χαμογελά
– ήταν νομίζω Τρίτη.
•••
Φαίνεται μέ λυπήθηκε
κι από σακούλα βγάζει
μεταξωτό τί ένδυμα
κι αμέσως μέ σκεπάζει.
•••
«Σκέψου λέω τά χάλια σου
καί τήν κατάντιά σου
πού σέ λυπήθηκε αυτή
πού στέκεται μπροστά σου».
•••
Γιατί δέν ήτανε παπάς
ή πρόσκοπος επίσης
ήταν μιά πλούσια Κυρά
πού ʼθελες νά φιλήσεις.
•••
Βουρκώσανε τά μάτια μου
– εκείνη υποκλινόταν–
καί μού ζητούσε αυτόγραφο
– μήπως καί εκοιμόταν;
•••
Σε λίγο δύο νεαροί
με μηχανές στά χέρια
με φωτογράφιζαν, ναί, ναί
τά δύο τά ξεφτέρια.
•••
Η Αφροδίτη δίπλα μου
έπαιρνε μύριες πόζες
ενώ τού Δήμου ούρλιαζαν
εν δράσει οί μπουλντόζες.
•••
Πλήθος μάς επλησίασε
– χαρτούρα καί μολύβια–
ζητούσανε αυτόγραφα
όλοι μαζί σάν στρείδια.
•••
Κοιτάζω τήν πανέμορφη
κι ήταν σάν νά ρωτάω:
«Στήν γή Κυρά ευρίσκομαι
ή στʼ άστρα περπατάω;»
•••
Εκείνη μέ αγκάλιασε
καί μέ χειροκροτούσε
ενώ τό πλήθος υψηλά
μαντήλια εκουνούσε.
………………………………
Τό λούσιμο μέ έκανε διάσημο.
Εξάλλου παγκοσμίως λούζονται
όσοι σήμερα αποτελούν
τήν κορυφή
τής δόξας. Ένα λάθος,
ένα μπουγέλο
καί να η δόξα.
Μπορεί καί η λόξα.


Σχολιάστε εδώ