Τα δύο μεγάλα αγκάθια στο ραντεβού των Παρισίων
Τα αγκάθια θα κάνουν την εμφάνισή τους από την πρώτη ημέρα της διαπραγμάτευσης, που αποτελεί το προοίμιο του ελέγχου από την «τρόικα» στην Αθήνα, καθώς στο σκέλος των δημοσιονομικών, το οποίο συνδέεται άρρηκτα με τα σχέδια της κυβέρνησης για φοροελαφρύνσεις, οι θέσεις των δύο πλευρών χωρίζονται από… άβυσσο. Το δεύτερο μεγάλο αγκάθι είναι η νέα, «εκρηκτική» ασφαλιστική μεταρρύθμιση για την οποία η κυβέρνηση θα ζητήσει από την «τρόικα» αναβολή.
Το πιο κρίσιμο θέμα της διαπραγμάτευσης θα τεθεί στο τραπέζι στο πρώτο ραντεβού, την Τρίτη. Εκεί θα πρέπει να συζητηθεί ο προϋπολογισμός του 2015, με δεδομένο ότι η «τρόικα» απορρίπτει κάθε συζήτηση για χαλάρωση των δημοσιονομικών στόχων του Μνημονίου, κάτι που σημαίνει ότι τον επόμενο χρόνο θα πρέπει το πρωτογενές πλεόνασμα να εκτιναχθεί στο 3% του ΑΕΠ. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς που είχε κάνει η «τρόικα», στο πλαίσιο του προηγούμενου ελέγχου, θα χρειασθούν πρόσθετα, μόνιμα μέτρα εξοικονόμησης ίσης με 1% του ΑΕΠ το 2015, προκειμένου να κλείσει αυτό το δημοσιονομικό κενό.
Στη δύσκολη δημοσιονομική εξίσωση προστίθενται δύο ακόμη συντελεστές:
1. Το υψηλό κόστος συμμόρφωσης του Δημοσίου με τις δικαστικές αποφάσεις για τα ειδικά μισθολόγια, κυρίως δηλαδή για το μισθολόγιο των ενστόλων, για το οποίο η κυβέρνηση κρατά ως τώρα «στον πάγο» την εφαρμογή της σχετικής απόφασης του ΣτΕ, προκειμένου να συμφωνηθεί με την «τρόικα» η διαχείριση του προβλήματος.
2. Η απόφαση του πρωθυπουργού να προχωρήσει σε φοροελαφρύνσεις, απόφαση που ενισχύεται μετά τη διαμόρφωση κλίματος ακραίας κοινωνικής δυσφορίας για τον ΕΝΦΙΑ και τον «τσουχτερό», φετινό φόρο εισοδήματος. Το «πακέτο» ελαφρύνσεων που έχει ως τώρα παρουσιασθεί είναι αρκετά μετριοπαθές, καθώς το πιο «ακριβό» μέτρο του είναι η μείωση στο μισό της έκτακτης εισφοράς αλληλεγγύης, η οποία θα κοστίσει περί τα 600 εκατ. ευρώ στον προϋπολογισμό. Από την άλλη πλευρά, μία από τις σημαντικές ελαφρύνσεις, η μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο πετρέλαιο θέρμανσης, αναμένεται ότι θα έχει θετικό πρόσημο για τον προϋπολογισμό, αυξάνοντας τα έσοδα. Έτσι, ο τελικός λογαριασμός των ελαφρύνσεων υπολογίζεται ότι θα είναι της τάξεως των 500 εκατ. ευρώ, ποσό όχι ιδιαίτερα υψηλό, που πάντως θα δυσκολέψει τη συμφωνία με την «τρόικα» για τον προϋπολογισμό του 2015.
Σε ό,τι αφορά το Ασφαλιστικό, η κατάσταση είναι πλέον πολύ δύσκολη καθώς έφθασε η ώρα να εφαρμόσει η κυβέρνηση τις δεσμεύσεις της που έχουν αποτυπωθεί στο αναθεωρημένο Μνημόνιο. Δηλαδή, να ολοκληρωθεί μέσα στον Σεπτέμβριο η αναλογιστική μελέτη για τη βιωσιμότητα των Ταμείων και όπου βρεθούν «τρύπες», αυτές να κλείσουν άμεσα με νόμο που θα ψηφισθεί τον Νοέμβριο και θα επιβάλει παραμετρικές αλλαγές (αυξήσεις ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, μείωση συντάξεων) προς εφαρμογή από την 1η Ιανουαρίου 2015.
Η κυβέρνηση παίζει… κατενάτσιο για το Ασφαλιστικό προσπαθώντας να κερδίσει χρόνο, καθώς το πολιτικό σκηνικό είναι τόσο ρευστό που δεν θα πρέπει να αποκλείονται ακόμη και οι πρόωρες εκλογές τον Νοέμβριο, όπως έχει γράψει το «Π». Έτσι, την Παρασκευή, Χαρδούβελης και Βρούτσης συμφώνησαν ότι η αναλογιστική μελέτη θα ολοκληρωθεί τον Νοέμβριο, δύο μήνες αργότερα από τον προγραμματισμό του Μνημονίου, κάτι που συνεπάγεται ότι θα πρέπει στο Παρίσι να ζητηθεί η έγκριση της «τρόικας» για αυτή την καθυστέρηση.
****
«Ναι» για ρύθμιση, «όχι» για 100 δόσεις
Απογοητευτικές για την κυβέρνηση και για τους χιλιάδες οφειλέτες της εφορίας και των ασφαλιστικών ταμείων είναι οι εξελίξεις σχετικά με τη νέα ρύθμιση οφειλών. Παρότι η κυβέρνηση είχε καλλιεργήσει προσδοκίες για μια ρύθμιση που θα επιτρέπει εξόφληση ακόμη και σε 100 δόσεις, η «τρόικα» έθεσε βέτο σε αυτό το σχέδιο, παρότι αναγνώρισε την ανάγκη να ενεργοποιηθεί και πάλι ένα πρόγραμμα ρυθμίσεων, καθώς οι ληξιπρόθεσμες οφειλές στην εφορία αυξάνονται με επικίνδυνους ρυθμούς.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η «τρόικα» δέχεται να ενεργοποιηθεί πάλι η περσινή ρύθμιση «τελευταίας ευκαιρίας» που επέτρεπε εξόφληση έως και σε 48 δόσεις, αλλά με πολύ αυστηρές προϋποθέσεις ένταξης στη ρύθμιση. Απορρίπτει, όμως, τις προτάσεις για αύξηση του αριθμού των δόσεων έως και σε 100, καθώς θεωρεί ότι αυτό θα είχε αρνητικές δημοσιονομικές συνέπειες.