Με πολλές βίζες στο χαρτοφυλάκιό του πάει στις Βρυξέλλες ως Επίτροπος της ΕΕ
Δεν είναι μόνο η θέρμη της ανακοίνωσης του Πενταγώνου μετά το τέλος της συνάντησης των δύο αντιπροσωπειών (που διήρκησε παραπάνω χρόνο από τον καθορισμένο, απόδειξη και αυτό της σπουδαιότητας που αποδόθηκε στη συνάντηση) και της κατ’ ιδίαν συνάντησης των δύο υπουργών (κάτι που δεν συνηθίζεται και είχε εξαιρετικό από μόνο του χαρακτήρα), όσο η ουσία της αυτή καθʼ εαυτή.
Για να πάρουμε όμως τα πράγματα από το ξεκίνημα, η συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στην Ουάσινγκτον -παρά την αναγγελθείσα ήδη μετακόμιση του έλληνα υπουργού στις Βρυξέλλες, όπου θα αναλάβει καθήκοντα Επιτρόπου- ήταν εξόχως σημαντική.
Δύο είναι τα βασικά θέατρα ενδιαφέροντος των ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή μας (πέρα βέβαια από αυτά της Αρκτικής και της Νότιας Σινικής Θάλασσας). Η Ουκρανία και οι εξελίξεις στη Μέση και την Εγγύς Ανατολή. Και στα δύο αυτά γεωπολιτικά σημεία αναφοράς η ελληνική αμυντική διπλωματία ήταν παρούσα.
Έτσι, παραμονές της υπογραφής σύνδεσης της Μολδαβίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, μιας χώρας που αντιμετωπίζει παρόμοια με την Ουκρανία θέματα στην Υπερδνειστερία και την Γκαγκαουζία, ο υπουργός Άμυνας με το επιτελείο του επισκέφθηκαν επίσημα το Κισινάου, ως προπομποί της προγραμματισμένης επίσκεψης Σαμαρά, δίνοντας ταυτόχρονα ψήφο εμπιστοσύνης στην ευρωπαϊκή προοπτική της Μολδαβίας. Επίσης, προ τετραμήνου, με αφορμή το ιδρυτικό συνέδριο του Νατοϊκού Κέντρου Πληροφοριών στη Ρίγα της Λετονίας, ο Δημήτρης Αβραμόπουλος αποδέχθηκε πρόσκληση του ομολόγου του και συναντήθηκε με το σύνολο της πολιτικής ηγεσίας της χώρας. Ομοίως με τις επίσημες επισκέψεις του σε Βουλγαρία και Ρουμανία, χώρες με νευραλγικό ρόλο και ανάγκες στη Μαύρη Θάλασσα.
Στο δεύτερο μεγάλο γεωπολιτικό θέατρο ενδιαφέροντος των ΗΠΑ, αυτό της αναταραχής και των ανακατατάξεων στον μουσουλμανικό-αραβικό κόσμο, με τις δραματικές εξελίξεις της καταλυτικής επιρροής των τζιχαντιστών, η Ελλάδα ήταν και είναι παρούσα. Έτσι, δεν αγνοείται η έγκαιρη προειδοποίηση Αβραμόπουλου για συνετή διαχείριση του ζητήματος της Συρίας, από την κατακερματισμένη αντιπολίτευση της οποίας είχε ιδίαν πείρα μέσα από προσωπικές συναντήσεις, όσο και για τις χαοτικές εξελίξεις στη Λιβύη, την οποία είχε επισκεφθεί και μετά την πτώση του Καντάφι.
Καίριας ωστόσο σημασίας ήταν η συνάντησή του παραμονές των αιγυπτιακών εκλογών με τον σημερινό πρόεδρο Ελ Σίσι, η οποία και αποτέλεσε ουσιαστικά τη γέφυρα -για τον αιγύπτιο Πρόεδρο- με τον δυτικό κόσμο. Δεν είναι τυχαία και η σταδιακή θετική διαφοροποίηση των ΗΠΑ απέναντι στον αιγύπτιο Πρόεδρο. Την ανάγκη σταθερότητας και διαρκούς συνεργασίας με τον δυτικό κόσμο και την Ευρωπαϊκή Ένωση επιβεβαίωσε και η επίσκεψη και συνάντησή του με την πολιτική ηγεσία της Ιορδανίας, χώρας που δοκιμάζεται έντονα από τις συνέπειες της ανθρωπιστικής κρίσης που σοβεί σε Συρία και Ιράκ.
Δεν πέρασαν απαρατήρητες, στις επαφές που είχε στην Ουάσινγκτον, οι επισημάνεις του έλληνα υπουργού για τον προβληματικό βαθμό εμπλοκής της Τουρκίας στις δραματικές εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και τη Μεσοποταμία, ενώ η ισόρροπη παρουσία και οι σχέσεις εμπιστοσύνης που έχει θεμελιώσει με τον ισραηλινό παράγοντα και τους Παλαιστινίους είναι παράμετρος σημαντική στο παζλ των εξελίξεων στη Μέση Ανατολή.
Η ανάγκη για σταθερότητα στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο και η σταθεροποίηση των σχέσεων με τη Ρωσία, στο πλαίσιο διαμόρφωσης του νέου ρόλου του ΝΑΤΟ, είναι μια διαρκής σπαζοκεφαλιά για τις ΗΠΑ. Κι αυτό γίνεται ιδιαίτερα αντιληπτό, σε μια εποχή που υλοποιείται η σταδιακή αποδέσμευση και μεταφορά προσωπικού και υποδομών στα θέατρα της Ασίας και την «απειλή» που συνιστά ο κινεζικός γίγαντας. Η βέλτιστη αξιοποίηση υποδομών, η πραγματοποίηση των καλύτερων επιλογών, η αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών και η κεφαλαιοποίηση της εμπειρίας και των γνώσεων σταθερών και αξιόπιστων συνομιλητών διαμορφώνουν εύλογα το πλαίσιο δράσης των Αμερικανών. Κι αυτό ο έλληνας πολιτικός και ευρωπαίος, πλέον, Επίτροπος, φαίνεται να το ξέρει και να το χειρίζεται καλά.