Μείωση των επικουρικών για ένστολους και ελεύθερους επαγγελματίες!
Έτσι, η περίφημη διάταξη του πολυνομοσχεδίου με την οποία η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας επιχειρούσε να περιορίσει τις αντιδράσεις των ενστόλων και άλλων κατηγοριών, δίνοντας τους τη δυνατότητα μετατροπής των επικουρικών τους σε επαγγελματικά, αποδεικνύεται «δώρον άδωρον». Αν μετά την εφαρμογή του συντελεστή βιωσιμότητας προκύψει οποιοδήποτε έλλειμμα, με απόφαση του υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, ύστερα από τεκμηριωμένη πρόταση της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής, το ποσό της σύνταξης θα αναπροσαρμόζεται πριν από την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους, με την προϋπόθεση της μη ύπαρξης ελλείμματος σε αυτό και το επόμενο έτος, αποκλείοντας κάθε μεταφορά πόρων από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Αυτό θα πρέπει να επανεξετάζεται σε τριμηνιαία βάση και αν απαιτούνται περισσότερες προσαρμογές θα γίνονται κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους.
Με βάση αυτόν τον νέο τρόπο υπολογισμού των επικουρικών συντάξεων, οι δικαιούχοι του ΕΤΕΑ είδαν τις συντάξεις τους από την 1η Ιουλίου να μειώνονται κατά 5,2%, ενώ το φθινόπωρο αναμένεται να επαναϋπολογιστούν και κατά πάσα πιθανότητα να μειωθούν ξανά, κατά τουλάχιστον 3%, με βάση τη «ρήτρα μηδενικού ελλείμματος».
Πέρα από το ΕΤΕΑ που ο ιδρυτικός νόμος προβλέπει ξεκάθαρα ότι το ποσό της καταβαλλόμενης σύνταξης επαναϋπολογίζεται κάθε χρόνο, με βάση τον συντελεστή βιωσιμότητάς του, αυτό θα ισχύει τελικά και για τα επαγγελματικά ταμεία.
Έτσι, αυτό που ήθελαν να αποφύγουν τόσο οι ένστολοι, όσο και οι υπόλοιποι ελεύθεροι επαγγελματίες (που με μια παρέμβαση της τελευταίας στιγμής οδηγούνται στο ΕΤΕΑ), βάσει του νόμου 4052 του 2012 και συγκεκριμένα του άρθρου 42, τελικά δεν το γλιτώνουν.
Σύμφωνα με τον νόμο, τόσο για το ΕΤΕΑ όσο και για τα Ταμεία, τομείς ή κλάδους επικουρικής ασφάλισης που μετατρέπονται αυτοδίκαια σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου (ΝΠΙΔ) υποχρεωτικής ασφάλισης σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στα άρθρα 7 και 8 του ν. 3029/2002 (Α’ 160), το ποσό της καταβαλλόμενης σύνταξης διαμορφώνεται με βάση:
α) Τα δημογραφικά δεδομένα τα οποία στηρίζονται σε εγκεκριμένους αναλογιστικούς πίνακες θνησιμότητας.
β) Το πλασματικό ποσοστό επιστροφής που θα εφαρμόζεται στις συνολικά καταβληθείσες εισφορές και το οποίο θα προκύπτει από την ποσοστιαία μεταβολή των συντάξιμων αποδοχών των ασφαλισμένων.
γ) Την επιλογή ή όχι της μεταβίβασης της σύνταξης στα δικαιοδόχα μέλη κατά τη στιγμή της συνταξιοδότησης του ασφαλισμένου από τον επικουρικό του φορέα.
δ) Τον συντελεστή βιωσιμότητας, ο οποίος θα πρέπει να αναπροσαρμόζει σε ετήσια βάση τις νέες και τις ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις, μέσω ενός μηχανισμού μειωμένης τιμαριθμικής αναπροσαρμογής, ανάλογα με τις καταβαλλόμενες εισφορές, έτσι ώστε να αποφεύγεται η δημιουργία ελλειμμάτων στο Ταμείο, αποκλείοντας κάθε μεταφορά πόρων από τον κρατικό προϋπολογισμό.