Η ένοχη αμηχανία της Δύσης, «χορηγός» του ισλαμικού κράτους

Η ισλαμική απειλή ακουμπά πια το ίδιο το Ισραήλ και την Τουρκία και στρέφεται όχι μόνο εναντίον της Συρίας και του Ιράκ αλλά και του Λιβάνου, απειλεί την Αίγυπτο και τη Λιβύη, προκαλώντας ένα κύμα αποσταθεροποίησης και αγωνίας για την έκταση που μπορεί να πάρει αυτή η Τζιχάντ, που προσελκύει όλο και περισσότερους μουσουλμάνους νέους από τις χώρες της Ευρώπης (κυρίως τη Βρετανία και τη Γαλλία), τους αλβανικούς πληθυσμούς των Βαλκανίων, αλλά ακόμη και Αμερικανούς και Αυστραλούς…

Το σοκ που προκάλεσε ο αποκεφαλισμός ενός αμερικανού δημοσιογράφου από έναν Βρετανό που ασπάστηκε την Τζιχάντ αποτέλεσε ένα τελευταίο προειδοποιητικό μήνυμα για την πραγματική απειλή που συνιστά η ISIS, με τον επαναπατρισμό μερικών χιλιάδων ανεξέλεγκτων και τυφλωμένων από τον θρησκευτικό φανατισμό δολοφονών, από τις ερήμους της Συρίας και του Ιράκ στο Λονδίνο, στο Παρίσι, στα Τίρανα, στο Άμστερνταμ και στη Νέα Υόρκη. Εκεί που χιλιάδες περιθωριοποιημένοι μουσουλμάνοι είναι ευάλωτοι στα κηρύγματα της Τζιχάντ.

Η Ουάσινγκτον, που έχει στηρίξει την πολιτική της τα τελευταία χρόνια στην πλήρη στρατιωτική απεμπλοκή από το Ιράκ και το Αφγανιστάν, σηματοδοτώντας έτσι μια γενική στροφή 13 χρόνια μετά την 11η Σεπτεμβρίου, θεώρησε ότι οι τελικοί λογαριασμοί στην Ανατολή θα μπορούσαν να λυθούν ανέξοδα με την Αραβική Άνοιξη, που θα ανέτρεπε και το τελευταίο «ενοχλητικό» καθεστώς της περιοχής, αυτό του Μ. Άσαντ στη Συρία.

Η απολύτως μυωπική πολιτική που ακολούθησε ο Μ. Ομπάμα και η διεθνής κοινότητα στο Ιράκ έδωσαν παράταση ζωής σε ένα καθεστώς, αυτό του πρωθυπουργού Μαλίκι, το οποίο όχι μόνο δεν αντιμετώπισε τα προβλήματα της χώρας, αλλά πυροδότησε ακόμη περισσότερο τις ενωτικές και θρησκευτικές συγκρούσεις και απορροφώντας εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια με αδιαφανείς διαδικασίες, δεν κατόρθωσε καν να οργανώσει έναν στοιχειωδώς αξιόπιστο στρατό που θα μπορούσε τουλάχιστον να υπερασπίσει τις πετρελαιοπηγές και να διασφαλίσει την ομαλή εξαγωγή ιρακινού πετρελαίου προς τις ξένες αγορές.

Υποτιμώντας για μια ακόμη φορά τη δυναμική που μπορεί να αποκτήσει ο ισλαμικός φανατισμός, η Δύση όχι μόνο αδιαφόρησε, αλλά αντιθέτως ενίσχυσε στην πρώτη φάση τις οργανώσεις που τελικά συνενώθηκαν και αποτέλεσαν την ISIS.

Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι στην πρώτη φάση της εξέγερσης εναντίον του Άσαντ, η Τουρκία, η Σαουδική Αραβία και το Κατάρ, με τη σιωπηλή έγκριση της Ουάσινγκτον, ενίσχυαν οικονομικά τις οργανώσεις αυτές και διευκόλυναν τον εξοπλισμό τους μέσω του τουρκικού εδάφους.

Όλοι τότε πίστευαν ότι οι ισλαμιστές της Συρίας θα μπορούσαν να ελεγχθούν και να καθοδηγηθούν ώστε να κάνουν τη βρώμικη δουλειά της ανατροπής του Άσαντ. Όμως όλος αυτός ο σχεδιασμός κατέρρευσε, καθώς οι δυνάμεις της ISIS κατόρθωσαν να υπερισχύσουν των δυνάμεων της Αλ Κάιντα στη Συρία και ευκαιριακά να συμμαχήσουν με τον Άσαντ, ο όποιος εκμεταλλεύθηκε τον διχασμό αυτόν στη συριακή αντιπολίτευση προκειμένου να κερδίσει χρόνο και να ανασυντάξει τις δυνάμεις του.

Ο θρησκευτικός φανατισμός και ο ιδιότυπος αντεθνικός χαρακτήρας των τζιχαντιστών επέτρεψε μια παράξενη και πολύ λεπτή ισορροπία, όπου το ISIS κατάφερε σοβαρά πλήγματα στη συριακή αντιπολίτευση και με τη σιωπηρή ανοχή του καθεστώτος Άσαντ κατέλαβε σημαντικές περιοχές της Βόρειας και Ανατολικής Συρίας, επεκτείνοντας σταδιακά την παρουσία του και τον έλεγχό του σε σημαντικές περιοχές του Δυτικού και Κεντρικού Ιράκ.

Έτσι, η σύγχρονη απόπειρα αποκατάστασης του Χαλιφάτου εδραιώθηκε στη Συρία και στο Ιράκ και απειλεί τώρα να αποσταθεροποιήσει όλη τη Μ. Ανατολή. Με μεγάλη καθυστέρηση, η διεθνής κοινότητα αντιλήφθηκε ότι το Χαλιφάτο δεν ήταν απλώς η προπαγάνδα ορισμένων τρελών τζιχαντιστών, αλλά έπαιρνε σάρκα και οστά, εμπέδωνε στοιχεία κρατικής οντότητας, εξασφάλιζε επιρροή μεταξύ των κάτοικων των περιοχών που καταλάμβανε (με δωρεές, με παροχή δωρεάν καυσίμων κ.λπ., με χρήματα που αρχικά έφθαναν από «φίλιες χώρες» και κατόπιν από το λαθρεμπόριο πετρελαίου), με τρόπο που δύσκολα θα μπορούσε να ανατραπεί.

Ακολούθησε η σκληρή εφαρμογή της σαρίας και του ισλαμικού νόμου, οι τρομακτικές σκηνές αποκεφαλισμού και ακρωτηριασμού αιχμαλώτων ή εχθρών της ISIS και τελικά ο βάρβαρος αποκεφαλισμός του αμερικανού δημοσιογράφου, για να διαλυθούν και οι τελευταίες ψευδαισθήσεις για το ενδεχόμενο συνεννόησης με τη συγκεκριμένη ακραία ισλαμική οργάνωση.

Η αντιμετώπισή της αποτελεί ένα σημαντικότατο ρίσκο για τις ΗΠΑ και τη διεθνή κοινότητα. Η χερσαία επέμβαση έχει αποκλεισθεί απολύτως, καθώς κανείς δεν είναι διατεθειμένος να στείλει χερσαίες δυνάμεις σε μια περιοχή που η κάθε δυτική παρουσία αποτελεί στόχο όλων. Ειδικά, μάλιστα, σε ένα εντελώς αφιλόξενο περιβάλλον, όπου οι τζιχαντιστές αποτελούν μόνο μία εκ των απειλών, καθώς ακόμη και στις «φίλιες» δυνάμεις παρεισφρύουν με ιδιαίτερη ευκολία μαχητές και άλλων φανατικών οργανώσεων μουτζαχεντίν και βομβιστές αυτοκτονίας που στοχοποιούν κάθε «άπιστο»…

Οι Αμερικανοί παραδέχονται, όπως δήλωσε και ο Αρχηγός των αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων, στρατηγός Μάρτιν Ντέμπσεϊ, ότι δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπισθεί η ISIS αν δεν υπάρξει άμεση και αποφασιστική προσβολή των οχυρών θέσεων που έχει καταλάβει στη Βόρειο και Κεντρική Συρία. Αλλά η εμπλοκή στον εμφύλιο της Συρίας είναι κάτι που δεν μπορεί να συμβεί χωρίς να προκαλέσει μια ακόμη σοβαρότατη κρίση με τη Ρωσία, την Κίνα αλλά και το Ιράν, που θα εκλάβουν κάθε τέτοια επίθεση ως προσπάθεια ανατροπής του Μ. Άσαντ.

Η επιλογή έσχατης ανάγκης για τους Αμερικανούς δεν ήταν άλλη από τους στοχευμένους βομβαρδισμούς εναντίον θέσεων που είχαν καταλάβει οι τζιχαντιστές και η ενίσχυση των στρατιωτικών δυνατοτήτων των κούρδων μαχητών του ιρακινού Κουρδιστάν, ώστε να μπορέσουν να ανακαταλάβουν στρατηγικής σημασίας θέσεις (όπως το μεγάλο φράγμα της Μοσούλης) και να βάλουν φρένο στην εύκολη προέλαση της ISIS.

Αυτή η επιβεβλημένη, εκ των πραγμάτων, ενίσχυση των Κούρδων και η ανάδειξη του ιρακινού Κουρδιστάν σε κρίσιμο σταθεροποιητικό παράγοντα για το Ιράκ αλλά και ολόκληρη τη Μ. Ανατολή, δημιουργούν νέα δεδομένα στην περιοχή.

Το ιρακινό Κουρδιστάν πρέπει να παραμείνει στο κρατικό πλαίσιο του Ιράκ, για να μην κινδυνέψει η συνοχή και η ιδία η ύπαρξη του Ιράκ.

Η σημαντικότατη στρατιωτική ενίσχυσή του τροφοδοτεί τα αισθήματα εθνικής ολοκλήρωσης για τους Κούρδους της Τουρκίας, της Συρίας, του Ιράν και των αστικών κέντρων της Τουρκίας, καθώς η αγωνία είναι πλέον το ποιος και με ποιον τρόπο θα χειριστεί τη διαδικασία που θα οδηγήσει στη δημιουργία κουρδικού κράτους, που θα είναι πια πολύ μεγάλο για να μπορεί να συμπιεστεί στα όρια μιας έστω και ευρύτατης αυτονομίας στο πλαίσιο του Ιρακινού ή ακόμη και του τουρκικού κράτους.

Αλλά το παζλ στην Ανατολή, με καταλύτη την ISIS, την έξαρση των εθνοτικών και θρησκευτικών αντιπαραθέσεων και το σιωπηρό αίτημα των Κούρδων για παραχάραξη του χάρτη, απέχει πολύ ακόμη από την ολοκλήρωσή του.

Κωνσταντίνος Τσάκαλος


Σχολιάστε εδώ