Το τελευταίο βήμα για την «Ερντογανική Τουρκία»

Ο αδιαφιλονίκητος τούρκος ηγέτης, ο πιο σημαντικός μετά τον Κεμάλ Ατατούρκ, θα αναδειχθεί -κατά πάσα πιθανότητα από τον πρώτο γύρο, ο οποίος διεξάγεται σήμερα- σε πρώτο εκλεγμένο πρόεδρο της χώρας, σε μια στιγμή που η τουρκική κοινωνία είναι βαθύτατα διχασμένη και η ίδια η χώρα, παρά τη φαινομενική ανάπτυξή της, αντιμετωπίζει βαθιά δομικά προβλήματα, κρίσιμες εξωτερικές απειλές και εσωτερικές προκλήσεις, με πρώτη την αντιμετώπιση του κουρδικού ζητήματος. Όπου η πρωτοβουλία του Ερντογάν για συμφιλίωση με το ΠΚΚ προσκρούει στον βαθύτατο ισλαμοεθνικισμό που χαρακτηρίζει τον τούρκο ηγέτη, ενώ, συγχρόνως, η ορατή προοπτική ενός ανεξάρτητου Κουρδιστάν στο Β. Ιράκ απογυμνώνει το κίνητρο των Κούρδων για συμβιβασμό στην απλή ισονομία που υπόσχεται ο Τ. Ερντογάν. Ένας σημαντικός λαϊκιστής ηγέτης, ένας ροκ σταρ, όπως τον παρομοίασαν πολλά τουρκικά έντυπα λόγω της σκηνικής παρουσίας του στις μεγάλες προεκλογικές συγκεντρώσεις, φανατικός θρησκευόμενος, κατόρθωσε μέσα σε μερικούς μήνες να ακυρώσει την προσπάθεια αποκάλυψης των μεγάλων οικονομικών σκανδάλων στα οποία φαίνεται ότι ενέχονται ακόμη και μέλη της οικογένειάς του, μετατρέποντας τη συγκάλυψη και την παραγραφή τους σε «εθνική αποστολή». Το μεγάλο πλεονέκτημα του Τ. Ερντογάν ήταν η οικονομία, καθώς αναλαμβάνοντας τη χώρα το 2002, μόλις λίγους μήνες μετά την έξοδό της από το πρόγραμμα του ΔΝΤ, αύξησε σημαντικά το κατά κεφαλήν εισόδημα (σχεδόν το τριπλασίασε) και με συνεχείς ρυθμούς ανάπτυξης κατέταξε την Τουρκία στις αναδυόμενες οικονομίες προσελκύοντας σημαντικές επενδύσεις. Όμως στην προεκλογική του καμπάνια ελάχιστα ακούστηκαν για την οικονομία. Αρπάζοντας την ευκαιρία που του δόθηκε με την εισβολή των Ισραηλινών στην Γάζα, ο Ερντογάν επένδυσε με ιδιαίτερη ευκολία σε αυτό που ξέρει καλά να κάνει. Επιδόθηκε σε μια άνευ προηγουμένου επίθεση διαρκείας κατά του Ισραήλ, η οποία όμως ξέφυγε από τα όρια, καταλήγοντας στην έκρηξη ενός ακραίου αντισημιτισμού.

Οι συγκρίσεις του Ισραήλ με τους ναζί, η σύνδεση της σφαγής εκατοντάδων Παλαιστινίων στη Γάζα με το Ολοκαύτωμα, με τρόπο που οδηγούσε σε συμψηφιστικές λογικές και οι δηλώσεις ενώπιον εκατοντάδων χιλιάδων υποστηρικτών του ότι «το Ισραήλ θα πνιγεί στο αίμα των Παλαιστινίων της Γάζας», έφεραν τον Τ. Ερντογάν στην «απέναντι όχθη».

Προσβλητικές, ακραία ρατσιστικές θέσεις όπως η τελευταία, όταν με ύφος πραγματικής απέχθειας δήλωσε ότι «κάποιοι τόλμησαν να τον αποκαλέσουν ακόμη και… Αρμένιο» αποκαλύπτουν ακόμη μια πτυχή της φιλοσοφίας του τούρκου ηγέτη. Ο αυταρχισμός του και η ιδιόρρυθμη πίστη του στη Δημοκρατία (εφόσον εξυπηρετεί τα δικά του πιστεύω και συμφέροντα) έχουν φανεί καθαρά με τον τρόπο που πολιτεύτηκε από τον Μάιο του 2013 όταν ξέσπαγε η κρίση του Γκεζί. Η ισλαμική ατζέντα του ξεδιπλώνεται αργά και σταθερά τα τελευταία χρόνια ενώ η προσπάθειά του να επιβάλλει τα δικά του πρότυπα στην προσωπική ζωή των τούρκων πολιτών έχει προκαλέσει την οργισμένη αντίδραση τουλάχιστον του 50% της τουρκικής κοινής γνώμης, που έστω και διασπασμένη βρίσκεται διαρκώς απέναντί του σε όλες τις τελευταίες μεγάλες εκλογικές αναμετρήσεις. Η ιδεολογικά φορτισμένη και καθοδηγούμενη εξωτερική πολιτική του Ταγίπ Ερντογάν στέρησε από την Τουρκία την ευκαιρία να αναδειχθεί σε σταθεροποιητικό παράγοντα στην πιο καυτή περιοχή του κόσμου, εκεί που η κρίση της Ουκρανίας και ο νέος Ψυχρός Πόλεμος με τη Ρωσία συναντά τον πόλεμο της Συρίας, τη διαλυτική πορεία του Ιράκ και την αστάθεια που εκτείνεται μέχρι και τη Λιβύη.

Ο νεοθωμανισμός, πιθανόν σε άλλες εποχές και υπό άλλες συνθήκες, να αποτελούσε το κατάλληλο όχημα για τη διείσδυση της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή, στη Βόρεια Αφρική και στα Βαλκάνια και την επέκταση της επιρροής της. Όμως, υπό τις σημερινές συνθήκες, προκαλεί τη δυσπιστία και την καχυποψία των Αράβων και των άλλων μουσουλμάνων καθώς και την εχθρότητα των χωρών που είναι σταθερά προσανατολισμένες στη Δύση.

Έχοντας αποτύχει πλήρως η πολιτική των «μηδενικών προβλημάτων» με τους γείτονες, η Τουρκία πλέον είναι εμπλεκόμενο μέρος όλων των περιφερειακών συγκρούσεων. Στη Μαύρη Θάλασσα, στη Συρία, στο Ιράκ, στο Παλαιστινιακό, έχει εχθρικές σχέσεις με το Ισραήλ και την Αίγυπτο, το Ιράν είναι δύσπιστο απέναντί της και σε ό,τι μας αφορά οι σχέσεις με την Ελλάδα είναι σχεδόν κλινικά νεκρές, μια και η τουρκική πλευρά έχει κατορθώσει να επιβάλλει τη δική της ατζέντα. Όσον αφορά την Κύπρο, η Τουρκία φαίνεται ότι περιμένει την ολοκλήρωση των προεδρικών εκλογών για να δώσει το στίγμα της, αν και το αδιέξοδο φαίνεται ότι είναι αναπόφευκτο. Αυτό που όλοι αναμένουν είναι εάν ο Τ. Ερντογάν θα επιχειρήσει μια νέα μεγάλη υπέρβαση, όπως λέει ότι έκανε το 2004, ή απλώς θα περιοριστεί στο blame game και στην επίρριψη των ευθυνών στην ελληνοκυπριακή πλευρά.

Αλλά και η κρίση με το Ισραήλ, που έχει εξελιχθεί πλέον σε στρατηγικού χαρακτήρα αντιπαράθεση, αφαιρεί από την Τουρκία την επιχειρηματολογία για να διεκδικήσει την εξαγωγή του φυσικού αερίου από το ισραηλινό κοίτασμα Λεβιάθαν. Και αυτό αποτελεί ένα σημαντικό πλήγμα για την Άγκυρα ενώ συγχρόνως μειώνει την πίεση που δέχεται η Κύπρος προκειμένου να αποδεχθεί την όποια λύση ώστε να υπάρξει η πολική ομαλότητα που θα εξασφαλίσει τελικά όμως στην Τουρκία μερίδιο ελέγχου στους υδρογονάνθρακες της Κύπρου αλλά και του Ισραήλ.

Όλο αυτό το πλέγμα απομακρύνει αργά αλλά σταθερά την Τουρκία από την ΕΕ και δημιουργεί ένα βαθύ ρήγμα μεταξύ της Ουάσινγκτον και της Άγκυρας.

Σίγουρα η νέα Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν θα είναι πολύ διαφορετική από αυτή που γνωρίσαμε ως τώρα. Μένει να αποδειχθεί εάν θα είναι επίσης ισχυρή και ευημερούσα ή αν θα ακολουθήσει τη μοίρα άλλων χωρών της περιοχής. Μοίρα στην οποία τις παρέσυραν τα αυταρχικά καθεστώτα που επέβαλλαν οι ισχυροί ηγέτες τους, όπως τώρα φαντάζει ο Ταγίπ Ερντογάν…

Κωνσταντίνος Τσάκαλος


Σχολιάστε εδώ