Καμπανάκι Στυλιανίδη: Αναγκαία μια εθνική πολιτική για την ανάπτυξη και την ανάδειξη της Θράκης

Χαρακτηριστικές είναι οι επισημάνσεις του πρώην υπουργού στις επιπτώσεις της κρίσης και την επανεμφάνιση των διαχωριστικών γραμμών στη Θράκη, και πολύ σημαντική η πρότασή του για σύσταση διακομματικής επιτροπής.

Οι επιπτώσεις της κρίσης και η επανεμφάνιση των διαχωριστικών γραμμών

Η οικονομική κρίση μετά το 2009 δεν άφησε ανεπηρέαστη τη Θράκη, παρότι ο βασικός προσανατολισμός της ελληνικής Πολιτείας στα θέματα μειονοτικής πολιτικής παρέμεινε σταθερός στη φιλελεύθερη κατεύθυνση. Οι περιοριστικές οικονομικές πολιτικές, συνδυασμένες με λάθη και αστοχίες της Πολιτείας είχαν ως συνέπεια την εκτίναξη της ανεργίας και τη δημογραφική απογύμνωση της περιοχής, κυρίως από το χριστιανικό πληθυσμό. Χαρακτηριστικά παραδείγματα εσφαλμένων επιλογών είναι:

– Η λάθος αρχιτεκτονική του αυτοδιοικητικού νόμου του Καλλικράτη, που σε πολλές περιοχές, π.χ. Δήμος Ιάσμου, επέλεξε τα μικροκομματικά και όχι τα αναπτυξιακά ή πολιτισμικά κριτήρια με σημαντικές επιπτώσεις στην πληθυσμιακή απερήμωση κυρίως του χριστιανικού πληθυσμού.

– Η μείωση φοιτητών και διδασκόντων του ΔΠΘ, με την παράλληλη συρρίκνωση των χρηματοδοτήσεων, καθήλωσαν την επιτυχέστερη επένδυση που έγινε διαχρονικά στη Θράκη.

– Το κλείσιμο των Σχολών Αστυνομίας και η μετατροπή τους σε Κέντρα Κράτησης Παράνομων Μεταναστών κλόνισε το αίσθημα της ασφάλειας των πολιτών και απομείωσε κατά 4.500 νέους τους κατοίκους της περιοχής, με επιπτώσεις ακόμα και στην εκλογική και δημογραφική ισορροπία μεταξύ των σύνοικων στοιχείων.

– Η κατάργηση των προνοιακών επιδομάτων των παλιννοστούντων Ποντίων οδηγεί σε μετανάστευση ακόμα και τους τελευταίους ανασφάλιστους γέροντες, ακυρώνοντας την ακριβή πολιτική εγκατάστασης που ακολουθήθηκε στη Θράκη μετά το 1991.

– Τέλος, η ασυνέπεια και η ασυνέχεια του κράτους έναντι των τοπικών επιχειρήσεων έπληξαν καίρια τη ρευστότητα και άρα τη βιωσιμότητά τους (π.χ. μη καταβολή του 12% συμμετοχής στο κόστος απασχόλησης από το 2010), με συνέπεια την κατάρρευση των εναπομεινασών επιχειρήσεων, την έκρηξη της ανεργίας και τη διόγκωση της μετανάστευσης, κυρίως των νέων.

Όλη αυτή η κατάσταση καθίσταται εκρηκτική, διότι:

α) απογυμνώνει τη Θράκη από το πιο νέο και δυναμικό κομμάτι του πληθυσμού της.

β) αλλοιώνει πλήρως τη δημογραφική ισορροπία μεταξύ των σύνοικων στοιχείων, χριστιανών και μουσουλμάνων, εις βάρος των πρώτων και

γ) ανοίγει ορέξεις σε ελληνικά και κυρίως ξένα εθνικιστικά κέντρα να επαναφέρουν διαχωριστικές γραμμές του παρελθόντος, διχάζοντας την τοπική κοινωνία και ακυρώνοντας τη μεγάλη προσπάθεια που έκαναν οι Θρακιώτες –χριστιανοί και μουσουλμάνοι– επί δεκαετίες, προκειμένου να χτίσουν μια ανοιχτή δημοκρατική κοινωνία.

Την κατάσταση αυτή, που διαμορφώθηκε μετά το 2009, έσπευσε να εκμεταλλευτεί με την επανεμφάνισή του το κόμμα ΚΙΕΦ (DEB) του παντουρκιστή Αχμέτ Σαδίκ. Το κόμμα αυτό που από το 1990, μετά την ψήφιση του πλαφόν του 3% στον εκλογικό νόμο, παρέμενε εν υπνώσει λειτουργώντας απλώς ως Μη Κυβερνητική Οργάνωση, επανενεργοποιήθηκε για να μετρήσει την τοπική εκλογική δύναμη της μειονότητας στους νομούς Ροδόπης, Ξάνθης και Έβρου χωρίς τους ετεροδημότες που ζουν στην Τουρκία (μετακινήθηκαν μόνο 700 άτομα στις ευρωεκλογές 2014) καθώς και τη δύναμη χειραγώγησης που μπορεί να ασκήσει το γενικό προξενείο της Τουρκίας στην Κομοτηνή.

Όπως αποτυπώθηκε στα αποτελέσματα:

Το Κόμμα Ισότητας, Ειρήνης και Φιλίας (ΚΙΕΦ – DEB) έλαβε 42.620 ψήφους πανελλαδικά, με ποσοστό 0,71%. Στη Ροδόπη: ΚΙΕΦ 25.857 ψήφους (41,68%), ΝΔ 10.182 (16,41% – 2ο κόμμα). Στην Ξάνθη: ΚΙΕΦ 15.378 ψήφους (25,89%), ΝΔ 10.447 (17,59% – 2ο κόμμα). Στον Έβρο: ΚΙΕΦ 1.220 ψήφους (1,45%). Συνολικά στην Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης το ΚΙΕΦ έλαβε 42.533 ψήφους (12,23%) και αναδείχθηκε 3ο κόμμα. Η δύναμη χειραγώγησης της μειονότητας κυμάνθηκε από 70% έως 90%.

Όπως επισημαίνουν ντόπιοι, αλλά και ξένοι αναλυτές: «…μπορεί από το συγκεκριμένο κόμμα να προτάσσεται ως προτεραιότητα η αντιμετώπιση των ζητημάτων της μειονότητας, αυτό όμως είναι πλέον η πρόφαση και όχι η αιτία της ύπαρξής του μετά τις μεταρρυθμίσεις που έχουν συντελεστεί στη Θράκη τις τελευταίες δεκαετίες. Κύριος λόγος ύπαρξής του είναι η συσπείρωση της μειονότητας, η ενίσχυση μέσω αυτού της τουρκικής επιρροής πάνω της, η συνέχιση της προσπάθειας τουρκοποίησης των άλλων εθνοτικών ομάδων (Πομάκων και Ρομά), η χειραγώγηση της εκλογικής της συμπεριφοράς ώστε να δημιουργηθούν προϋποθέσεις, όχι μόνο πληθυσμιακής αλλά και εκλογικής κυριαρχίας στην περιοχή, τόσο σε αυτοδιοικητικό όσο και σε κοινοβουλευτικό επίπεδο».

Ως διακηρυγμένη επιδίωξη του ΚΙΕΦ (DEB) δεν αποτυπώνεται μια «αυτονομιστική πολιτική στη Θράκη», όπως γίνεται συχνά και συστηματικά από τις οργανώσεις «Τούρκων Δυτικής Θράκης». Είναι εμφανής όμως η διάθεση εκλογικής κυριαρχίας με την εκλογή τριών μουσουλμάνων βουλευτών στις τρεις έδρες της Ροδόπης και δύο μουσουλμάνων στην Ξάνθη. Κάτι τέτοιο, αν επισυμβεί, όπως λένε οι αναλυτές, «…δε θα αποστερήσει απλώς τη δίκαιη και ισόρροπη εκπροσώπηση των σύνοικων στοιχείων, επαναφέροντας διαχωριστικές γραμμές, φανατισμούς και εθνικισμούς. Αλλά θα μεταβάλει και τη βάση της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής στη Θράκη, η οποία θα αρχίσει να θέτει θεσμικά ζητήματα ΣΥΝΔΙΟΙΚΗΣΗΣ…» και, όλα αυτά, μέσα σε ένα ασταθές διεθνές περιβάλλον.

Δεν μπορεί πλέον να αδιαφορεί η ελληνική Πολιτεία

Η ελληνική Πολιτεία δεν δικαιούται πλέον να αδιαφορεί την ώρα που κάποιοι μετρούν δυνάμεις στη Θράκη, προκειμένου να φανατίσουν «εθνικιστικά», να χρησιμοποιήσουν πολιτικά τη θρησκεία, να χειραγωγήσουν την ψήφο των μειονοτικών πολιτών και να διχάσουν μια κοινωνία που είχε αρχίσει να βρίσκει την ταυτότητά της και τον βηματισμό της προς την Ευρώπη.

Η αφύπνιση του ελληνικού πολιτικού κόσμου είναι αναγκαία. Τα πολιτικά κόμματα έχουν χρέος να συνεννοηθούν επιτέλους μεταξύ τους στη βάση μιας «εθνικής πολιτικής για την ανάπτυξη και την ανάδειξη της Θράκης», γι αυτό και κατέθεσα πρόσφατα σχετική πρόταση για τη σύσταση «Διακομματικής Επιτροπής της Βουλής για τη Θράκη» στον πρόεδρο του Ελληνικού Κοινοβουλίου Ευάγγελο Μεϊμαράκη.

Η δημογραφική ενίσχυση της περιοχής, η αποθάρρυνση λαϊκισμών και εθνικισμών, η αποτροπή της χειραγώγησης της μειονότητας από ξένα κέντρα και η αποκατάσταση της ελεύθερης και δημιουργικής συμβίωσης των σύνοικων στοιχείων περνά μέσα από την ουσιαστική συνεννόηση Πολιτείας και τοπικής κοινωνίας, την ειλικρινή συνεργασία όλων των πολιτικών δυνάμεων που πιστεύουν στις δυνατότητες των Θρακιωτών και στην αναπτυξιακή προοπτική της Θράκης.


Σχολιάστε εδώ