Να μάθουμε επιτέλους ποιοι είμαστε…
Τα «Παντρολογήματα» του Νικολάι Γκόγκολ χαρακτηρίστηκαν μία από τις πιο δημοφιλείς παραστάσεις του καλοκαιριού. Οι αναλογίες με το σήμερα είναι πολλές σε σχέση με την αξία που δίνουμε στην οικονομική ισχύ. Έτσι δεν είναι;
Για να νιώσει ένας θεατής ότι ένα έργο από το παρελθόν είναι επίκαιρο και να κάνει αναγωγές σε σχέση με τη σημερινή κατάσταση -όπου και πάλι ο άνθρωπος είναι άμεσα εξαρτημένος από το χρήμα- πρέπει να είναι δεκτικός στο να αφουγκραστεί αυτά τα μηνύματα των μεγάλων συγγραφέων. Αλλιώς θα έρθει και θα απολαύσει μια ωραία παράσταση. Ο Γκόγκολ καυτηριάζει το γεγονός ότι ο γάμος ήταν αγοραπωλησία στην εποχή του. Για να το δει αυτό ο θεατής πρέπει να κοιτάξει και να σκεφτεί με μια πιο λοξή ματιά το κείμενο. Αλλά, ξέρετε κάτι; Η τέχνη έχει στόχο το συναίσθημα. Να συγκινήσει. Δεν είναι ντοκιμαντέρ. Βέβαια το θέατρο μπορεί να ταρακουνήσει τον θεατή και να τον σηκώσει από το κάθισμά του. Η τηλεόραση σε θέλει κοιμισμένο.
Η τέχνη στοχεύει στο συναίσθημα. Αλλά η τέχνη δεν έχει παιδευτικό χαρακτήρα;
Η τέχνη δεν είναι πανεπιστήμιο. Δεν είναι αμφιθέατρο για να προσφέρει γνώση, πληροφόρηση. Η τέχνη πιστεύω ότι δημιουργεί καλλιέργεια και αγωγή. Ο άνθρωπος που θέλει να πάρει κάποια πράγματα και να απαντήσει σε ερωτήματα που τον βασανίζουν στην προσωπική του ζωή ή και να οδηγηθεί σε μερικά συμπεράσματα για πιο βαθιά νοήματα, όπως ποια είναι η ευτυχία στη ζωή, μέσω της τέχνης μπορεί να το καταφέρει. Στην τέχνη μπορείς να ακουμπήσεις. Οι έλληνες δραματουργοί αλλά και οι κλασικοί συγγραφείς, όπως ο Γκόγκολ, είχαν πολλές απαντήσεις για τις ανησυχίες και τις αδυναμίες των ανθρώπων. Η τέχνη είναι ξεκάθαρη.
Στο έργο φαίνεται ξεκάθαρα ότι αυτοί που είναι πιο αθώοι από όλους τους άλλους, που εμπλέκονται με το προξενιό, τη διαπλοκή, την ύλη, την εξουσία, είναι το ζευγάρι που πρόκειται να παντρευτεί.
Ναι, γατί είναι νέοι. Και οι νέοι έχουν ένα θετικό. Δεν έχουν φθαρεί ακόμη. Βέβαια το έργο βάζει και μια ακόμη συνιστώσα. Ότι δεν ξέρουμε στο μέλλον αν αυτοί οι άνθρωποι θα γίνουν ίδιοι με αυτούς που τους προξενεύουν. Με λίγα λόγια, το σύστημα και το περιβάλλον στο οποίο ζει κανείς διαμορφώνουν συνειδήσεις και χαρακτήρες, και είναι δύσκολο να ξεφύγεις από αυτά. Δεν σου αφήνουν και πολλά περιθώρια. Αυτό είναι και το αρνητικό της εποχής μας. Περνάμε μια μεγάλη πνευματική και ηθική παρακμή και αυτό καταστρέφει και την αθωότητα και την ορμή των νέων. Δεν υπάρχει διέξοδος για τα παιδιά μας σήμερα.
Αυτή η ορμή δεν μπορεί να γίνει θυμός, επανάσταση αλλαγή;
Πραγματικά, ως μάνα και ως καλλιτέχνιδα, το απεύχομαι. Ο θυμός φέρνει βία, κοινωνική εξέγερση, εμφύλιο, διαμάχη. Με τη βία απλώς εκτονώνεσαι, ξεσπάς, δεν λύνεις τα προβλήματα. Για μένα αυτή η δύσκολη κατάσταση που βιώνουμε όλοι μας εδώ και τέσσερα χρόνια, λόγω της οικονομικής κρίσης, απαιτεί σιωπή και περίσκεψη. Πιστεύω -ή έχω την αίσθηση- ότι ζούμε μια από τις πιο δύσκολες περιόδους της ελληνικής Ιστορίας. Το να τσακωθούμε μεταξύ μας και να εκτονωθούμε αορίστως δεν οδηγεί πουθενά. Η περισυλλογή και η πολλή δουλειά οδηγούν όμως…
Τονίσατε τη λέξη δουλειά. Πόσο σημαντικό είναι να νιώθεις ότι δημιουργείς και ότι δεν κάνεις αγγαρεία;
Ο άνθρωπος που δημιουργεί είναι ευτυχισμένος άνθρωπος. Και ο άνθρωπος που νιώθει ότι δημιουργεί είναι αυτός που επέλεξε τη δουλειά του. Αλλά εδώ στην Ελλάδα σχεδόν οι περισσότεροι ζουν για το Σαββατοκύριακο. Πας στις δημόσιες υπηρεσίες και όλοι σκέφτονται τις αργίες. Θεωρώ ότι η δουλειά είναι ευλογία και σε μια πολιτισμένη κοινωνία θα έπρεπε να αμείβονται οι άνθρωποι όσο αξίζει ο κόπος τους, ο ιδρώτας τους, και να γεμίζουν χαρά. Για μένα η δουλειά είναι κινητήριος δύναμη, ενέργεια. Μόνο όταν δεν αγαπάς τη δουλειά σου γκρινιάζεις. Η γκρίνια φέρνει δυστυχία.
Σήμερα όμως και στον χώρο σας δουλεύετε με ποσοστά στις παραστάσεις και υπάρχει μεγάλη εκμετάλλευση.
Δυστυχώς. Στο εξωτερικό σέβονται τη δουλειά του καλλιτέχνη. Δεν υπάρχει καμία έκπτωση στον μισθό του. Αλλά οι ξένοι αγαπούν τον πολιτισμό.
Ποιος φταίει για όσα μας συμβαίνουν;
Δεν πιστεύω στους κακούς λύκους των παραμυθιών. Οι εχθροί είμαστε εμείς οι ίδιοι. Τους Κύκλωπες τους δημιουργούμε οι ίδιοι για να μεταθέσουμε τις ευθύνες για την απραξία μας αλλά και για να κοιμόμαστε ήσυχοι. Δεν φταίμε εμείς αλλά οι άλλοι. Όποιος όμως εργάζεται με πειθαρχία έχει εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του.
Τι πρέπει να κάνουμε για να ξεφύγουμε από αυτό το τέλμα;
Να μάθουμε επιτέλους το ποιοι είμαστε. Μαθήματα αυτογνωσίας. Ακομπλεξάριστοι, να αφήσουμε τους μεγαλοϊδεατισμούς, να ωριμάσουμε. Φτάσαμε στο σημείο μηδέν, ζούμε μια χρεοκοπία από όλες τις πλευρές, ας κάνουμε την επανεκκίνηση με πολλή δουλειά, πιο λιτή ζωή όσον αφορά την κατανάλωση και τις ανέσεις, και με μεγαλύτερη παιδεία και επαφή με τον συνάνθρωπο.
Η χώρα είναι πλούσια, χέρια θέλει και καλλιεργημένους ανθρώπους χωρίς απωθημένα.
Η τέχνη μπορεί να βοηθήσει τον άνθρωπο να εξελιχθεί, αλλά δεν είναι πανάκεια, φάρμακο για όλα τα δεινά. Ο θεατής, αν έχει πλούσιο εσωτερικό κόσμο και έρθει προετοιμασμένος να δει τα «Παντρολογήματα» του Γκόγκολ, θα καταλάβει ότι η ζωή δεν είναι μόνο χρήμα, αλλά αγάπη και σεβασμός. Αν έχει ανάγκη να αναζητήσει μια άλλη αξιακή πυραμίδα στη ζωή του, θα το κάνει. Το πιο εύκολο βέβαια είναι να έρθει και να γελάσει με μια ωραία παράσταση.
Γιατί η σειρά του ΑΝΤ1 «Άκρως οικογενειακόν» παίζεται και ξαναπαίζεται και έχει τόσο μεγάλη τηλεθέαση;
Έρχονται και με βρίσκουν στην επαρχία παιδάκια μετά την παράσταση και φωτογραφίζονται μαζί μου, με αγκαλιάζουν. Η νέα γενιά. Είναι μεγάλη η συγκίνηση. Έρχονται με εμπιστοσύνη, με οικειότητα. Η σειρά τούς έχει ακουμπήσει. Γιατί αυτή η οικογένεια που ζωντανέψαμε με τον Γιάννη Μπέζο στην τηλεόραση ήταν μια οικογένεια με κατανόηση, με φροντίδα, με χιούμορ, με αλήθεια, με αγάπη, με γνησιότητα και πάνω από όλα με μέτρο. Οι γονείς έβαζαν το μέτρο στα παιδιά. Αυτά τα στοιχεία που λείπουν από τις σημερινές οικογένειες αρέσουν τόσο πολύ στα παιδιά γιʼ αυτό και παρακολουθούν τη σειρά. Η μάνα και ο πατέρας δεν φώναζαν. Δεν ήταν σε κόντρα με τα παιδιά. Υπήρχε διάλογος, επιχειρήματα. Τα παιδιά ακούμπησαν στη σειρά από έλλειψη. Αυτή η οικογένεια φαντάζει εξωπραγματική, αλλά θα έπρεπε να είναι το πρότυπο. Κουβεντιάστε με τα παιδιά σας.
Η κόρη σας, η Ηρώ, διάλεξε τον δύσκολο δρόμο του θεάτρου. Ηθοποιός και εκείνη, και μάλιστα πολύ καλή. Το μήλο κάτω από τη μηλιά;
Δεν ξέρω αν στην περίπτωση της Ηρούς βοηθάει ότι οι γονείς της είναι ηθοποιοί. Γιατί γίνονται συγκρίσεις με τον μπαμπά της. Οι δημοσιογράφοι αρέσκονται σ’ αυτές τις συγκρίσεις. Ο καθένας σ’ αυτή τη ζωή δίνει τον αγώνα του. Δεν πρέπει να γίνονται ταυτίσεις, συγκρίσεις. Η Ηρώ, από πολύ μικρή, από το σχολείο ακόμη, ήθελε να ασχοληθεί με το θέατρο. Έχει ταλέντο, δουλεύει σε έναν πολύ δύσκολο χώρο. Τη θαυμάζω.
Καταλαβαίνετε τους νέους που φεύγουν εκτός Ελλάδας;
Ξενιτιά. Και μόνο που δεν μιλάνε τη γλώσσα τους… Μπορεί μ’ ένα αεροπλάνο να βρεθεί ο νέος και πάλι γρήγορα στην πατρίδα, αλλά όταν ζει στο εξωτερικό με άλλα ήθη και έθιμα αυτό δεν είναι ξενιτιά; Μακριά από την οικογένεια; Τα παιδιά μας φεύγουν από αυτή τη χώρα απαξιωμένα, χωρίς περηφάνια. Τους διώχνουν οι κάτοικοι αυτής της χώρας που δεν έχουν παιδεία, ευγένεια. Αλλά πού να μάθουν, πού να διδαχτούν; Από τα κλειστά σχολεία, τα πανεπιστήμια; Από τους καθηγητές; Από ποιον πολιτισμό; Από αυτόν που μουτζουρώνει τα νεοκλασικά κτίρια, από αυτόν που βάζει μηχανάκια στα πεζοδρόμια, από αυτόν που περνάει με κόκκινο ή αυτόν που καίει τα δάση;
Υπάρχει ελπίδα για το μέλλον;
Να συμφιλιωθούμε με αυτό που είμαστε, να βάλουμε την εφηβική συμπεριφορά στην άκρη, να νιώσουμε κατανόηση για τον διπλανό μας, να τον δικαιολογήσουμε. Η σύγκρουση είναι το εύκολο. Ένα ξέσπασμα. Το δύσκολο είναι η περισυλλογή και η επανεκκίνηση.