Το προενταξιακό καθεστώς της Αλβανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η στάση της Ελλάδος
Η μόνη χώρα που ακόμη παραμένει εκτός είναι η Βοσνία-Ερζεγοβίνη, ένα κράτος με ιδιόρρυθμο καθεστώς αποτελούμενο από τρεις θρησκευτικές οντότητες, τους μουσουλμάνους Βοσνίους, τους σέρβους χριστιανούς ορθοδόξους και τους καθολικούς Κροάτες. Αν και εθνοτικώς και γλωσσικώς ανήκουν όλοι στην σλαβική ομάδα λαών. Στους ευρωπαϊκούς διπλωματικούς κύκλους εκφράζονται ζωηρές επιφυλάξεις για τη βιωσιμότητα αυτού του ιδιότυπου κράτους του οποίου η επιβίωση, μέχρι τώρα, εξασφαλίζεται χάρις στη επιτόπια παρουσία διεθνών δυνάμεων και δη νατοϊκών. Το ερώτημα που τίθεται, είναι μέχρι πότε μπορεί να διαρκέσει αυτή η ξένη παρουσία και αν οι τρεις θρησκευτικές συνιστώσες θα διατηρήσουν τη θέλησή τους να παραμείνουν υπό τη σκέπη του Σεράγεβο.
Τα Τίρανα πανηγύρισαν, και δικαίως, την απόκτηση του προενταξιακού καθεστώτος αν και πρέπει να γνωρίζουν ότι ο δρόμος προς την τελική ένταξη θα είναι μακρύς. Μερίδα του ελληνικού Τύπου προέβη σε επικριτικά σχόλια για τη στάση της Ελλάδας και δη του υπουργείου Εξωτερικών που συναίνεσε στη χορήγηση στην Αλβανία προενταξιακού στάτους χωρίς να επιδιώξει να τύχει ανταλλαγμάτων επί εκκρεμών ελληνοαλβανικών διμερών θεμάτων, όπως π.χ. την οριοθέτηση της ΑΟΖ και την κατοχύρωση των δικαιωμάτων της ελληνικής μειονότητας τα οποία συνεχώς συρρικνώνονται με επιλεκτικές παρεμβάσεις της αλβανικής κυβέρνησης σε θέματα τοπικής αυτοδιοίκησης. Προς ενίσχυση δε των θέσεων αυτών επικαλούνται το προηγούμενο της Σλοβενίας η οποία απαίτησε τη διευθέτηση ορισμένων συνοριακών εδαφικών διαφορών για να δώσει τη συναίνεσή της για ένταξη της Κροατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Υπάρχουν ασφαλώς και άλλες περιπτώσεις όπως της Ιταλίας έναντι της Σλοβενίας κ.ά. Στην περίπτωση όμως της Αλβανίας θα ήταν εντελώς άστοχο η Ελλάδα να μπλόκαρε την απόφαση από τη στιγμή που η ένταξη των βαλκανικών χωρών στην ΕΕ αποτελεί για σοβαρούς λόγους παγία θέση και επιδίωξη της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Ακόμη περισσότερο που η Αθήνα έχει από ετών συναινέσει στην απόκτηση προενταξιακού καθεστώτος από το κράτος των Σκοπίων, τα προβλήματα με το οποίο στο γνωστό θέμα της ονομασίας είναι πολύ σοβαρότερα για τα ελληνικά συμφέροντα από εκείνα με την Αλβανία. Η ελληνική διπλωματία θα μπορούσε βέβαια, κατά τη διάρκεια των προκαταρκτικών διαπραγματεύσεων μεταξύ ΕΕ-Αλβανίας, να είχε ασκήσει πιέσεις προς την κατεύθυνση δρομολόγησης των διαδικασιών επίλυσης των σοβαροτέρων, τουλάχιστον, ελληνοαλβανικών διμερών θεμάτων. Προφανώς δεν το έπραξε. Υπάρχει όμως ακόμη πολύς δρόμος που πρέπει να διανύσουν τα Τίρανα μέχρι της τελικής ένταξης στην ΕΕ. Στην ελληνική διπλωματία παρέχεται η δυνατότητα να προασπίσει και να προωθήσει τα συμφέροντά της. Άλλωστε, οι τελικές αποφάσεις για πλήρη ένταξη λαμβάνονται με ομοφωνία και επιπλέον απαιτείται και η προσκύρωση των εθνικών Κοινοβουλίων. Οι ελληνοαλβανικές σχέσεις των τελευταίων ετών χαρακτηρίζονται από ένα κλίμα αμοιβαίας καχυποψίας με ισχυρότερη εκείνης των Τιράνων. Πιθανόν στη δημιουργία αυτού του αρνητικού για τις διμερείς σχέσεις κλίματος να συντελεί και το ιστορικό-πολιτιστικό παρελθόν των δύο λαών. Η Αθήνα έχει υιοθετήσει μια ώριμη και υπεύθυνη πολιτική στη διαχείριση των διμερών σχέσεων. Το ίδιο δεν φαίνεται να ισχύει και από την άλλη πλευρά. Μπορεί οι Αλβανοί να παραπονούνται και να διερωτώνται γιατί η Ελλάδα δεν αίρει και με απόφαση του Ελληνικού Κοινοβουλίου την εμπόλεμη κατάσταση η οποία ισχύει από της ενάρξεως του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά στην ουσία αυτή έχει ξεπερασθεί μέσω σειράς διμερών και διεθνών συμφωνιών. Ωστόσο αυτό δεν δικαιολογεί την υπόθαλψη ενός ανυπάρκτου θέματος των Τσάμηδων στο οποίο τα Τίρανα έχουν αυτοεγκλωβιστεί. Ούτε ακόμη η σύναψη διμερών στρατιωτικών συμφωνιών με την Άγκυρα που βασικά στρέφονται κατά της Ελλάδος. Η ελληνική διπλωματία οφείλει την ωριμότητα και τη γενναιοδωρία της έναντι των Τιράνων να τη συνδυάσει και να την καταστήσει περισσότερο ρεαλιστική και να τη θέσει σε ένα DO UT DES πλαίσιο.